Συλλείτουργο ονομάζεται η τέλεση της Θείας Ευχαριστίας από δύο ή περισσότερους κληρικούς, πρεσβυτέρους ή αρχιερείς. Στην περίπτωση που συλλειτουργούν πρεσβύτεροι τελείται ιερατικό συλλείτουργο, ενώ όταν συλλειτουργούν αρχιερείς τελείται αρχιερατικό συλλείτουργο.
Το συλλείτουργο έχει τις βάσεις του στην μετά το Διάταγμα των Μεδιολάνων περί Ανεξιθρησκίας οικοδόμηση μεγαλοπρεπών ναών, η οποία ευνοούσε τη συμμετοχή περισσοτέρων κληρικών, και φυσικά λαϊκών, στη λατρεία.
Ο επίσκοπος ήταν το επίκεντρο του συλλείτουργου στην παλαιοχριστιανική εποχή, γύρω από τον οποίο γινόταν η σύναξη κλήρου και λαού ολόκληρης της τοπικής Εκκλησίας, της οποίας ήταν προεστώς, για την τέλεση της Θείας Ευχαριστίας.
Με τον επιμερισμό της μίας και μόνης υπό τον επίσκοπο ευχαριστιακής σύναξης κάθε τοπικής Εκκλησίας σε πολλές συνάξεις υπό τους πρεσβυτέρους, τα συλλείτουργα άρχισαν να γίνονται όλο και λιγότερα, με εξαίρεση μεγάλους καθεδρικούς ναούς ή ναούς μεγάλων πόλεων.
Η ίδια πρακτική υφίσταται και σήμερα.
Η σειρά με την οποία συλλειτουργούν οι κληρικοί ορίζεται από τα πρεσβεία χειροτονίας, με πρώτο λειτουργό τον αρχαιότερο σε έτη ιερωσύνης. Η σειρά των συλλειτουργούντων κληρικών συνηθίζεται να ορίζεται με βάση τα οφφίκια που κατέχουν, αλλά και πάλι στα πλαίσια των πρεσβείων χειροτονίας.
Να σημειωθεί ότι τα οφφίκια των κληρικών φέρονται μόνο όταν αυτοί μετέχουν σε συλλείτουργο και όχι όταν λειτουργούν μόνοι, οπότε η ύπαρξη τους δεν έχει λόγο να δηλώσει κάτι.
Η ένδυση με τα διακριτικά οφφίκια είναι επιβεβλημένη στην περίπτωση της αρχιερατικής Θείας Λειτουργίας, στην οποία πρώτος του χορού των κληρικών είναι ο επίσκοπος, ιδίως δε όταν ιερουργεί ο επιχώριος.
Στην περίπτωση του αρχιερατικού συλλείτουργου οφείλει να προΐσταται ο επιχώριος αρχιερέας, ανεξάρτητα από το γεγονός αν κατέχει τα πρεσβεία χειροτονίας, εφόσον εκείνος είναι ο ποιμενάρχης της τοπικής Εκκλησίας, στα όρια της οποίας τελείται η ευχαριστιακή σύναξη.
Η ευγενής παραχώρηση της θέσης του πρώτου στο συλλείτουργο σε φιλοξενούμενους επισκόπους, ακόμα και αν έπονται του επιχώριου σε χρόνια αρχιερωσύνης είναι πλέον γενικευμένη, ιδίως σε συλλείτουργα με αφορμή πανηγύρεις πολιούχων αγίων τοπικών Εκκλησιών.
Η πράξη αυτή είναι κατ’ οικονομία αποδεκτή, αν και δεν αναγνωρίζεται από την κανονική παράδοση της Ανατολικής Εκκλησίας.
Η παραχώρηση όμως, του επισκοπικού θρόνου στο σύνθρονο κατά τη τέλεση συλλείτουργου σε άλλον αρχιερέα είναι απαγορευτική και αντιβαίνει πλήρως στην ορθόδοξη εκκλησιολογία, η οποία θέλει τον επιχώριο επίσκοπο μοναδικό ποιμενάρχη.
Στην περίπτωση αρχιερατικού συλλείτουργου επαρχιούχων επισκόπων με τιτουλάριους ή βοηθούς επισκόπους, οι δεύτεροι δεν φέρουν μίτρα, ποιμαντορική ράβδο και επιστήθιο σταυρό, αλλά επανωκαλλύμαυχο και ένα εγκόλπιο, ενώ επίσης, οι δεύτεροι μνημονεύουν τον αρχιερέα, ο οποίος χοροστατεί.
Όταν στο συλλείτουργο προΐσταται πατριάρχης ή πρόεδρος αυτοκέφαλης Εκκλησίας, μόνο εκείνος φέρει μίτρα, ράβδο και σταυρό ή διπλά εγκόλπια, ενώ οι λοιποί αρχιερείς φέρουν επανωκαλλύμαυχο και εγκόλπιο.
Η αβροφροσύνη και η καλή θέληση μεταξύ των αρχιερέων εμφανίζει, ενίοτε, το φαινόμενο της ανάκρουσης φήμης βοηθού ή τιτουλάριου επισκόπου στο πλαίσιο της ψαλμωδίας της φήμης των λοιπών επαρχιούχων αρχιερέων.
Η πρακτική αυτή είναι παντελώς άγνωστη στις λειτουργικές διατάξεις, αφού ο βοηθός ή τιτουλάριος επίσκοπος: α) δεν έχει φήμη, αφού β) δεν έχει ποίμνιο και γ) δεν ποιμαίνει καμία απολύτως επαρχία, αλλά φέρει τον τίτλο κάποιας πάλαι ποτέ διαλαμψάσης επισκοπής, η οποία πλέον υπάγεται σε άλλη επισκοπή ή μητρόπολη.
Βιβλιογραφία:
Καλεώδη Ιωσ. Π. (επιμέλεια), Κώδιξ ειδικών θεμάτων Εκκλησιαστικής Τάξεως και Εκκλησιαστικής Εθιμοτυπίας, κατά τα εν τη Εκκλησία της Ελλάδος κυρίως ισχύοντα, εκδ. Αποστολικής Διακονίας, Αθήναι 20092.
Φουντούλη Μ. Ι., Λειτουργική Α’· Εισαγωγή στη Θεία Λατρεία, Θεσσαλονίκη 20003.
Φουντούλη Μ. Ιω. (επιμ.), Ιερατικόν, τ. Α’: Η Θεία Λειτουργία Ιωάννου του Χρυσοστόμου, εκδ. Ιεράς Μονής Σίμωνος Πέτρας, Άγιον Όρος 2008⁷.