Ο Χριστός μπήκε μέσα στο λερωμένο σώμα και το έκανε ολόλευκο.
Γέροντας, Ιερομόναχος, π. Γαβριήλ Διονυσιάτης.
Στην Νέα Σκήτη [του Αγίου Όρους] πάνω από τον πύργον, υπάρχει μια καλύβα επ’ ονόματι του Ευαγγελισμού της Θεοτόκου.
Εκεί πρόλαβα δύο γεροντάκια. Το τελευταίο λεγόταν Πρόδρομος. Αφού ο Γερο-Πρόδρομος έφθασε σε μεγάλην ηλικίαν, επόμενο ήταν το καλύβι του να είναι εντελώς ανεπιμέλητο. Μάλιστα στα τελευταία του, μαζεύτηκαν τόσα σκουπίδια και ακαθαρσίες στο σπίτι, που νόμιζες ότι είναι πραγματική κοπριά.
Ένας άλλος, ο ευλαβέστατος Μοναχός Χρυσόστομος, τον επεμελείτο για τ’ απαραίτητα. Μια μέρα έρχεται στον Γέροντα [π. Χαράλαμπο Διονυσιάτη]:
– Άγιε πνευματικέ, ο π. Πρόδρομος δεν είναι καλά, τρέξε να τον κοινωνήσης.
Ετοιμάζει ο Γέροντας τα θεία Μυστήρια και τρέχει αμέσως. Σε λίγη ώρα γύρισε. Όμως τον βλέπω αλλοιωμένο, να κλαίει με λυγμούς.
– Τι συμβαίνει, Γέροντα;
– Να σου πω παιδί μου. Δεν θα σου κρύψω. Μπήκα στο σπίτι του Γέρο-Πρόδρομου κρατώντας τον Χριστόν.
Μόλις είδα μέσα τόσην ακαθαρσίαν σκέφτηκα:
«Ω, Χριστέ μου. Εσύ ο μόνος Καθαρός και Ακήρατος, πού καταδέχεσαι να μπεις»!
Βλέπω τον Πρόδρομον, ολόμαυρον από μουντζούρες και ακαθαρσίες. Και πάλιν άλλη συγκίνησις.
Διακατεχόμενος απ’ αυτές τις σκέψεις και καθώς άνοιξε το στόμα του να μεταλάβη, είδα καθαρά παιδί μου, με τους οφθαλμούς της ψυχής μου, να μπαίνη μέσα σ’ εκείνο το λερωμένο σώμα ο Χριστός μας και να το κάνη ολόλευκο.
Αυτά είπε ο Γέροντας και συγκινημένος ακόμα, κλείστηκε στο δωμάτιο. Ποιος ξέρει πόσο άλλο έκλαψε ύστερα από το συγκλονιστικό βίωμα.
Από το βιβλίο του Μοναχού Ιωσήφ Διονυσιάτη «Ιερομόναχος Χαράλαμπος Διονυσιάτης, Ο διδάσκαλος της νοεράς προσευχής».