– Γέροντα, πολλὰ παιδιὰ δυσκολεύονται νὰ προχωρήσουν στὶς σπουδές τους, ὅταν δὲν ἔχουν ἀποφασίσει ποιά ζωὴ θὰ ἀκολουθήσουν. Τοὺς ἀπασχολεῖ συνέχεια αὐτὸ τὸ θέμα καὶ δὲν μποροῦν νὰ συγκεντρωθοῦν στὸ διάβασμά τους.
– Ἐγώ, ὅταν κάποιος νέος ἔχη τέτοια προβλήματα, τοῦ λέω: «Ξέρεις ὅτι σήμερα ὑπάρχουν κάτι μεγάλα ψυγεῖα; Νὰ βάλης λοιπὸν αὐτὸ τὸ θέμα σὲ ἕνα τέτοιο ψυγεῖο, μέχρι νὰ τελειώσης τὶς σπουδές σου.
Δὲν σοῦ λέω νὰ πετάξης αὐτὰ ποὺ σὲ ἀπασχολοῦν, ἀλλὰ νὰ τὰ φυλάξης ἐκεῖ, μέχρι νὰ τελειώσης. Ἂν δὲν προσέξης τώρα τὴν μελέτη σου, τὶς σπουδές σου, οἱ φίλοι σου θὰ τακτοποιηθοῦν, θὰ ἠρεμήσουν, καὶ μετὰ θὰ κάνουν κομποσχοίνι γιὰ σένα, γιὰ νὰ τακτοποιηθῆς».
Χρειάζεται πολὺ νὰ προσέξουν, γιατὶ αὐτὸ εἶναι τέχνασμα τοῦ ἐχθροῦ, γιὰ νὰ τοὺς δημιουργῆ περισπασμούς.
✶✶✶
– Γέροντα, εἶπα σὲ κάποια κοπέλα: «Ἂν σκέφτεσαι νὰ παντρευτῆς, νὰ μὴ σπουδάσης».
– Καί, μέχρι νὰ παντρευτῆ, τί θὰ κάνη; Θὰ πουλάη καραμέλες; Καλύτερα νὰ τελειώση μιὰ ἐπιστήμη ἢ νὰ μάθη μιὰ τέχνη, γιατὶ κάτι μπορεῖ νὰ παρουσιασθῆ στὴν ζωή της καὶ νὰ τῆς χρειασθοῦν αὐτὰ ποὺ θὰ μάθη.
Μοῦ εἶπε κάποτε μιὰ κοπέλα: «Σκέφτομαι τὸν Μοναχισμό, ἀλλὰ συνέχεια ἀλλάζω γνώμη». «Τί τάξη πᾶς;», τὴν ρωτάω. «Δευτέρα λυκείου, μοῦ λέει, ἀλλὰ δὲν θέλω νὰ σπουδάσω». «Δὲν θέλεις νὰ σπουδάσης; τῆς λέω.
Τότε νὰ πῶ στὸν πατέρα σου νὰ σοῦ ἀγοράση κατσίκια, νὰ σοῦ πάρη καὶ ἕνα τσομπανόσκυλο νὰ τὰ φυλάη, νὰ σοῦ δώση καὶ μιὰ φλογέρα νὰ παίζης καὶ νὰ τὰ βόσκης. Σοῦ ἀρέσει αὐτό; Κοίταξε νὰ σπουδάσης ἢ νὰ μάθης μιὰ τέχνη».
«Τότε, Γέροντα, μοῦ λέει, ὥσπου νὰ ἀποφασίσω ἂν γίνω μοναχὴ ἢ ἂν παντρευτῶ, νὰ μένω στὸ μοναστήρι ὡς προδόκιμη, ὥστε νὰ μάθω τὴν τέχνη τῆς ταπεινοφροσύνης».
«Αὐτὴν τὴν τέχνη, τῆς λέω, μπορεῖς νὰ τὴν μάθης καὶ στὸ σπίτι σου, ἂν δέχεσαι μὲ χαρὰ ὅ,τι σοῦ λένε οἱ δικοί σου. Θὰ τελειώσης πρῶτα τὸ σχολεῖο, θὰ δώσης ἐξετάσεις γιὰ τὸ πανεπιστήμιο καί, ὅταν τελειώσης, θὰ δοῦμε τί θὰ κάνης».
«Πέντε χρόνια ὅμως, Γέροντα, δὲν εἶναι πολλὰ γιὰ νὰ ἀποφασίσω;».
«Πολλὰ εἶναι, ἀλλὰ τί νὰ κάνουμε, ἀφοῦ ἀκόμη δὲν ἔχεις κατασταλάξει κάπου;».
«Φταίω ἐγὼ γι᾿ αὐτό, ἐπειδὴ εἶμαι ἀσταθής;», μὲ ρωτάει.
«Ὄχι, ἀλλὰ ἡ ζυγαριὰ πρὸς τὸ παρὸν δὲν κλίνει οὔτε πρὸς τὸ ἕνα μέρος οὔτε πρὸς τὸ ἄλλο».
Σὲ τέτοιες περιπτώσεις νὰ τονίζουμε στὰ παιδιὰ νὰ προσέξουν νὰ μὴ χάνουν ἄσκοπα τὸν χρόνο τους. Νὰ ζήσουν ὅσο πιὸ πνευματικὰ γίνεται στὴν διάρκεια τῶν σπουδῶν τους, νὰ πάρουν σύντομα τὸ πτυχίο τους, ποὺ εἶναι ἀπαραίτητο, καὶ ὕστερα ἔχει ὁ Θεός.
Στὸ διάστημα αὐτὸ νὰ βροῦν ἕναν καλὸ Πνευματικὸ νὰ τοὺς βοηθάη, γιὰ νὰ μὴν ἐνθουσιάζωνται εὔκολα μὲ τὴν μιὰ ζωὴ ἢ μὲ τὴν ἄλλη, ἀλλὰ καὶ νὰ μὴν ἀπελπίζωνται.
Νὰ κάνουν ὑπομονὴ νὰ τελειώσουν τὶς σπουδές τους καὶ τότε θὰ μποροῦν νὰ ἀποφασίσουν, ὥριμα πλέον καὶ μὲ τὶς περισσότερες προϋποθέσεις ποὺ θὰ ἔχουν, γιὰ τὴν μιὰ ἢ γιὰ τὴν ἄλλη ζωή, καὶ νὰ κάνουν ὅ,τι νομίζουν καλύτερο εἰς δόξαν Θεοῦ.
Ἔτσι ποὺ εἶναι σήμερα ὁ κόσμος, ὅσο ὡριμάζουν, τόσο καλύτερα εἶναι. Ξέρετε τί παρατράγουδα συμβαίνουν; Ἰδίως ὅταν κάποιος ἔχη ἐνθουσιασμό, πρέπει πολὺ νὰ προσέχη νὰ μὴν παίρνη ἀνώριμες ἀποφάσεις.
✶✶✶
– Γέροντα, ὑπάρχουν παιδιὰ ποὺ δὲν ἔχουν ὄρεξη νὰ διαβάσουν τὰ μαθήματά τους, γιατὶ προτιμοῦν τὴν πνευματικὴ μελέτη καὶ τὴν προσευχή.
– Ὄχι, νὰ μὴν ἀφήνουν τὸ διάβασμα. Ἂς διαβάζουν παράλληλα μὲ τὰ μαθήματά τους κάτι δυνατὸ ἀπὸ κάποιο πατερικὸ βιβλίο, ἂς προσεύχωνται λίγο, ἂς κάνουν καμμιὰ μετάνοια, γιὰ νὰ συντηροῦνται λίγο πνευματικά. Ὅταν ἔχουν πολὺ διάβασμα, μποροῦν νὰ κάνουν διαλείμματα καὶ νὰ λένε τὴν εὐχὴ ἢ νὰ ψάλλουν.
Γιατί, ἂν θέλουν νὰ κάνουν κάτι ἄλλο ποὺ εἶναι γιὰ ἀργότερα, οὔτε ἐκεῖνο θὰ μποροῦν νὰ τὸ κάνουν σωστά, ἐπειδὴ θὰ σκέφτωνται τὸ διάβασμα, οὔτε στὶς σπουδές τους θὰ προχωροῦν, καὶ τελικὰ δὲν θὰ κάνουν τίποτε. Ἐνῶ, ἂν διαβάζουν, θὰ πάρουν γρήγορα τὸ πτυχίο τους καὶ μετὰ θὰ κάνουν αὐτὸ ποὺ θέλουν.
Ἐγώ, ὅταν ἤμουν στὸ Σανατόριο[1], γιὰ λίγες μέρες οὔτε κομποσχοίνια οὔτε μετάνοιες οὔτε νηστεῖες ἔκανα· ἔτρωγα ὅ,τι μοῦ ἔδιναν. «Νὰ βοηθήσω τώρα λίγο τοὺς γιατρούς, ἔλεγα, γιὰ νὰ μὲ βοηθήσουν κι ἐκεῖνοι νὰ γίνω καλά, καὶ ὕστερα θὰ κάνω αὐτὸ ποὺ θέλω».
Ἔρχονται παιδιὰ καὶ μοῦ παραπονοῦνται ὅτι οἱ γονεῖς τους τὰ ζορίζουν πολύ, γιὰ νὰ διαβάσουν. Ἂν τὰ ζορίσω καὶ ἐγώ, δὲν θὰ τὰ βοηθήσω. Γιὰ νὰ καταλάβουν ὅτι πρέπει νὰ μὴν ἀφήνουν τὸ διάβασμά τους, τοὺς λέω παραδείγματα ἀπὸ παιδιὰ ποὺ δὲν διάβαζαν καὶ ταλαιπωρήθηκαν, καὶ ἀπὸ παιδιὰ ποὺ πρόκοψαν, ἐπειδὴ διάβαζαν.
Νά, θυμᾶμαι μιὰ περίπτωση: Ἦταν σὲ μιὰ πόλη δύο γειτονόπουλα. Ὁ ἕνας ἦταν πανέξυπνος. Μὲ λίγο διάβασμα ἔπαιρνε συνέχεια ἄριστα, ἀπὸ τὸ δημοτικὸ ὣς τὸ γυμνάσιο. Ὁ ἄλλος μὲ λιγώτερο μυαλὸ καὶ μὲ πολλὴ ἐπιμέλεια τὸν ἀκολουθοῦσε.
Τελικὰ ὁ πρῶτος, μόλις τελείωσε τὴν πρώτη λυκείου, ἔμπλεξε μὲ παρέες, ἄφησε τὸ σχολεῖο, καὶ τελικὰ ἀναγκάστηκε νὰ ἐργαστῆ σὲ μιὰ ἐπιχείρηση ὡς καθαριστής. Παντρεύτηκε κιόλας, ἀπέκτησε καὶ δυὸ παιδιά, καὶ δύσκολα τὰ ἔβγαζε πέρα.
Ὁ ἄλλος τελείωσε τὴν νομική, πῆγε καὶ στὴν Εὐρώπη γιὰ ἀνώτατες σπουδὲς καὶ πῆρε πτυχίο γιὰ ἐπιχειρήσεις. Μιὰ μέρα στὴν ἐπιχείρηση ποὺ ἐργαζόταν ὁ πρῶτος περίμεναν νέο διευθυντή. Ὅλοι ἔλεγαν ὅτι ἔχει ἀνώτερη μόρφωση. Καὶ τελικὰ ὁ νέος διευθυντὴς ἦταν ἐκεῖνος ὁ συμμαθητής του! Μόλις τὸν εἶδε, τὸν γνώρισε.
Τὸν ἔπιασε τέτοια ἀπελπισία, ποὺ ἔκανε δύο-τρεῖς ἀπόπειρες αὐτοκτονίας. Κάποιος τοῦ εἶπε νὰ ἔρθη στὸ Ἅγιον Ὄρος νὰ μὲ βρῆ. Ἀφοῦ μοῦ μίλησε γιὰ τὴν ζωή του, μοῦ λέει πάνω στὴν συζήτηση: «Ἀκοῦς ἐκεῖ, νὰ ἔχω αὐτὸν διευθυντή!».
Τοῦ δίνω τότε ἕνα ξεσκόνισμα γερό. «Βρέ, τοῦ λέω, ἐσὺ θὰ γινόσουν ἀνώτερος ἀπὸ αὐτόν. Θὰ περνοῦσες κι ἐσὺ καλὰ καὶ τὰ παιδιά σου καλὰ καὶ θὰ ἔκανες καὶ καλωσύνες!
Δὲν φθάνει ποὺ ἔγινες αἰτία καὶ ταλαιπωρεῖται ἡ οἰκογένειά σου, τώρα θέλεις νὰ αὐτοκτονήσης, γιὰ νὰ τοὺς δώσης τὴν χαριστικὴ βολὴ καὶ νὰ μείνουν ὀρφανὰ τὰ παιδιά σου; Ἐσένα δὲν σὲ λυπᾶμαι, γιατὶ ἀπὸ τὸ κεφάλι σου ἔπαθες ὅ,τι ἔπαθες· τὰ παιδιά σου λυπᾶμαι.
Τὸ καταλαβαίνεις; Κοίταξε τώρα νὰ κάνης ὑπομονὴ καὶ πιστεύω ὅτι μὲ τὴν βοήθεια τοῦ Θεοῦ καὶ ὁ νέος διευθυντὴς θὰ σοῦ φερθῆ καλά. Μπορεῖ νὰ σὲ βάλη καὶ σὲ καλύτερη θέση. Καὶ ἂν τυχὸν δὲν ἀναπαυθῆς, νὰ βρῆς μιὰ ἄλλη δουλειά. Νὰ μὴν ἀφήσης τὰ παιδιά σου στὸν δρόμο». Ἔτσι συμμαζεύτηκε.
Γι᾿ αὐτὸ λέω, ἂν τὰ παιδιὰ ποὺ σπουδάζουν διαβάσουν καὶ κουραστοῦν λίγο στὴν διάρκεια τῶν σπουδῶν τους, δὲν θὰ χρωστοῦν μαθήματα, θὰ τελειώσουν γρήγορα καὶ δὲν θὰ ἔχουν ἀργότερα στενοχώριες. Βλέπω πὼς ὅσα παιδιὰ χρωστοῦν μαθήματα κατὰ τὴν διάρκεια τῶν σπουδῶν τους, ὅταν τελειώσουν καὶ διορισθοῦν, πάλι χρωστοῦν στὸν ἕναν, στὸν ἄλλον, καὶ ἔχουν ὅλο προβλήματα.
✶✶✶
– Γέροντα, ἂν ἕνας νέος ἔχη κάποια ἐνδιαφέρουσα γνωριμία κατὰ τὴν διάρκεια τῶν σπουδῶν του, συμφέρει νὰ δημιουργήση οἰκογένεια, ἐνῶ ἀκόμη σπουδάζει;
– Νομίζω, ὅσο καλὴ καὶ ἂν εἶναι ἡ γνωριμία, θὰ εἶναι εἰς βάρος τῶν σπουδῶν του. Ἀκόμη κι ἂν βρῆ τὴν καλύτερη σύντροφο καὶ παντρευτῆ, θὰ εἶναι μιὰ ταλαιπωρία καὶ γιὰ τὴν γυναίκα του καὶ γιὰ τὰ παιδιά του.
Καλύτερα ἂς συγκεντρώση ὅλες τὶς ψυχικὲς καὶ σωματικές του δυνάμεις στὴν ἐπιστήμη του, γιὰ νὰ τελειώση ξεκούραστα τὶς σπουδές του, καὶ ὕστερα τακτοποιεῖ αὐτὸ τὸ θέμα. Γιατί, ἂν ἔχη τὶς δυνάμεις του σκορπισμένες, θὰ εἶναι συνέχεια ψυχικὰ καὶ σωματικὰ τσακισμένος.
__________________________
[1] Τὸ 1966 ὁ Γέροντας ἔκανε στὸ Σανατόριο ἐγχείρηση στοὺς πνεύμονες, γιατὶ ἔπασχε ἀπὸ βρογχεκτασία.
Ἀπὸ τὸ βιβλίο Γέροντος Παϊσίου Ἁγιορείτου ΛΟΓΟΙ Δ’ «Οἰκογενειακὴ ζωή»