Παναγίτσα, τώρα πάω φάω και μετά πάλι έρθω προσευχή.
Είναι μερικοί γονείς που, αν μάθουν ότι το παιδί τους
θα γεννηθεί μογγολάκι, πάνε και το σκοτώνουν.
Κάνουν έκτρωση. Λες και δεν είναι άνθρωπος ή δεν
έχει ψυχή… Λες και δεν μπορεί να κερδίση τον
Παράδεισο… Και ξέρεις τί καλοσύνη έχουν τα καημένα.
Νά, ένα πού γνωρίζω κάνει και καλή προσευχή… Κάνει
και πολλές μετάνοιες… Μούσκεμα στον ίδρωτα γίνεται… Τέτοιο φιλότιμο έχει.
(θυμήθηκε κάτι και χαμογέλασε). – Μετά, όταν πεινάσει, τρίβει την κοιλίτσα του με το χέρι και λέει στην εικόνα της Παναγίας:
«Παναγίτσα, τώρα πάω φάω και μετά πάλι έρθω προσευχή».
Γέλασε χαρούμενος ο γέροντας.
– Με κομποσχοίνι, γέροντα, κάνει προσευχή;
– Ναί, και με το κομποσχοίνι…
Μετά, ξέρεις τί καλοσύνη έχει;…
Νά, μια φορά το κοροΐδευαν κάτι παιδιά στην γειτονιά
και έπιασαν να το σκουντάνε… σχεδόν το δέρναν το καημένο.
Το βλέπει ο πατέρας… ορμάει… Πιάνει ένα παλιόπαιδο και, πάνω στον θυμό του, ήταν έτοιμος να το δείρει.
Μπαίνει στη μέση το μογγολάκι, πιάνει τα χέρια του πατέρα να τον εμποδίσει, τον κοίτα στα μάτια και του λέει: «ΧΡΙΣΤΟΥΛΗΣ, ΧΡΙΣΤΟΥΛΗΣ», (δηλαδή ήθελε να πει ότι δεν μας λέει έτσι ο Χριστός)… Τον πήραν μετά τα δάκρυα τον πατέρα…
Είδες αγάπη πού είχε!!!
Δηλαδή οι άλλοι… οι «έξυπνοι», πού κάνουν ένα σωρό κακίες, είναι καλύτεροι;… Αυτό το παιδάκι, λοιπόν, έπρεπε να το σκοτώσουμε;…
– Όχι, γέροντα, αλλά… νά, είναι δύσκολα για τους γονείς.
– ΑΥΤΟΣ θα βάλη και τους γονείς του στον ΠΑΡΑΔΕΙΣΟ… Με την υπομονή πού θα κάνουν εξ αιτίας του οι γονείς θα μπουν στον Παράδεισο.
Από το βιβλίο «Ο πατήρ Παΐσιος μου είπε» Αθανάσιου Ρακόβαλη