Υπάρχουν άνθρωποι, που δεν είναι σε κάποιο μοναστήρι, ούτε είναι απαραιτήτως κληρικοί, οι οποίοι είναι αναγεννημένοι από το Άγιο Πνεύμα. Άνθρωποι πίστεως και υπομονής, χαράς και ελπίδας. Λογισμοί καθαροί και διάφανες ψυχές.
Δεν σε μπερδεύουν, δεν σε περιπλέκουν, δεν σε σκοτίζουν, αναπαύεσαι κοντά τους και λες «τι όμορφος άνθρωπος, τι όμορφα πέρασα κοντά του….»
Και προσέξτε δεν είναι τέλειοι αυτοί οι άνθρωποι. Βγάλετε αυτές τις ευσεβιστικές αντιλήψεις από το μυαλό σας και ελευθερωθείτε στην ομορφιά και σοφία των λαθών μας.
Τέλειος είναι μόνο ο Θεός. Κανείς άνθρωπος. Τότε αυτοί οι χαριτωμένοι άνθρωποι τι είναι; Τίποτα, ταλαιπωράκια της ζωής που αγαπάνε πολύ τον Θεό κι αυτός αγαπά εκείνους. Ψυχές φιλάνθρωπες, γεμάτες κατανόηση και αγάπη προς όλους.
Είναι από εκείνους που όταν όλοι σου πετάνε πέτρες μετά χαράς μπαίνουν μπροστά να φάνε την πετριά.
Το Πνεύμα του Θεού αναπαύεται πάνω σου και ποιεί κατοικία όταν δει ταπείνωση και απλότητα. Αποστρέφεται τον εγωισμό, τον ξερολισμό και τον πνευματικό ελιτισμό, φαρισαϊσμό. Την αίσθηση δηλαδή ότι εγώ δεν είμαι σαν τους άλλους ανθρώπους και πιστούς.
Όταν ένας άνθρωπος έχει την Χάρη του Αγίου Πνεύματος το νιώθουμε χωρίς αυτός να κάνει ή να λέει κάτι. Άσε δε που όποιος είναι άγιος δεν το ξέρει. Άμα το ήξερε δεν θα ήταν άγιος, πλανεμένος θα ήταν.
Ο άνθρωπος του Θεού έχει χαρά, φως στην ψυχή, σου δίνει ελπίδα και κουράγιο σε κάθε αποστροφή του λόγου του. Δεν σε φοβίζει και απειλεί με κολάσεις, διάβολους και αντιχρίστους.
Η προσευχή, η ταπείνωση και ησυχία, είναι οι καρποί του Αγίου Πνεύματος. Όταν βλέπεις ταραχή και ένταση άπελθε.
Έναν λοιπόν τέτοιο άνθρωπο, μια τέτοια γυναίκα, αποχαιρέτισα πριν λίγες μέρες από την εκκλησιαστική μου κοινότητα. Μια γυναίκα που στάθηκε πιο ψηλά από το τραύμα της. Που δεν χρησιμοποίησε τον πόνο της, για να την λυπηθούν. Ούτε εξαργύρωσε τα καρφιά του σταυρού της, με επαίνους και χειροκροτήματα.
Πάντα σταυρωμένη αλλά συγχρόνως χαριτωμένη. Με το χαμόγελο στα χείλη, με την καλή και ενισχυτική κουβέντα. Κάθε συνάντηση μαζί της και μια αποκάλυψη. Χαρά, φως, χαμόγελο, υπομονή και πίστη στο Χριστό.
Το πιο συγκλονιστικό όμως γεγονός το βίωσα όταν την επισκέφτηκα στο σπίτι της τις τελευταίες ημέρες της ζωής της. Εκεί δέχθηκα ένα μεγάλο κήρυγμα. Το πως δηλ. ο άνθρωπος της πίστεως αντιμετωπίζει τον θάνατο.
Ήταν στο κρεβάτι της, τελευταία στάδια σοβαρής μορφής καρκίνου. Μπήκα στο δωμάτιο της διστακτικά. Αγχος, αμηχανία και πόνος μαζί έκαναν βαριά τα βήματα μου.
Ξέρετε όταν ένας ιερέας πραγματοποιεί τέτοιες επισκέψεις δεν είναι και το πιο απλό πράγμα.
Διότι πολλές φορές θα δεχθεί επικριτικά σχόλια, θα δεχθεί αντιδράσεις του ασθενούς ή των συγγενών του, σκληρά ερωτήματα για έναν Θεό που “σιωπά” και “αδιαφορεί”, «που είναι πάτερ ο Θεός; Γιατί δεν ακούει τις προσευχές μας…κ.α». Ε, άνθρωπος είναι κι ο παπάς δυσκολεύεται.
Στην περίπτωση όμως αυτής της γυναίκας έγινε το εξής θαυμαστό. Αντί να γίνω εγώ ως ιερέας πρόξενος παρηγοριάς συνέβη το αντίστροφο. Άρχισε αυτή να με ενισχύει και συμβουλεύει.
Μου έλεγε για την αξία της υπομονής, και την δοξολογία του Θεού. “Πάτερ μου πονάω πολύ, αλλά δεν πειράζει, ότι θέλει ο Θεός, δόξα τω Θεώ, ότι θέλει ο Χριστός μας, δεν πειράζει πάτερ δεν πειράζει, όλα καλά, δόξα σοι ο Θεός».
Σαφέστατα και δεν μιλούσα, άλλωστε τι να πεις και για ποιο λόγο όταν όλα τα λέει ο Θεός.
π. Χαράλαμπος Λίβυος Παπαδόπουλος