Όταν ήμουν στο Σινά, ήταν εκεί και ένας λαϊκός – Στρατή τον έλεγαν – που, αν τον φώναζες: «κύριε Στρατή», σου έλεγε:
«Αμαρτωλό Στρατή, να λες, αμαρτωλό Στρατή».
Όλοι έλεγαν: «Τι ταπεινός που είναι!».
Ένα πρωί τον πήρε ο ύπνος και δεν κατέβηκε στην Εκκλησία. Πήγε λοιπόν κάποιος να τον ξυπνήσει.
«Στρατή, του λέει, ακόμη κοιμάσαι; τελείωσε και ο Εξάψαλμος· δεν θα έρθεις στην Εκκλησία;».
Οπότε εκείνος βάζει κάτι φωνές…
«Εγώ έχω περισσότερη ευλάβεια από σένα και ήρθες να μου πεις να κατέβω στην Εκκλησία;».
Έκανε σαν τρελλός… Μέχρι που πήρε το κλειδί από την πόρτα – ήταν από εκείνα τα κλειδιά τα μεγάλα -, για να τον χτυπήσει, γιατί θίχτηκε. Τα έχασαν οι άλλοι που τον άκουσαν έτσι να φωνάζει, γιατί τον είχαν για υπόδειγμα, για πολύ ταπεινό. Έγινε ρεζίλι. Βλέπεις τί γίνεται;
Μόνος του έλεγε, ότι είναι αμαρτωλός, αλλά, μόλις θίχτηκε ο εγωισμός του, έγινε θηρίο!
Άγιος Παϊσιος ο Αγιορείτης