OLYMPUS DIGITAL CAMERA

Ὁ Χριστός ἀπάντησε στόν ἀρχισυνάγωγο: «Πᾶμε». Καί πῆραν τόν δρόμο γιά τό σπίτι του. Ἐκεῖ πού πήγαιναν, μαζεύτηκε τριγύρω κόσμος πολύς καί τόν συνέθλιβαν. Ἔπεφταν πάνω του καί τόν στρίμωγναν.

Ὅπως τυχαίνει καμιά φορά νά περπατᾶμε στό δρόμο καί νά εἶναι τόσος κόσμος πού νά μᾶς στριμώγνουν, νά μήν μποροῦμε νά ἀναπνεύσομε.

Ἀνάμεσα στό πλῆθος, ἦταν μιά γυναίκα ἄρρωστη. Ἔπασχε δώδεκα χρόνια ἀπό ἀσθένεια ἀνίατη. Εἶχε καταδαπανήσει τά πάντα στούς γιατρούς, δέν τῆς εἶχε μείνει τίποτε, ἐκτός ἀπό τήν ἀρρώστια της.

Καί ἀκούγοντας καί ξέροντας γιά τόν Χριστό, τί εἶναι καί τί ἔκανε, ἔκανε τήν σκέψη: «Αὐτοῦ, ἀρκεῖ νά πάω νά πιάσω τό ροῦχο του, ἴσα νά τό ψηλαφήσω, νά ἀκουμπήσουν τά δάχτυλά μου πάνω στό ροῦχο του καί θά γίνω καλά. Γιατί τί νά τοῦ πῶ; Πῶς νά τό πῶ μπροστά στόν κόσμο αὐτό πού μοῦ συμβαίνει;».

Πῆγε λοιπόν ἡ γυναίκα αὐτή πίσω ἀπό τόν Χριστό καί ἀκούμπησε τό ροῦχο του στήν ἄκρη. Καί ἀκουμπώντας τό ροῦχο του κατάλαβε ὅτι κάτι σταμάτησε. Ὅτι ἔφυγε ἀπό πάνω της ἡ ἀρρώστια. Ἀπό ποῦ τό κατάλαβε; Ἀφοῦ ἔτρεχε τό αἷμα συνεχῶς καί πονοῦσε. Καί τώρα σταμάτησε τό αἷμα καί ἔπαυσε νά πονάει.

Ἀλλά ἐνῶ αὐτή αἰσθανόταν μεγάλη χαρά πού ἔγινε καλά, ἄκουσε τόν Χριστό νά φωνάζει:

-Κάποιος μέ ἀκούμπησε. Κάποιος μέ ἀκούμπησε.

Τοῦ λέει ὁ Πέτρος:

-Χριστέ μου, τί λόγια εἶναι αὐτά; Ὁ κόσμος πέφτει ἐπάνω σου, καί λέμε νά σέ γλυτώσουμε, νά μήν σέ λειώσουν. «Συνθλίβουσί σε». Λές καί εἴμαστε σέ λιοτριβιό. Πού βάζουν τίς ἐληές καί τίς κάνουν λειώμα. Ἔτσι προσπαθοῦμε νά σέ προστατεύσουμε, νά μήν σέ λειώσουν. Καί λές ἐσύ, κάποιος μ’ ἀκούμπησε; Εἶπε ὁ Χριστός:

-Κάποιος μέ ἀκούμπησε. Διαφορετικά μέ ἀκούμπησε. Ἠθελημένα καί μέ σκοπιμότητα μέ ἀκούμπησε.

Κατάλαβε ἡ γυναίκα. Καί ἦλθε μπροστά καί στάθηκε γονατιστή στά πόδια του ἡ αἱμορροοῦσα. Δώδεκα χρόνια αἱμορροοῦσα πού δαπάνησε ὅλα της τά ὑπάρχοντα στούς γιατρούς, χωρίς νά ὠφεληθεῖ καθόλου. Ἦλθε ἔπεσε μπροστά του γονατιστή καί τοῦ εἶπε ὅλη τήν ἀλήθεια. Τότε ὁ Χριστός τῆς εἶπε:

-Θάρσει, ἔχε θάρρος. Μή φοβᾶσαι. Ἡ πίστη σου σέσωκέ σε.

Τί σημαίνουν αὐτά τά λόγια; Σημαίνουν· «καλά περπατᾶς παιδί μου, στό δρόμο τοῦ Θεοῦ εἶσαι. Κράτα γερά τήν πίστη αὐτή πού ἔχεις καί θά φτάσεις στήν αἰώνια ζωή. Ὄχι ἁπλῶς στήν ὑγεία σου».

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ