Ο Όσιος Νείλος καταγόταν από τον Άγιο Πέτρο Κυνουρίας και έζησε κατά το πρώτο ήμισυ του 17ου αιώνα μ.Χ. Από νεαρή ηλικία παρελήφθη από τον θείο του, ιερομόναχο Μακάριο, στην εκεί ιερά μονή Κοιμήσεως της Θεοτόκου, την καλουμένη του Μαλεβή, όπου και αφού εκπαιδεύθηκε με θεοσέβεια, χειροτονήθηκε διάκονος.
Ποθώντας όμως και οι δυο ακόμη πιο ασκητικό βίο, μετέβησαν στο Άγιον Όρος, όπου, αφού για λίγο χρόνο ασκήτεψαν στο σπήλαιο πού είχε ασκητέψει ο Όσιος Πέτρος ο Αθωνίτης (τιμάται 12 Ιουνίου), στη συνέχεια μετέβησαν σε έρημη έκταση κοντά στη Λαύρα του Οσίου Αθανασίου, έκτισαν ναό τιμώμενο στο όνομα της Υπαπαντής και παρέμειναν εκεί ασκητεύοντας με αυστηρότητα.
Αργότερα ο Όσιος Νείλος, για μεγαλύτερη άσκηση, κατέφυγε σε σπήλαιο πού βρισκόταν σε πολύ απόκρημνο βράχο, όπου, αφού ανήγειρε μικρό ναό, παρέμεινε ασκούμενος και νυχθημερόν προσευχόμενος καθ’ όλο τον υπόλοιπο βίο αυτού.
Ο Όσιος Νείλος κοιμήθηκε με ειρήνη στις 12 Νοεμβρίου του 1651 και ενταφιάσθηκε πλησίον του σπηλαίου του. Μετά την οσία ταφή του, μύρο ευώδες ανέβλυσε από τον τάφο του, πού παρείχε την ίαση σε όσους ασθενείς προσέφευγαν εκεί με πίστη.
Αργότερα, λόγω εδαφικών μεταβολών, ο τάφος του Οσίου εξαφανίσθηκε και παρέμεινε άγνωστος για πολλά χρόνια. Το 1815, ο Όσιος Νείλος παρουσιάσθηκε σε κάποιον μοναχό, πού ονομαζόταν Αιχμάλωτος και αφού του προείπε πολλά μέλλοντα, στην συνέχεια τον πρόσταξε να καταστήσει βατή τον οδό προς το σπήλαιό του, για να μεταβαίνουν οι μοναχοί να προσκυνούν και να λειτουργούν το ναό πού είχε ιδρύσει.
Αμέσως ο μοναχός Αιχμάλωτος ανακοίνωσε στους υπόλοιπους πατέρες όσα προστάχθηκαν από τον Όσιο, αυτοί δε έσπευσαν με προθυμία όχι μόνο να διανοίξουν την οδό, αλλά και να οικοδομήσουν νέο ναό προς τιμήν του Οσίου.
Κατά την εκσκαφή των θεμελίων του ναού, ανευρέθη ο τάφος του και τα σεπτά λείψανά του, τα οποία ανέδιδαν άρρητη ευωδία.
Προφητεία του Οσίου Νείλου του Νέου και Μυροβλύτου
Του εν’ τώ Αγίω Όρει του Αθωνος ασκήσαντος, προ 600 ετών, περί της ελεύσεως του Αντίχριστου και των εν τέλει του αιώνος ανθρώπων.
Κατά το 1900 έτος βαδίζοντες προς τον μεσασμόν του 8ου αιώνος άρυται ο κόσμος του καιρού εκείνου, να γίνεται αγνώριστος. Όταν πλησίαση ο καιρός της ελεύσεως του Αντίχριστου θα σκοτισθή η διάνοια των ανθρώπων από τα πάθη τα της σαρκός και θα πληθυνθή σφόδρα η ασέβεια και η ανομία.
Τότε έρχεται ο κόσμος να γίνεται αγνώριστος, μετασχηματίζονται αι μορφαί των ανθρώπων και δεν θα γνωρίζονται οι άνδρες από τάς γυναίκας διά της αναίσχυντου ενδυμασίας και των τριχών της κεφαλής, οι τότε άνθρωποι θα αγριέψουν και θα γενούν ωσάν θηρία από την πλάνην του Αντίχριστου.
Δεν θα υπάρχει σεβασμός εις τους γονείς και γεροντότερους η αγάπη θα εκλείψει οι δε Ποιμένες των Χριστιανών, Αρχιερείς και Ιερείς, θα είναι τότε άνδρες κενόδοξοι, παντελώς μή γνωρίζοντες την δεξιάν οδόν από την αριστεράν, θα αλλάξουν τα ήθη, αι παραδόσεις των Χριστιανών και της Εκκλησίας.
Η σωφροσύνη θα απολεσθή από τους ανθρώπους και θα βασιλεύση η ασωτία. Το ψεύδος και η φιλαργυρία θα φθάσουν εις τον μέγιστον βαθμόν, και ουαί εις τους θησαυρίζοντας αργύρια.
Αι πορνείαι, μοιχείαι, αρσενοκοιτίαι, κλοπαί και φόνοι, θα πολιτεύωνται, εν τώ καιρώ εκείνω και διά την ενέργειαν της μεγίστης αμαρτίας και ασελγείας, ο άνθρωποι θέλουν στερηθή την χάριν του Αγίου Πνεύματος όπου έλαβον εις το Άγιον Βάπτισμα ως και την τύψιν της συνειδήσεως.
Αι Εκκλησίαι δε του θεού θα στερηθούν ευλαβών και ευσεβών Ποιμένων και αλλοίμονον τότε εις τους εν τώ κόσμω ευρισκομένους Χριστιανούς οι όποιοι θα στερηθούν τελείως την πίστιν, διότι θα αναχωρούν από τον κόσμον εις τα ιερά Καταφύγια διά να εύρουν ψυχικήν ανακούφισιν των θλίψεων των και παντού θα ευρίσκουν εμπόδια και στενοχώριας.
Και πάντα ταύτα γεννήσονται διά το ότι ο Αντίχριστος θέλει κυρίευση τα πάντα, και γεννήσεται εξουσιαστής πάσης της Οικουμένης και θα ποιή τέρατα και σημεία κατά φαντασίαν, θέλη δε δώση πονηράν σοφίαν εις τον ταλαίπωρον άνθρωπον, διά να εφεύρη, να ομιλή ο εις προς τον άλλον, από την μίαν άκραν της γής, έως την άλλην, τότε θα πέτανται στον αέρα ως πτηνά και διασχίζοντες τον βυθόν της θαλάσσης ως ιχθύες.
Και ταύτα πάντα ποιούντες οι δυστυχείς άνθρωποι, διαβιούντες εν ανέσει, μή γνωρίζοντες οι ταλαίπωροι ότι ταύτα εστί πλάνη του Αντίχριστου. Και τόσον θα προοδεύση την επιστήμην κατά φαντασίαν ο πονηρός, ώστε αποπλανήσαι τους ανθρώπους και μή πιστεύη εις την ύπαρξιν του τρισυπόστατου Θεού.
Τότε βλέπων ο Πανάγαθος Θεός την απώλειαν του ανθρωπίνου γένους, θέλει κωλοβώση τάς ημέρας, διά τους ολίγους σωζόμενους διότι θέλει πλανήσαι ει δυνατόν και τους εκλεκτούς. Τότε αιφνιδίως θέλει έλθη η δύστομος ρομφαία και θα θανάτωση τον πλάνον και τους οπαδούς αυτού.
Απολυτίκιον. Ήχος δ’. Ταχύ προκατάλαβε.
Ως άνθη πανεύοσμα, της αιδίου ζωής, τα θεία σου λείψανα, εκ των ταμείων της γής, ημίν ανεφάνησαν. Όθεν μνείαν τελούντες, της ευρέσεως τούτων, μέλπομεν Πάτερ Νείλε, την δοθείσαν σοι χάριν, δι’ ής πάσι προστάτης, ευρίσκη θερμότατος.