Ὁ Κύριος συγχωρεῖ καί στηρίζει αὐτούς πού πέφτουν, πού συντρίβονται.ὄχι ἐκείνους πού δέν ἁμαρτάνουν. Διότι δέν ὑπάρχουν ἀναμάρτητοι. Ὁ ἅγιος γέροντας Πορφύριος ἔλεγε διαρκῶς : «Οἶδα, Σῶτερ, ὅτι ἄλλος ὡς ἐγώ οὐκ ἔπταισέ σοι, ουδἐ ἔπραξε τάς πράξεις ἅς ἐγώ κατειργασάμην.
Ἀλλά τοῦτο πάλιν οἶδα ὡς οὐ μέγεθος πταισμάτων, οὐχ ἁμαρτημάτων πλῆθος ὑπερβαίνει τοῦ Θεοῦ μου τήν πολλήν μακροθυμίαν καί φιλανθρωπίαν ἄκραν».
Ἡ εὐχή τῆς Θείας Μεταλήψεως ἦταν τό ἐντρύφημά του. Και πάλι λέει ὁ ψαλμωδός :«Ὑποστηρίζει Κύριος πάντας τους καταπίπτοντας καί ἀνορθοῖ πάντας τούς κατερραγμένους» (Ψλ. ρμδ΄ 14).
Ἄν ὁ Κύριος ὑποστηρίζει ὅλους αὐτούς πού ξεπέφτουν καί διασύρονται στήν κοινωνία, ἐμεῖς οἱ ἁμαρτωλοί πῶς πρέπει νά σταθοῦμε ἀπέναντί τους;
Χρειάζονται στηρίγματα γιά νά τούς συγκρατήσουμε. Μέ τήν προσευχή μας, τήν παρηγορητική νουθεσία, τήν ἐνθάρρυνση. Δυστυχῶς ἐμεῖς δέν συμπεριφερόμαστε πάντοτε ἔτσι.
Τούς κρίνουμε, τούς ἐλέγχουμε, τούς μεταδίδουμε ἀρνητική ἐνέργεια. Τούς βγάζουμε γλώσσα. Λέει πάλι ὁ ψαλμωδός: «ἀνήρ γλωσσώδης οὐ κατευθυνθήσεται ἐπί τῆς γῆς, ἄνδρα ἄδικον κακά θηρεύσει εἰς διαφθοράν» (Ψλ. ρλθ΄ 12).
Ὁ γλωσσώδης ἄνθρωπος ἀδικεῖ τόν συνάνθρωπό του, διότι δέν γνωρίζει τήν πορεία του. Αὐτόν πού σήμερα κρίνεται, αὔριο μπορεῖ νά θαυμάζεται λόγῳ τῆς μετάνοιάς του.
Ἐμεῖς δέν ἔχουμε ἀνοιχτούς ὁρίζοντες. Δέν εἴμαστε διορατικοί. Δέν ἔχουμε δικαίωμα νά χαρακτηρίζουμε τούς ἄλλους ἔτσι ἐπιπόλαια. Κινδυνεύουμε νά θηρεύσουμε διαφθορά.
Ἀγοράζουμε φθορά καί καταστροφή γιά τόν ἑαυτό μας. Κρίνοντας τόν συνάνθρωπό μας, κατακρεουργοῦμε τόν ἑαυτό μας.
Ἐμεῖς φταῖμε πού δέν ἔχουμε τή δύναμη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος νά βοηθήσουμε τόν ἀδύναμο πνευματικά. Αὐτή λοιπόν εἶναι ἡ ὀρθόδοξη τοποθέτηση. Γι’ αὐτό λένε στό μοναστήρι: «ἀεἰ μέμφεσθαι ἑαὐτόν».
Ὁ Ντοστογέφσκι γράφει στούς ἀδελφούς Καραμαζώφ: «Νά ἕνας σωτήριος λόγος. Νά θεωρεῖς τόν ἑαυτό σου ὑπεύθυνο γιά τά κρίματα τοῦ κόσμου».
Ὁ Μίσα ἕνας ἥρωας τοῦ ἔργου του πού ἔφυγε σέ νεαρή ἡλικία ἀπό τή ζωή, λίγο προτοῦ κλείσει τά μάτια τοῦ ζητοῦσε συγχώρεση καί ἀπό τά πουλάκια.
Ὁ π. Παΐσιος, εὐρισκόμενος στήν Κόνιτσα, στή Μονή Στομίου, κατέκρινε καί ἔδιωξε μία ἀνήθικη γυναίκα ἀπό τήν Ἐκκλησία τῆς Μονῆς. Τότε ἦρθε πάνω τοῦ ὅλη ἡ σαρκική ἐνέργεια τῆς γυναίκας καί τόν συντάραξε.
Στήν ἀπελπισία του, πῆρε τά βουνά καί γιά νά ἠρεμήσει χτύπησε μέ σκερπάνι τό πόδι του. Παρότι τό πλήγωσε πολύ καί ἔντονα, ὁ πειρασμός δέν ἔφευγε. Μόνο ὅταν συμπόνεσε τή γυναίκα καί ἔκανε καλό λογισμό, ἀπαλλάχθηκε ἀπό τόν πειρασμό.
Ἀν θέλουμε νά γλιτώσουμε τήν διαφθορά καί τή συντριβή, ἄς μήν φλυαροῦμε γιά κανέναν.Στόχος δέν εἶναι ἡ κρίση τοῦ ἁμαρτωλοῦ, ἀλλά ἡ σωτηρία του.
Ἀρχιμ. Ἀρσενίου Κωτσόπουλου, “Ἐκπλήξεις Χάριτος”, Ἀθήνα 2010, σελ. 535-537