Κάλεσέ με στό θαυμαστό τραπέζι Σου, γιά νά φάγω τό πανάγιο Σῶμα Σου καί νά πιῶ τό ἄχραντον Αἷμα Σου· γιά νά γεμίσω ἀπό τό Ἅγιο Πνεῦμα Σου.
Ἅγιος Ἰγνάτιος Μπριαντσιανίνοφ (1807-1867), ἐπίσκοπος Καυκάσου καί Μαύρης Θαλάσσης:
«Κοντά στόν Σταυρό τοῦ Κυρίου, στάθηκαν ὡς προσωποποιήσεις τῆς πιό ὑψηλῆς ἀνθρώπινης ἁγνότητος, ἡ Ἀειπάρθενος Θεοτόκος καί ὁ ἠγαπημένος Μαθητής καί παρθένος Ἰωάννης ὁ Θεολόγος.
Στόν ἴδιο ὅμως τόπο καί στήν ἴδια ὥρα, στάθηκαν καί δύο προσωποποιήσεις τῆς μετανοίας· ἡ Μαρία ἡ Μαγδαληνή (ἀφ’ ἧς δαιμόνια ἑπτά ἐξεληλύθη) καί ὁ ἐκ δεξιῶν σταυρωμένος καί μετανοήσας εὐγνώμων Ληστής.
Ἄς πάρουμε, λοιπόν, θάρρος! Καί γιά μᾶς τούς ἁμαρτωλούς ὑπάρχει θέση κοντά στόν Σταυρό! Ἄς σταθοῦμε νοερῶς ἐκεῖ καί ἄς θρηνήσουμε, λέγοντας:
Κύριε, τά χέρια Σου τά ἁπλωμένα στόν Σταυρό, ἄς μέ κλείσουν, σάν τό χαμένο πρόβατο πού ξαναβρέθηκε, μέσα στήν ἀγκαλιά τῆς Θεότητός Σου! Κάλεσέ με στό θαυμαστό τραπέζι Σου, γιά νά φάγω τό πανάγιο Σῶμα Σου καί νά πιῶ τό ἄχραντον Αἷμα Σου· γιά νά γεμίσω ἀπό τό Ἅγιο Πνεῦμα Σου· γιά νά ἑνωθῶ μαζί σου στήν αἰωνιότητα.
Ἀπάλλαξέ με ἀπό τήν ἐπιφανειακή καί ψυχρή θέαση τῆς ζοφερῆς μου καταστάσεως. Μέ τέτοια ψυχρή θέαση, ζῶ σάν νά εἶμαι ἀναμάρτητος· σάν νά μήν ἔχω ἀνάγκη τήν μετάνοια. Ἀλλοίμονο, Κύριέ μου!
Ἐσύ στόν Σταυρό κι ἐγώ στήν ἄνεση καί στήν ἀπόλαυση!»