Οι σχέσεις μας με τους άλλους χριστιανούς έχουν περάσει από διάφορες φάσεις. Σήμερα διακρίνονται δύο τοποθετήσεις: Την πρώτη εκπροσωπεί μία νοοτροπία κλειστή, καχυποψίας για τους άλλους, η οποία συχνά ανατρέχει στο παρελθόν με αρνητικά ιδεολογήματα και επισημαίνει κινδύνους από τις επαφές με τις άλλες χριστιανικές ομολογίες.
Τη δεύτερη εκφράζουν όσοι πιστεύουν στην προσέγγιση και συνεργασία των χριστιανών. Συνήθως οι πρώτοι θέτουν το ερώτημα: ” Και τί έχουμε να πάρουμε από τη Δύση;”. Οι δεύτεροι τονίζουν ότι η ορθή τοποθέτηση είναι: “Τί μπορούμε εμείς να προσφέρουμε; Και ασφαλώς, πολλά έχουμε να μοιρασθούμε από κοινού”.
Κάτι αυτονόητο, που όμως εύκολα παραθεωρούν αρκετοί Ορθόδοξοι, είναι ότι οι άλλοι Ευρωπαίοι δεν επέλεξαν, με διάθεση να προσχωρήσουν σε αίρεση, την χριστιανική ομολογία στην οποία σήμερα ανήκουν, αλλά γεννήθηκαν σε χώρα στην οποία επί αιώνες η ομολογία αυτή επικρατεί.
π.χ, ο Νορβηγός στη Λουθηρανική Εκκλησία, ο Σκωτσέζος στην Πρεσβυτεριανή.
Πώς τους κρίνουμε, επειδή δεν είναι Ορθόδοξοι;
Οι υπερσυντηρητικοί υποστηρίζουν ότι οι επαφές μας με τους ετεροδόξους απειλούν να αλλοτριώσουν το Ορθόδοξο φρόνημα και ήθος και ότι η συμμετοχή μας στην Οικουμενική κίνηση-την οποία άκριτα χαρακτηρίζουν ως “παναίρεση”- είναι προδοσία της Ορθοδοξίας.
Δεν δυσκολεύονται μάλιστα να βάλουν στους αντιφρονούντες ετικέτες, όπως “αιρετικοί”, “οικουμενιστές” (άγνωστη λέξη στο ελληνικό λεξιλογιο, που γνωρίζει από αιώνες μόνον το “οικουμένη” “οικουμενικός”).
Πολλοί όμως πιστεύουμε ότι είναι χρέος μας να συμμετέχουμε στους κοινούς προβληματισμούς προσφέροντας την Ορθόδοξη μαρτυρία. Τη γραμμή αυτή έχουν υιοθετήσει από ετών οι σύνοδοι των Αυτοκεφάλων Ορθοδόξων Εκκλησιών.
Υπενθυμίζω και τις πρόσφατες διακηρύξεις στην Κων/λη από τον Οικουμενικό Πατριάρχη κ. Βαρθολομαίο και τον παπα Βενέδικτο ΙΣΤ΄.
Το βασικό ερώτημα είναι, ποιός τελικά αποφασίζει στην Ορθόδοξη Εκκλησία για το εκάστοτε πρακτέο και για το τί είναι αιρετικό; Ο άλφα ή βήτα ευσεβής μοναχός η κληρικός; Διότι τάχα αυτός αυτεπάγγελτα “εκπροσωπεί” τον λαό, χωρίς μάλιστα να τον ρωτά.
Μήπως έτσι κινδυνεύουμε να διολισθήσουμε σε έναν τύπο “πρεσβυτεριανής Ορθοδοξίας”; Αλλά ένα τέτοιο είδος δεν το γνωρίζει η Ορθόδοξη παράδοση. Η Σύνοδος των Επισκόπων έχει την ευθύνη να λαμβάνει αποφάσεις στα κρίσιμα θέματα και να καθορίζει την εκάστοτε Ορθόδοξη στάση.
Προφανώς υπάρχουν πολλά προβλήματα -θεολογικά, εκκλησιαστικά, εκκλησιολογικά, πρακτικά-, τα οποία χωρίζουν τους χριστιανούς της Ευρώπης. Θα χρειασθεί ασφαλώς υπεύθυνη και συστηματική συζήτηση επί διαφόρων θεμάτων.
Κανείς από όσους μετέχουμε στις διαχριστιανικές σχέσεις δεν είναι διατεθειμένος να αρνηθεί την Ορθόδοξη ταυτότητά του ή να κάνει συμβιβασμούς στην πίστη του προδίδοντας την Ορθόδοξη παράδοση.
Άλλωστε, η ουσιαστική συμβολή μας δεν είναι ο συμβιβασμός ή η σιωπή, αλλά η σοβαρή κριτική σκέψη, η προσφορά του θησαυρού της Ορθόδοξης παραδόσεως και θεολογίας, που συνδέει οργανικά το σήμερα με την αποστολική εποχή.
Γενικά, πάντως, θα ήταν τραγικό, ενώ οι πολιτικές, επιστημονικές, πολιτιστικές, οικονομικές δυνάμεις προωθούν την ενότητα των πολιτών της Ευρώπης, στηρίζοντας έτσι την ειρήνη και την ασφάλεια της ηπείρου, οι Ορθόδοξες Εκκλησίες να επιχειρήσουν να υψώσουν παραπετάσματα ανάμεσά τους. Κάτι χειρότερο: θα ήταν σκάνδαλο.
Αρχιεπίσκοπος Αλβανίας Αναστάσιος