Ένας σκητιώτης με μεγάλη επίδοση στην πρακτική χριστιανική ζωή, απλοϊκός στην πίστη, έπεφτε σε σφάλματα λόγω της αγραμματοσύνης του. Έλεγε: «Ο άρτος που παίρνουμε με την Θεία Κοινωνία δεν είναι αληθινά σώμα Χριστού, αλλά ομοίωμα».

Δύο γέροντες άκουσαν ότι λέει αυτά τα λόγια και επειδή από τον τρόπο της ζωής του γνώριζαν ότι αυτός ήταν μεγάλος, σκέφτηκαν ότι από ακακία και αφελότητα μιλάει έτσι. Ήρθαν λοιπόν και του λένε: (…)

«Ας κάνουμε προσευχή στον Θεό αυτήν την εβδομάδα γι’ αυτό το μυστήριο της πίστεώς μας και έχουμε πεποίθηση ότι ο Θεός θα μας φανερώσει την αλήθεια».

Ο Γέροντας δέχτηκε με χαρά αυτή την πρόταση και προσευχόταν στον Θεό με τα λόγια: «Κύριε, Εσύ γνωρίζεις ότι δεν απιστώ κινούμενος από κακία, αλλά για να μην πλανηθώ από άγνοια. Φανέρωσέ μου την αλήθεια , Κύριε, Ιησού Χριστέ».

Οι Γέροντες γύρισαν στα κελλιά τους και παρακαλούσαν κι αυτοί τον Θεό με την προσευχή. […] Και ο Θεός άκουσε και τους δύο.

Όταν συμπληρώθηκε η εβδομάδα , ήρθαν στην εκκλησία την Κυριακή. Κάθισαν μόνοι οι τρεις σε ένα μιντέρι- στη μέση ήταν ο Γέροντας. Ανοίχτηκαν από τη Θεία Χάρη τα μάτια τους και όταν τοποθετήθηκε ο άρτος στην αγία Τράπεζα φάνηκε- στους τρεις μόνο- σαν ένα μικρό παιδί.

Μόλις ο ιερέας άπλωσε τα χέρια του να τεμαχίσει σε κομμάτια τον άρτο, να, άγγελος Κυρίου κατέβηκε από τον ουρανό κρατώντας μαχαίρι, θυσίασε το παιδί και άδειασε το αίμα του στο ποτήριο. […]

Όταν προχώρησαν να λάβουν από τα άγια μυστήρια δόθηκε –μόνο στον Γέροντα – κρέας ματωμένο. Εκείνος, όταν το είδε φοβήθηκε και φώναξε: «Πιστεύω, Κύριε, ότι ο άρτος είναι σώμα σου και το ποτήριο αίμα σου».

Αμέσως το κρέας που ήταν στο χέρι του έγινε άρτος, σύμφωνα με το μυστήριο. Έπειτα μετέλαβε, ευχαριστώντας τον Θεό ( Σημείωση: η αρχαία τάξη της Εκκλησίας έδινε χωριστά το Σώμα και χωριστά το Αίμα στους πιστούς – σήμερα αυτό γίνεται μόνο στη λειτουργία του αποστόλου Ιακώβου.

Ο πιστός, παίρνοντας το Σώμα του Χριστού στην παλάμη του, έλεγε «Αμήν» και το έβαζε στο στόμα. Έπειτα ακολουθούσε η μετάληψη του Τιμίου Αίματος).

Του λένε οι Γέροντες: «Ο Θεός ξέρει ότι η ανθρώπινη φύση δεν μπορεί να γευθεί ωμό κρέας. Γι’ αυτό μετέβαλε το σώμα Του σε άρτο και το Αίμα Του σε οίνο γι’ αυτούς που το δέχονται με πίστη».

Έπειτα ευχαρίστησαν τον Θεό για τον Γέροντα, γιατί δεν επέτρεψε να χαθούν οι κόποι του, και έφυγαν χαρούμενοι οι τρεις τους για τα κελλιά τους.

Πηγή: Το Μέγα Γεροντικόν, τ. 4, κεφ. ΙΗ΄, 6, Θεσσαλονίκη, Ι.Μ. Γενεσίου της Θεοτόκου, 1999 )

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ