Ηκμασε στους χρόνους των Ονορίου και Αρκαδίου (περί το 395). Καταγόταν από την περσική πόλη Βαθλαβά, από χριστιανική οικογένεια. Λόγω των φιλικών σχέσεων που είχε με τον βασιλιά των Περσών Ισδιγέρδη, αρνήθηκε την προγονική του θρησκεία προκειμένου να τον κολακεύσει και λάτρευσε το πυρ και τον ήλιο. Όταν πληροφορήθηκαν αυτό η μητέρα του και η σύζυγός του διαμήνυσαν ότι αποκηρύσσουν την οικογενειακή συγγένεια με το πρόσωπό του, γιατί κηλίδωσε και ντρόπιασε το όνομα της οικογένειας. Ο Ιάκωβος κλονίσθηκε από αυτήν την αντίδραση και μετανόησε ειλικρινά. Προσήλθε στο βασιλιά και του κοινοποίησε την απόφασή του ότι επέστρεψε και πάλι στην πατρώα θρησκεία του. Ο βασιλιάς εξοργίσθηκε και διέταξε τη θανάτωσή του με τον σκληρότερο τρόπο. Ακρωτηρίασαν όλα τα μέλη του σώματός του και στο τέλος τον αποκεφάλισαν.