Είναι σήμερα ο Θεός λιγότερο νοικοκύρης στον οίκο του απ’ ότι ήταν τον καιρό του χτισίματος των ινδικών παγόδων ή των ιερών του Νείλου ή του ναού των Ιεροσολύμων ή του θυσιαστηρίου στην Ακρόπολη;

Όχι, ο Θεός είναι νοικοκύρης στον οίκο του πάντα εξίσου, και τον καιρό που οι φιλοξενούμενοι στον οίκο του ήταν ξεμέθυστοι και με φόβο Θεού και τον καιρό που ήταν μεθυσμένοι και άθεοι.

Με την ίδια υπομονή και με ανωτερότητα παρατηρεί ο Νοικοκύρης και τους μεν και τους δε, και τον ίδιο αναπόφευκτα στέλνει τον θάνατο και στους μεν και στους δε.

Όλοι οι φιλοξενούμενοι έρχονται και παρέρχονται, ενώ ο Νοικοκύρης παραμένει. Κάθε φιλοξενούμενος τρώει την μερίδα του και φεύγει. Έρχεται ο δεύτερος, ο τρίτος, με την σειρά.

Άλλος πληρώνει την μερίδα του με εργασία, άλλος με τεμπελιά, άλλος με προσευχή, άλλος με ύβρεις, άλλος με φόβο και άλλος με ασωτία. Ο καθένας όμως πρέπει κάτι να αφήσει στον τραπέζι.

Ο Νοικοκύρης είναι ικανοποιημένος. Ότι και να του αφήσει ο καθένας. Ασταμάτητα γεμίζει το τραπέζι του και ασταμάτητα προσκαλεί και νέους καλεσμένους.

Και όλα αυτά συμβαίνουν γρήγορα σαν στρόβιλος. Άδειες μέρες πέφτουν στη μια μεριά της μηχανής, γεμάτες βγαίνουν έξω από την άλλη. Χιλιάδες κούνιες μπαίνουν από τη μία πόρτα, χιλιάδες νεκρικά κασόνια βγαίνουν από την άλλη.

Τον κλάμα της γέννας ανακατώνεται με το κλάμα του θανάτου- το γρύλισμα του χορτάτου με το κλάμα του πεινασμένου το τρέμουλο του ασθενέστερου με την γκρίνια του δυνατού.

Και όλα αυτά γεμίζουν ώρες και λεπτά. Πρέπει να γεμίσει με κάτι κάθε ώρα και κάθε λεπτό. Με οτιδήποτε. Διότι όσα μας δίνει αυτός ο κόσμος τόσα και ζητά από μας.

Όλες οι ώρες και τα λεπτά της ζωής μας φωνάζουν: «Γεμίστε μας με οτιδήποτε, εμείς φεύγουμε στην αιωνιότητα, η κοιλιά μας χωνεύει τα πάντα!».

Και στην βιασύνη παίρνουν από μας ότι και να τους προσφέρουμε: τη μορφή μας σε κάθε στιγμή ,τις σκέψεις μας το θυμό μας ή το γέλιο τις ύβρεις ή την εξομολόγηση στον Θεό, την κλοπή ή την δολοφονία.

Παίρνουν βιαστικά οι ώρες την τωρινή φωτογραφία του σώματος και της ψυχής μας και φεύγουν στην αιωνιότητα. Πετούν οι δεύτερες πίσω τους, τρέχουν οι τρίτες, πίσω από αυτές καλπάζουν οι τέταρτες, πίσω από αυτές σέρνονται οι πέμπτες.

Όλες τους δίπλα μας, γύρω από μας και μέσα από μας θα τρέξουν, και φωτογραφίζοντας την φωτογραφία μας θα χαθούν.

Και τελικά θα έρθουν και εκείνα τα τελευταία λεπτά, που θα φωτογραφίσουν τον κίτρινο και τον κρύο πρόσωπο μας, πάνω από τον όποιο θα καίει τον νεκρώσιμο κερί και γύρω από τον όποιο θα στέκουν κλαμένοι οι συγγενείς και οι φίλοι μας.

Θα μείνει μόνο η ανάμνηση μας στις ψυχές των συγγενών και των φίλων. Όμως και αυτή η ανάμνηση θα πεθαίνει βαθμιαία, κομμάτι κομμάτι, μεν τον θάνατο των συγγενών και των φίλων μας.

Θα παραμείνει ίσως ακόμα η δόξα μας, κρατική η στρατιωτική η συγγραφική. Ένα λεπτό πίσω από άλλο λεπτό θα τρέχει και θα φωτογραφίζει την μορφή αυτής της γήινης δόξας μας και θα παίρνει την φωτογραφία στην αιωνιότητα.

Και αυτής η μορφή θα είναι όλο και πιο ωχρή, ώσπου τελικά ένα λεπτό θα πάρει μαζί του και την τελευταία σκιά της δόξας μας, εντελώς σκεπασμένη από τον φως καινούργιων ήλιων.

Πιο δυνατό κυρίαρχο χρειάζεται η γη, αγαπητά αδέλφια, από όσο είναι οι άνθρωποι, που στην γη μεγαλώνουν, από την γη τρέφονται και στην γη σαπίζουν. Η γη χρειάζεται κυρίαρχο που να ξέρει τον δρόμο της και να τη οδηγεί στον δρόμο της.

Τον κυρίαρχο που μπορεί να της δώσει την βροχή και τον φως, και που μπορεί μεν την ανάσα του να ζωντανέψει την σκόνη της και να χαράξει τον δρόμο και το στόχο σε κάθε κόκκο της ζωοποιημένης σκόνης!

Η γη γνωρίζει και αναγνωρίζει τον κυρίαρχο της. Εάν το γνωρίζαμε και τον αναγνωρίζαμε εμείς οι άνθρωποι, θα είχαμε από αυτό δυο οφέλη . Την ειρήνη και την καλή θέληση.

Απόσπασμα από το βιβλίο, “Αργά βαδίζει ο Χριστός.” Του Αγίου Νικολάου Βελιμίροβιτς.

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ