Ο Άγιος που γιορτάζουμε σήμερα, με το μέγεθος της αγιαστικής του καταστάσεως, που απεκόμισε με την ορθή πολιτεία του, συγκλόνισε τον κόσμο ολόκληρο. Είναι δε πραγματικά ένα παρήγορο όνομα σε όλα τα στόματα των πιστών.
Για την Εκκλησία μας αυτό δεν είναι παράδοξο, διότι οδηγεί τα τέκνα της σ’ αυτό το ύψος και σ’ αυτές τις διαστάσεις.
Σε μας όμως, που πραγματικά περισφίγγουν οι τόσες μας αδυναμίες, είναι ένα παρήγορο σημείο, το ότι και στις δύσκολες αυτές ημέρες βρίσκονται ομοιοπαθείς με μας άνθρωποι, οι οποίοι όχι μόνο απλώς κατανίκησαν τα πάθη τους, πέρασαν από την παρά – φύση στην κατά φύση ζωή, αλλά πέρασαν και τις φυσικές διαστάσεις και έφθασαν στην υπέρ – φύση, μέσα στον αγιασμό, στο τέρμα της τελειότατης επαγγελίας που είναι αύτη η υιοθεσία.
Ο σημερινός λοιπόν Άγιος είναι ακριβώς αυτού του ύψους.
Εκείνο το οποίο χαρακτήριζε πάντοτε αυτό τον ουρανομήκη φωστήρα της Εκκλησίας μας, ήτο ότι από τη μικρή του ηλικία περίσσευε μέσα του η αγάπη προς τον πλησίον και η πίστη προς τον Θεό.
Κάποτε, όταν ταξίδευε με το καράβι, συνέβη μεγάλη τρικυμία. Αυτός ήτο πολύ νέος. Οι άλλοι φοβήθηκαν, αυτός όμως με την παιδική του απλότητα και την ακέραια του πίστη προς τον Θεό, είπε σαν προσευχή, άλλα και σαν απορία προς τους συμπλέοντας: «Καλά, πώς είναι δυνατό ο Θεός τον οποίο πιστεύομε και επικαλούμεθα, να μας αφήσει να χαθούμε και να μη μας σώσει;» Και πράγματι δεν διαψεύσθηκε, διότι όντως κινδύνευσαν άλλα σώθηκαν.
Εκείνο το οποίο, όπως είπα, τον χαρακτήριζε ήταν η αγάπη προς τον πλησίον. Αύτη τον παρακινούσε, ούτος ώστε εάν κάτι εμάνθανε από την Γραφή, ή από κάποιο πατερικό κείμενο το όποιο συντελούσε προς μετάνοια και σωτηρία, ήθελε να το μεταδώσει και στον πλησίον του.
Και έγραφε την πρόταση σε χαρτάκια και την έβαζε, κάπου, ή την εσκόρπιζε σε σημεία που πίστευε ότι θα μπορούσε κάποιος να τη διαβάσει. Με αυτό τον τρόπο τότε, της παιδικότητας του, εφάρμοζε την προς τον πλησίον αγάπη.
Ήταν ένα δείγμα, του τί περιείχε μέσα στην άγια του ψυχή, διότι βλέπετε, αγκάλιασε όλο το πλήρωμα των πιστών, στα τετραπέρατα της οικουμένης.
Όπου επικαλούνται το γλυκύ του όνομα, εκεί παρίσταται με την θαυματουργική του ενέργεια. Σαν ποταμός ρέουν τα θαύματα, τα οποία ακριβώς πηγάζουν από την πλήρη αγάπης καρδία του, που συνεχώς θέλει να συμπαρίσταται στον πανανθρώπινο πόνο.
Αυτός, διαπιστώνοντας την παχυλή άγνοια που ευρίσκετο η φυλή μας, πίστεψε ότι εάν κατορθώσει να μάθη γράμματα, θα μπορούσε να ωφελήσει τον πλησίον του.
Έτσι λοιπόν μέσα στη φροντίδα του αυτή, βρέθηκαν τα κατάλληλα εκείνα όργανα που βοήθησαν σιγά-σιγά στις κλιμακώσεις της παιδείας, να μεταφερθεί από την στοιχειώδη παιδεία στη μέση.
Και όταν τελείωσε τις γυμνασιακές του σπουδές, που ήταν περισσότερο ανώτερες από τις σημερινές, εξασκούσε το επάγγελμα του δημοδιδασκάλου στη νήσο Χίο. Περισσότερο επιδιδόταν, όχι τόσο στο να μάθει γράμματα τους μικρούς μαθητές, όσο στο να μεταδώσει στους χριστιανούς το νόημα της πίστεως, της χριστιανικής μας αγωγής. Εκεί ήταν ο πόθος του.
Αφού διαπίστωσαν οι χριστιανοί της περιφέρειας εκείνης τον πόθο του νέου αυτού μέσα στην παιδεία, φρόντισαν και τον έστειλαν να προχωρήσει σε πανεπιστημιακές σπουδές.
Και αφού τελείωσε, φανερωνόταν με τον τρόπο αυτό η πεποίθηση του, ότι ήθελε οπωσδήποτε να πληρώσει την γεμάτη χριστιανική αγάπη καρδία του και να μπορέσει να μεταδώσει με όλες του τις δυνάμεις στον συνάνθρωπο του τα μέσα της σωτηρίας, της σωστής πίστεως και του βιωματισμού.
Αυτό νόμιζε, ότι θα μπορούσε να το πετύχει με τη μάθηση και το λόγο. Έτσι η νεανική του τότε και αγνή ψυχή πίστεψε, ότι αυτό το εργαλείο της χρειαζόταν. Γι’ αυτό και επιδόθηκε μέσα στην έκταση της παιδείας.
Όταν στο Πανεπιστήμιο τελείωσε την Θεολογία, όπως επιθυμούσε, γύρισε κατ’ ευθείαν προς την Εκκλησία. Προσελήφθη από το Πατριαρχείο Αλεξανδρείας στο οποίο έγινε Επίσκοπος της Μητροπόλεως Πενταπόλεως.
Και η μεγάλη του δράση ήταν ότι δεν υπεχώρησε ούτε στο παραμικρό, αλλά όλες του τις δυνάμεις τις διέθετε συνεχώς στο στήριγμα της Εκκλησίας. Φρόντισε ακόμα και τους ναούς να καλλωπίσει, είτε με αγιογραφίες, είτε με τα υπόλοιπα τελετουργικά και λειτουργικά μέσα που ήταν αναγκαία, ούτως ώστε με αυτό τον τρόπο να ελκύονται περισσότερο οι πιστοί και να καταρτίζονται.
Αλλά εδώ ακριβώς απεδείχθη ένα γεγονός· ότι μόνο η προσφορά της προσπάθειας και μόνο το εργαλείο της μαθήσεως, τα οποία διέθετε τότε, δεν ήταν ικανά να ολοκληρώσουν τον πόθο της φλεγόμενης προς το Θεό καρδίας του.
Αναζητούσε συνεχώς να βρει αυτό τον τρόπο, τον όποιο πίστευε μεν ότι υπάρχει αλλά δεν τον κατείχε, ούτε στο ζήλο τον θερμό, ούτε στη μάθηση. Κάπου αλλού ήταν.
Βλέποντας τις ατασθαλίες των ανθρώπων και την σύγκρουση της εξουσίας και τον υπέρμετρο εναντίον του φθόνο που έφθασε μέχρι διωγμού, φεύγει από την επισκοπική του θέση και επιδίδεται περισσότερο μέσα στην προσπάθεια του αυτή, την όποια συνεχίζει στο να ωφελήσει το συνάνθρωπο του.
Διωκόμενος ήλθε στην Ελλάδα. Άρχισε ως ιεροκήρυξ από τον άμβωνα, συγγραφών και εκφωνών πύρινους λόγους περί μετανοίας. Ερμήνευε τα δόγματα και γενικά ολόκληρο την εκκλησιαστική μας παράδοση.
Και σ’ αυτό τον τομέα επέδειξε ολόκληρο το ζήλο του, πιστεύοντας ότι μέσω αυτού του τρόπου θα εύρισκε αυτό το οποίο περιείχε μέσα στη δίψα της αναζητήσεώς του.
Ζητούσε να βρει κάτι, που και αυτός ο ίδιος να ολοκληρωθεί και μέσω εκείνου να πετύχει ολόκληρη την αποστολή του. Έπειτα υπηρέτησε μέσα στην εκκλησιαστική εκπαίδευση και συγκεκριμένα στη Ριζάρειο σχολή.
Πρόσφερε πολλούς καρπούς, όπως ήδη αναφέρουν και ζωντανά πρόσωπα, που υπήρξαν μαθηταί του. Ο ζήλος του, η ευσέβεια του δεν μειώθηκαν ούτε σ’ αυτό το σημείο· όμως δεν βρήκε το μυστικό εκείνο, το οποίο αναζητούσε η ψυχή του.
Ούτε ως ιεροκήρυξ, ούτε ως υπεύθυνος της Ριζαρείου Σχολής ικανοποίησε αυτόν τον πόθο. Και τότε άλλαξε πάλι, αναζητώντας συνεχώς τους καταλλήλους εκείνους τρόπους που θα ολοκληρωνόταν και αυτός ως προσωπικότητα, αλλά και θα μπορούσε να μεταδώσει και στον πλησίον του εξ ολοκλήρου πλέον αυτό το οποίο χρειαζόταν.
Και τότε πίστεψε στις πατερικές γραμμές, ότι αυτό θα το κατόρθωνε με την απόλυτη συνεργασίας της Χάριτος. Θα μου πείτε έως τότε δεν υπήρχε μαζί του η Χάρις; Ασφαλώς υπήρχε. Δεν υπάρχει χριστιανός πιστός που να μην έχει μαζί του την Θεία Χάρη.
Όμως δεν είχε ακόμη εκείνη την Χάρη, την οποία οι Πατέρες μας ακριβώς πέτυχαν στο τέρμα της αγωνιστικής τους ζωής· εκείνην η οποία πηγάζει από την πράξη και οδηγεί τον άνθρωπο στην θεωρία, στον τέλειο βαθμό του αγιασμού, στο πλήρωμα της Θείας επαγγελίας που είναι η υιοθεσία.
Τότε εγκατέλειψε πλέον όλες τις προσπάθειες αυτές και αποσύρθηκε στην ησυχία. Ιδού πάλι ο θρίαμβος της πατερικής μας παραδόσεως.
Ο φλογερός ρήτορας, ο επιτυχημένος ιεράρχης, ο άριστος συγγραφέας, διαπίστωσε ότι με την ησυχία θα έφθανε από την πράξη στην θεωρία, αλλά τον εμπόδιζε ο τρόπος της ζωής μέσα στην κοινωνία.
Έτσι αποσύρθηκε στην ησυχία και εκεί ίδρυσε μικρή μονή, στην οποία έγινε και πατήρ και προστάτης των μοναζουσών. Μαζί με αυτές, εξασκώντας την ησυχία και εφαρμόζοντας απόλυτα το πατερικό πνεύμα της μοναστικής μας ιδιότητος, πέτυχε το πλήρωμα και ολοκληρώθηκε σαν προσωπικότητα.
Εδώ όμως χρειάζεται μια διευκρίνηση. Όπως είπα και πριν, δεν του έλειπε το εφόδιο της εισόδου προς τον αγιασμό και το βρήκε τότε μόνο. Το κρατούσε, το συνέχιζε. Εκεί το ολοκλήρωσε.
Μέσα λοιπόν στην ησυχία ολοκλήρωσε την προσωπικότητα του· πέτυχε τον θρίαμβο του αγιασμού· έγινε φωστήρας τέλειος· «ετέθη επί την λυχνίαν» και έκτοτε και μέχρι της συντέλειας θα είναι ο πραγματικός λύχνος της σημερινής μας Εκκλησίας, το παρήγορο σημείο όλων των πιστών, ο θρίαμβος της Ορθοδοξίας. Εκεί είναι το πλήρωμα της ολοκληρώσεώς του.
Πέρασε όλα τα στάδια της Εκκλησίας μέσα στον κόσμο. Σε όλα πρόσφερε και πέτυχε. Το πλήρωμα του όμως, το πέτυχε μέσα στην πραγματική ησυχία, μέσα στην οποίαν υπάρχει ο θρίαμβος της πατερικής μας παραδόσεως.
Ακριβώς εδώ βρίσκουμε τον Άγιο Νεκτάριο ως μοναχό. Χωρίς να στερηθεί της Ιεραρχικής του αξίας και όλης της προσφοράς του, με το πλήρωμα της αγάπης του προς τους πιστούς, ολοκληρώθηκε μέσα στην ησυχία ως ησυχαστής μοναχός.
Βλέπετε λοιπόν τη συνέχεια της πατερικής μας παραδόσεως; Υπάρχουν πολλά περιστατικά που δεν σχολίασα, τα οποία πραγματοποιήθηκαν κατά τη διάρκεια της ησυχαστικής του ζωής, στους αγώνες που έκανε στο κελλί του, αγωνιζόμενος με τους λογισμούς, με τους δαίμονες, με τα πάθη και με την ευχή.
Θα αναφέρω ένα ελάχιστο που θυμάμαι, από την επαφή του με τον αείμνηστο π. Ιωακείμ Σπετσιέρη, που τον πρόφθασε πολύ καλά και ήταν και φίλοι. Όταν ερωτούσε ο π. Ιωακείμ τον Άγιο Νεκτάριο για το θέμα της ευχής, του έλεγε: «π. Ιωακείμ, όταν λες την ευχή να συγκλονίζεσαι ολόκληρος.
Να βγαίνει η ευχή μέσα από την καρδιά σου, να μην την λες μόνο με τα χείλη». Αυτό ήταν το απαύγασμα της εσωτερικής του καταστάσεως στο πώς αυτός ζούσε την εσωστρέφεια, την νίψη και την ευχή, την οποία ολοκλήρωσε μέσα στην ησυχαστική του περίοδο ως Νεκτάριος μοναχός.
Βλέπετε πόσο χρήσιμη, πόσο τελεία και πόσο βεβαία είναι η δική μας αγωγή, και πως την παρέδωσαν οι Πατέρες σ’ εμάς τόσο αναλυτικά και λεπτομερώς οργανωμένη, καθορισμένη, σφραγισμένη και πετυχημένη;
Λοιπόν τώρα με θάρρος περισσότερο στη ζωή μας αυτή· τίποτε να μη μας λείψει. Με τα παραδείγματα των παλαιότερων αλλά και των πρόσφατων, οι οποίοι μέσα σ’ αυτή τη ζωή πέτυχαν το πλήρωμα τους, θα συνεχίσουμε και εμείς με πολύ θάρρος και ελπίδα στο Χριστό μας, έχοντας ως άγκυρα βεβαιότητας την πρεσβεία του μεγάλου αυτού αγίου.
Αυτά θα σας θύμιζα, που είναι για μας καύχημα. Έχοντας παρρησία στην πρεσβεία των Αγίων μας και ατενίζοντας στην πατρική τους στοργή, πιστεύομε ότι θα συνδράμουν την ευτέλεια μας και θα μας βοηθήσουν να επιτύχουμε.
Γιατί ο Πανάγαθος Δεσπότης μας, που κάλεσε και εμάς όπως και αυτούς, δεν έχει κάνει λάθος στην απόφαση της αγαθότητας Του. Οπωσδήποτε θα δώσει και σ’ εμάς το βραβείο της επιτυχίας. Αμήν.
( Γέροντος Ιωσήφ, Διδαχές από τον Άθωνα, Εκδ. Ι. Μ. Μ. Βατοπαιδίου)