«Ὑπήντησαν αὐτῷ δύο δαιμονιζόμενοι ἐκ τῶν μνημείων ἐξερχόμενοι, χαλεποὶ λίαν»
(Ματθ. 8,28)
ΑΚΟΥΣΑΤΕ, ἀγαπητοί μου, τὸ ἅγιο εὐαγγέλιο. Τί εἶνε τὸ εὐαγγέλιο σήμερα; Εἶνε μία φωτογραφία τῆς συγχρόνου κοινωνίας. Ἀλλὰ πῶς εἶνε φωτογραφία τῆς κοινωνίας μας; Αὐτὸ θὰ προσπαθήσω νὰ ἐξηγήσω.
Στοὺς Ἁγίους Τόπους ὑπάρχει μία λίμνη ποὺ λέγεται Γεννησαρέτ. Σὲ ἕνα χωριὸ πρὸς τὴν ἀνατολικὴ πλευρὰ τῆς λίμνης ζούσανε δύο νέοι ἐργατικοί, ποὺ ἦταν ἡ χαρὰ τῶν γονέων τους. Ἀλλὰ αφνης συνέβη κάτι τρομερό. Μέσα στὴν ὕπαρξί τους μπῆκαν δαιμόνια. Ἂς μὴν τὸ πιστεύουν οἱ ἄπιστοι, ἐμεῖς τὸ πιστεύουμε. Ὅσο εἶνε βέβαιο ὅτι ὑπάρχει νύχτα, τόσο βέβαιο εἶνε καὶ ὅτι ὑπάρχουν δαίμονες καὶ δαιμονιζόμενοι. Ἀπὸ τὴν ὥρα λοιπὸν ποὺ μπῆκαν τὰ δαιμόνια, τὰ δύο αὐτὰ παιδιὰ ἄλλαξαν τελείως χαρακτῆρα. Δὲν ἐξουσίαζαν πλέον τὸν ἑαυτό τους, ἔχασαν τὸν ἔλεγχό τους.
Ὅ,τι ἐσκέπτοντο, ὅ,τι αἰσθάνοντο, ὅ, τι ἐνεργοῦσαν, δὲν ἦταν δικό τους. Ἔκαναν τώρα παράξενα πράγματα. Πέταξαν ὅλα τὰ ροῦχα τους καὶ τελείως γυμνοὶ γύριζαν ἀδιάντροπα. Οἱ δικοί τους προσπαθοῦσαν νὰ τοὺς πιάσουν, νὰ τοὺς δέσουν, νὰ τοὺς ντύσουν. Ἀλλ᾿ αὐτοὶ εἶχαν ἀποκτήσει τεραστία δαιμονικὴ δύναμι καί, ἐνῷ τοὺς δένανε μὲ ἁλυσίδες, αὐτοὶ ἔσπαζαν τὶς ἁλυσίδες σὰν κλωστές. Κι ὅταν βράδιαζε καὶ βγαίνανε τὰ ἄστρα, δὲν πήγαιναν στὸ σπίτι νὰ κοιμηθοῦνε· πήγαιναν στὰ μνήματα, καὶ ὅλη νύχτα μένανε ἐκεῖ. Φόβος καὶ τρόμος εἶχαν καταντήσει· κανείς δὲν τολμοῦσε νὰ περάσῃ ἀπὸ τὸ μέρος ἐκεῖνο.
Οἱ δαιμονιζόμενοι αὐτοὶ δὲν πῆγαν στὸ Χριστό· πῆγε ὁ Χριστὸς στοὺς δαιμονιζομένους, καὶ εἶνε αὐτὸ ἄξιο παρατηρήσεως. Κι ὅταν ὁ Χριστὸς πῆγε κοντά τους, τρόμαξαν. Κατάλαβαν, ὅτι μέσα σ᾿ ἐκεῖνον κατοικεῖ μεγάλη δύναμις. Κι ὅπως τρέμουν τὰ φύλλα ὅταν φυσάει ὁ ἄνεμος, ἔτσι σείσθηκαν κι αὐτοὶ καὶ εἶπαν· «Γιατί ἦρθες νὰ μᾶς βασανίσῃς;» (Ματθ. 8,29). Τέλος ὁ Χριστὸς διέταξε καὶ ἔφυγαν τὰ δαιμόνια καὶ οἱ δύο νέοι ἀπηλλάγησαν.
* * *
Αὐτοὶ εἶνε οἱ δαιμονιζόμενοι τοῦ σημερινοῦ εὐαγγελίου, ποὺ χωρὶς ὑπερβολὴ εἶνε μιὰ φωτογραφία τῆς σημερινῆς κοινωνίας. Διότι καὶ ἡ κοινωνία μας δίδει ἀκριβῶς εἰκόνα δαιμονιζομένων. Ὀνομάζεται χριστιανικὴ κοινωνία, ἀλλὰ κυριαρχεῖται ἀπὸ δαιμόνια. Ὅταν ὁ Χριστὸς ρώτησε στὸ μέρος ἐκεῖνο κάποιον ἄλλο δαιμονιζόμενο, Ποιό εἶνε τὸ ὄνομά σου; ὁ δαίμονας ποὺ ἤτανε μέσα του ἀπήντησε· «Λεγεών» (Μᾶρκ. 5,9· Λουκ. 8,30). Ἡ δὲ λεγεὼν ἦτο σῶμα στρατοῦ ἀπὸ ἕξι χιλιάδες ἄνδρες, ὅπως σήμερα ἡ μεραρχία. «Λεγεὼν» λοιπὸν σήμαινε, πλῆθος δαιμονίων.
Ἕνας διάσημος συγγραφεύς, ὁ Ῥῶσος Ντοστογιέφσκυ, προφήτευσε ὅτι θὰ ἔρθῃ μιὰ δαιμονικὴ ἐποχή. Ἔγραψε ἕνα σπουδαῖο βιβλίο μὲ τίτλο «Οἱ δαιμονισμένοι»· συνιστῶ στοὺς νεωτέρους νὰ τὸ διαβάσουν. Ἐκεῖ περιγράφει ὅλους μὲ διαφόρους χαρακτηρισμούς.
Κ᾿ ἐμεῖς, ἀδελφοί μου, ἂν ἀνοίξουμε τὴν καρδιά μας, θὰ δοῦμε ὅτι δὲν κατοικεῖ ἐκεῖ ὁ Χριστός· στὰ χείλη ἔχουμε τὸ Χριστό, ἀλλὰ στὴν καρδιὰ ὑπάρχουν δαιμόνια, ποὺ εἶνε λεγεών. Ὁ ἕνας ἔχει τὸ δαιμόνιο τῆς ἀπιστίας καὶ ἀθεΐας, ὁ ἄλλος ἔχει τὸ δαιμόνιο τῆς ὑποκρισίας καὶ τοῦ φαρισαϊσμοῦ, ὁ ἄλλος ἔχει τὸ δαιμόνιο τῆς λαιμαργίας καὶ τῆς μέθης, ὁ ἄλλος ἔχει τὸ δαιμόνιο τῆς ἀκολασίας, τοῦ σεξουαλισμοῦ, τοῦ γυμνισμοῦ, τῆς πορνείας καὶ τῆς μοιχείας, ὁ ἄλλος τὸ δαιμόνιο τῆς φυγῆς καὶ τῆς ἀσωτίας, ὁ ἄλλος τὸ δαιμόνιο τοῦ θυμοῦ καὶ τῆς ὀργῆς, ἄλλος τὸ δαιμόνιο τοῦ φθόνου καὶ τῆς κακίας, ἄλλος τὸ δαιμόνιο τῆς ἀδικίας, τῆς φιλαργυρίας καὶ πλεονεξίας, ἢ τῶν ἄλλων κακιῶν.
Ἡ κοινωνία μας σήμερα κυβερνᾶται ὄχι ἀπὸ τὸ Χριστὸ ἀλλ᾿ ἀπὸ τὸ σατανᾶ. Εἶνε σανατοκρατουμένη. Καὶ τὰ δαιμόνια δημιουργοῦν μεγάλη σύγχυσι. Ποιό πρῶτο καὶ ποιό δεύτερο ἀπὸ τὰ δαιμόνια ποὺ ταλαιπωροῦν τὴ σύγχρονη ἀνθρωπότητα ν᾿ ἀναφέρουμε;
Δαιμόνια πειράζουν τὴ νεολαία. Βλέπεις τὰ παιδιὰ καὶ δὲ᾿ μένουν πλέον μέσ᾿ στὸ σπίτι. Φεύγουν, γυρίζουν δεξιὰ κι ἀριστερά, κ᾿ ἐκεῖ τὰ κυκλώνουν ποικίλοι πειρασμοί. Οἱ δυστυχισμένοι γονεῖς ὑποφέρουν. Ἦρθε κάποτε στὴ μητρόπολι ἕνας ἄνθρωπος μὲ σπασμένο τὸ κεφάλι. Εἶχε ἕνα παιδὶ φοιτητὴ νομικῆς, κι ὅταν αὐτὸς ἦρθε στοὺς γονεῖς του τὴν πρώτη νύχτα δὲν ἔμεινε στὸ σπίτι. Πῆγε σ᾿ ἕνα κέντρο. Οἱ γονεῖς τὸν περίμεναν. Ἔφτασε τὶς πρωϊνὲς ὧρες μεθυσμένος. Κι ὅταν ὁ πατέρας τόλμησε νὰ τοῦ κάνῃ μιὰ παρατήρησι, αὐτὸς ἀγριεμένος σὰν θηρίο, σὰν δαιμονισμένος, τοῦ ᾿σπασε τὸ κεφάλι.
Ἄλλα δαιμόνια ποὺ πειράζουν τοὺς νέους εἶνε τὰ δαιμόνια τῆς διασκεδάσεως, τῆς ἀκολασίας καὶ τῆς διαφθορᾶς. Καὶ μόνο τοὺς νέους; ὅλη τὴν κοινωνία. Τὰ ἁμαρτωλὰ κέντρα σήμερα γέμισαν τὸν κόσμο. Μόλις βραδιάζει, τὰ δαιμόνια τῆς σαρκός, τῆς ἡδονῆς, τοῦ ἀλκοολισμοῦ, τῆς μέθης, τῶν ναρκωτικῶν, τῆς ταχύτητος κ.τ.λ. σπρώχνουν ὅλους νὰ φύγουν ἀπὸ τὸ σπίτι καὶ πηγαίνουν στὰ «μνήματα», ὅπως ἐκεῖνοι οἱ δαιμονιζόμενοι. «Μνήματα» εἶνε οἱ ντισκοτέκς, τὰ κακόφημα σπίτια καὶ ἄλλα κέντρα, ὅπου κάνουν συντροφιὰ μὲ τοὺς δαίμονες― ἀθλία κατάστασι―, καὶ τὶς πρωϊνὲς ὧρες γυρίζουν ῥάκος.
Ἄλλα δαιμόνια ἡ πλεονεξία καὶ τὸ ἄνομο κέρδος. Ὅλοι σήμερα ἔγιναν «ποσα-παίρνηδες». Παίρνεις πολλά; ἔχεις ἀξία. Δὲν παίρνεις πολλά; δὲν ἀξίζεις τίποτα. Στὴν περιφέρειά μας ἕνα τίμιο πτωχαδάκι, βοσκὸς στὴν Πρέσπα, ἀγάπησε μιὰ κοπέλλα. Ἀλλὰ τὶς παραμονὲς τοῦ γάμου, νά καὶ ἦρθε ἕνας Ἀμερικᾶνος ἀπὸ τὸ Σικάγο (μὲ δαχτυλίδια, μὲ αὐτοκίνητα, μὲ τοῦτα μὲ τ᾿ ἄλλα) καὶ τὴ ζήτησε. Καὶ ὁ πατέρας της ἀλλὰ καὶ ἡ ἴδια ἀρνηθήκανε τὸ παιδὶ αὐτὸ καὶ προτιμήσανε τὸν Ἀμερικᾶνο. Πῆγε ν᾿ ἀπελπιστῇ ὁ καημένος ὁ βοσκός. Κάλεσα τὸν πατέρα τῆς νύφης. ―Τί εἶνε αὐτὰ ποὺ κάνεις; λέω· δὲν εἶνε σωστό.
Αὐτὸς ὁ βοσκὸς, ποὺ πιστεύει στὸ Θεὸ καὶ κάνει τὴν προσευχή του, εἶνε ἀνώτερος ἀπὸ κάθε ἄλλον. ―Ὄχι, λέει· ἐγὼ βρῆκα τὸ τυχερό μου· τώρα τί μοῦ λὲς ἐσύ, παπᾶ;… Αὐτὸς εἶχε τὸ δαιμόνιο τῆς φιλαργυρίας, τὸ δαιμόνιο τῶν τριάκοντα ἀργυρίων. Ἔτσι ἡ κόρη πῆρε τὸν Ἀμερικᾶνο. Ὁ βοσκὸς ὁ ταλαίπωρος, φιλότιμος καὶ αἰσθηματίας, ἦρθε στὴ μητρόπολι καὶ ἤθελε ν᾿ αὐτοκτονήσῃ. ―Εἶσαι ἀνόητος, τοῦ λέω. Νὰ πᾷς ν᾿ ἀνάψῃς μιὰ λαμπάδα καὶ νὰ πῇς «Δόξα σοι, ὁ Θεός». Διότι σώθηκες ἀπὸ μιὰ γυναῖκα ποὺ δὲν ἀγαπάει τὸ Χριστὸ ἀλλὰ ἀγαπάει τὸ χρυσό. Γυναῖκες, λέω, ὑπάρχουν κι ἄλλες. Καὶ τὸν ἀνέπαυσε αὐτό. Μετὰ ἀπὸ μερικοὺς μῆνες ἔρχεται τηλεγράφημα ἀπὸ τὸ Σικάγο στὸν πατέρα· «Πατέρα, ἔλα νὰ μὲ πάρῃς!». Τί ἀπεδείχθη· ὁ Ἀμερικᾶνος ἦταν γκάγκστερ, καὶ τὴ νύχτα πῆγε νὰ τὴν πνίξῃ!
Θὰ τελειώσω μ᾿ ἕνα ἄλλο φρικτὸ δαιμόνιο. Ἂν σᾶς ρωτήσω, Πόσα παιδιὰ ἔχετε; οἱ περισσότεροι θ᾿ ἀπαντήσετε· Δύο. Αὐτὸ εἶνε μιὰ δαιμονικὴ κατάστασι, μιὰ κατάρα. Ἡ μεγαλύτερη ἁμαρτία εἶνε ἡ ἀποφυγὴ τῆς τεκνογονίας. Τὸ 1912, ποὺ ἐλευθερώθηκε ἡ Μακεδονία μας, ἕνας Ἕλληνας πέθαινε – ὀχτὼ γεννιόντανε. Πτωχαδάκια εὐλογημένα, πιστεύανε στὸ Χριστό, γεννούσανε παιδιὰ καὶ τὰ ἐμπιστεύονταν στὸ Θεό. Καὶ ὁ Θεός, ποὺ τρέφει τὰ κοράκια τ᾿ οὐρανοῦ, ἔτρεφε τὰ παιδιὰ αὐτά. Καὶ βγαίνανε ἥρωες, μεγάλοι ἄνθρωποι. Ἀπὸ ᾿κεῖ τώρα ποῦ πέσαμε;
Σήμερα ἕνας Ἕλληνας πεθαίνει – μισός γεννιέται. Σβήνει τὸ ἔθνος μας. Ἐνῷ στὴν Τουρκία ἕνας Τοῦρκος πεθαίνει – δέκα γεννιοῦνται. Εμεθα δολοφόνοι. 400.000 ἀθῷα παιδιὰ σκοτώνουν μέσ᾿ στὶς κοιλιὲς οἱ γονεῖς. Εἶνε δαιμονισμένοι! γυναίκα καὶ ἄντρας ποὺ πετοῦν τὸ παιδί τους εἶνε δαιμονισμένοι.
* * *
Τί πρέπει νὰ γίνῃ; Ν᾿ ἀπελπιστοῦμε; Ὄχι. Ὑπάρχει, δόξα τῷ Θεῷ, ἐλπίδα. Ποιά εἶνε ἡ ἐλπίδα μας; Οὔτε Δύσις, οὔτε Ἀνατολή, οὔτε ἀλλαγὴ καθεστῶτος καὶ κυβερνήσεως. Μιὰ εἶνε ἡ ἐλπίδα· αὐτὸ ποὺ λέει σήμερα τὸ εὐαγγέλιο. Πῶς θὰ σωθοῦμε; Ἐὰν πιστέψουμε καὶ πᾶμε κοντὰ στὸ Χριστό. Πῶς θὰ σωθοῦμε; Ἐὰν μετανοήσουμε. Τότε καὶ στὴν Ἑλλάδα καὶ στὸν κόσμο θὰ ξημερώσουν καλύτερες ἡμέρες. Διαφορετικά, προβλέπω μεγάλη συμφορὰ στὴν ἀνθρωπότητα. Καὶ τὸ ἱστορικό μας ἔθνος, ποὺ ἔχει 5.000 χρόνια ζωή, θὰ σβήσῃ ἀπὸ τὸ χάρτη, κ᾿ ἐμεῖς θὰ εἴμεθα οἱ νεκροθάφται του.
Ἂς μᾶς θυμηθοῦν οἱ ἅγιοι καὶ ἡ Παναγιά, ὥστε ἡ Ἑλλάς μας νὰ ἐπανέλθῃ στὴν τροχιά της, καὶ παῖδες Ἑλλήνων νὰ ὑμνοῦν καὶ νὰ δοξολογοῦν τὸν Κύριον ἡμῶν Ἰησοῦν Χριστόν.
† ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος
Ἀπομαγνητοφωνημένη ὁμιλία, ἡ ὁποία ἔγινε στὸν ἱ. ναὸ Ἁγίου Προκοπίου Κλαδορράχης – Φλωρίνης τὴν 8-7-1990.