Όταν με γέννησε πρώτον, δεν έκανε αυτό που έκαναν οι άλλες γυναίκες, να χρησιμοποιήσει δηλαδή, όπως συνήθιζαν εκείνες να χρησιμοποιούν, με δαιμονική παρακίνηση, μαντείες και φυλαχτά και κάποιες άλλες μαγγανείες στα καροτσάκια και τα υπνοδωμάτια, και να κρεμούν γύρω από το λαιμό τους κοσμήματα και φυλακτά (χαϊμαλιά), αλλά θεωρούσε επαρκές να μας περιτειχίζει μόνο με τη σφραγίδα του ζωοποιού σταυρού, προβάλλοντας αυτόν αντί για κάποιο όπλο και ασπίδα που είναι ανίκανα για τη φύλαξή μας.
Γι’ αυτό, ενώ όλες οι άλλες γυναίκες προσκυνούσαν και πήγαιναν, μόλις εμφανιζόταν το παιδί, στην αυτοδίδακτη μυσταγωγό και δασκάλα όλων αυτών, μόνο η δική μας μητέρα δεν ανεχόταν ούτε το κεφάλι της να γείρει ποτέ, ούτε να προσφύγει σ’ αυτήν, ούτε να πάρει μέρος σε γοητείες, αν και πολλές φορές την απειλούσαν εκείνοι που τα τελούσαν.
…
Θα προσθέσω όμως αυτό που δεν είναι σωστό να παραλείψω, ότι δηλαδή κάθε φορά που τα παιδιά κοιμόντουσαν, δεν πήγαινε να ξαπλώσει αυτή, αν φεύγοντας δεν σταύρωνε τα μέλη τους με το σημείο του σταυρού.
Και επίσης, όταν σηκωνόμασταν, αφού μας τσιμπούσε και μας ξυπνούσε, μας προέτρεπε να προσευχηθούμε, ώστε όχι μόνο εκείνη, αλλά και τα παιδιά της να ασκούνται στο να λατρεύουν τον Θεό.
(ΕΠΕ Φιλοκαλία τόμος 1,279,283)