Όταν αυξηθεί η χάρη του Θεού στον άνθρωπο, τότε από τον πόθο της αρετής καταφρονεί το θάνατο, και βρίσκει πολλούς λόγους, στην ψυχή του, για να υποφέρει τις θλίψεις.
Και όσα θεωρούνται βλαβερά για το σώμα, και επέρχονται ξαφνικά στην ανθρώπινη φύση, για να την κάνουν να υποφέρει, δεν τα λογαριάζει καθόλου, συγκρίνοντας τα με τα ελπιζόμενα αγαθά.
Άλλωστε, δεν είναι δυνατό να γνωρίσει την αλήθεια χωρίς τους πειρασμούς πού παραχωρεί ό Θεός. Και αυτό το ξέρει καλά.
Όταν όμως ό άνθρωπος στερηθεί πολύ τη χάρη του Θεού, τότε όλα τα λυπηρά πού αναφέραμε βρίσκονται μπροστά του, και νομίζει ότι οί ανθρώπινες γνώσεις του, με τις όποιες εξετάζει τα πράγματα, είναι ανώτερες από την πίστη στο Θεό, και ότι ή εμπιστοσύνη στο Θεό σε τίποτε δε βοηθάει, και ότι ή πρόνοια του Θεού για τον άνθρωπο είναι ανύπαρκτη. Σε όλα αυτά, είναι μέσα οί πονηροί δαίμονες, πού τον ενεδρεύουν και του ρίχνουν τα βέλη τους, χωρίς να το καταλαβαίνει.
Να επιμείνεις στην τήρηση των εντολών τον Θεού, κι ας μην έχεις αισθητή την πείρα της θείας χάρης
Εσύ να φυλάξεις τους κοινούς κανόνες της μοναχικής ζωής, για να λυτρωθείς από τις κοσμικές φροντίδες πού σε απομακρύνουν από τη θεωρία του Θεού. Εάν στο μεταξύ, προτού προλάβεις να λυτρωθείς, έρθει μέσα σου ή χάρη του Θεού, να το θεωρήσεις ότι είναι δώρο του Θεού, και όχι καρπός των κόπων σου. Αν δεν συμβεί αυτό, να ακολουθήσεις τον κοινό δρόμο όλων των ανθρώπων, τηρώντας τις εντολές του Θεού, όπως τις διδάχθηκες, και έτσι να ανεβείς ψηλά στον πνευματικό πύργο.
Αν πεθάνει ό άνθρωπος, έχοντας ζήσει με την ελπίδα να γνωρίσει αισθητώς τα μυστήρια του Θεού, και αν ακόμη δε δει αυτή τη γη της τελειότητας από κοντά, πιστεύω ότι θα κληρονομήσει τη βασιλεία του Θεού μαζί με τους αρχαίους δικαιους της Παλαιάς Διαθήκης. Αυτοί είχαν την ελπίδα να φθάσουν την τελειότητα, αλλά δεν αξιώθηκαν να τη δουν, σύμφωνα με το λόγο του αποστόλου Παύλου (Έβρ. 11, 39).
Επειδή λοιπόν εργάσθηκαν την αρετή σ’ όλη τους τη ζωή, μέχρι πού κοιμήθηκαν, θα κληρονομήσουν τη βασιλεία του Θεού. Και αν ακόμη ένας άνθρωπος δε γνώρισε αισθητώς τα μυστήρια του Θεού, παρά μόνο μέσα από καθρέφτη, και ήλπισε ότι θα τα απολαύσει από μακριά, και με αυτή την ελπίδα πέθανε, να ξέρεις ότι πήγε στον τόπο των αγίων πατέρων του. Και αν δεν αξιώθηκε σ’ αυτή τη ζωή την τέλεια χάρη του Θεού, όμως μπορούσε να αποκόψει τους πονηρούς λογισμούς, επειδή πάντοτε επικοινωνούσε μαζί της, και την είχε στη σκέψη του και την επιθυμούσε σ’ όλοι τη ζωή. Και επειδή με αυτή την ελπίδα ή καρδιά του ήταν γεμάτη από την ευσπλαχνία του Θεού φεύγει από τον κόσμο τούτο μαζί με τους δικαίους.
Ισαάκ ο Σύρος – Περί Θείας Χάριτος