Άγιος Ιάκωβος Τσαλίκης
Ο γέροντας Ιάκωβος – διηγείται ο π. Λάμπρος Φωτόπουλος – ήταν άριστος Πνευματικός. Είχε την απέραντη αγάπη που σε ανάγκαζε να σκέφτεσαι ότι, αν ένας άνθρωπος, όπως ο Γέροντας, μπορή να σε αγαπήση τόσο ανιδιοτελώς και τόσο τέλεια, τότε κάπως έτσι, αλλά σε άπειρο βαθμό, πρέπει να μας αγαπάη και ο Θεός.
Με αυτό τον τρόπο κάθε εξομολογούμενος είχε μπροστά του μία εικόνα του αοράτου Θεού.
Η αγάπη του, όμως, δεν οδηγούσε σε ηθική χαλάρωση και αμνήστευση των αμαρτιών μας, γιατί ο Γέροντας τηρούσε όλη την ακρίβεια των Ιερών Κανόνων, χωρίς να παύη η αγάπη του. Αυτό το έκανε κατά δύο τρόπους. Προληπτικά και κατασταλτικά.
Όταν έβλεπε ότι η ψυχή του χριστιανού παρασύρεται προς κάποιο πάθος, αμέσως του έλεγε τον κίνδυνο του επιτιμίου, αν θα ακολουθούσε πτώση. Έτσι με το φόβο τον συγκρατούσε.
Αν πάλι έπεφτε σε κάποιο πάθος, που είχε επιτίμιο, ο Γέροντας με όλη τη γλύκα που τον διέκρινε επέβαλε τον θεραπευτικό κανόνα: Αποχή από την θεία Κοινωνία, καθημερινή Παράκληση στην Παναγία, νηστεία κλπ.
Ο τρόπος του Γέροντα ήταν τέτοιος που φιλοτιμούσε τον εξομολογούμενο να αγωνιστή, για να μην ξαναπικράνη τον Πνευματικό του. Τόσο πολύ συνέπασχε μαζί του ο Πνευματικός.
Αν πάλι ο εξομολογούμενος πριν συμπληρώση τον Κανόνα του πήγαινε στο Γέροντα να εξομολογηθή, ή να του πη κάτι, ο Γέροντας τον ρωτούσε – χωρίς δήθεν να θυμάται – από πότε έχει να κοινωνήση και γιατί (!).
Εφ’ όσον έβλεπε ότι υπήρξε μετάνοια, του έκοβε τον Κανόνα και του επέτρεπε άμεσα να κοινωνήση. «Να πας να κοινωνήσης και να προσέχης», του έλεγε.
Πόσο μεγάλος θεραπευτής της ψυχής ήταν ο π. Ιάκωβος το κατάλαβα ξεκάθαρα, όταν κάποτε επισκέφθηκα τον άγιο Πορφύριο τον Καυσοκαλυβίτη. Είχα εξομολογηθεί πριν μερικές μέρες στον π. Ιάκωβο.
Με ρωτάει λοιπόν ξαφνικά ο γέρων Πορφύριος, χωρίς να του το έχω αναφέρει, «πού εξομολογήθηκες;».
Του απάντησα «στον π. Ιάκωβο». Μου λέγει με νόημα «το βλέπω, είσαι καθαρός». Τότε για πρώτη φορά κατάλαβα τι σημαίνει να εξομολογήσαι σε άγιο Πνευματικό. Σε καθαρίζει σε βάθος.
Φεύγοντας παραμονή Χριστουγέννων από την Ιερά Μονή Οσίου Δαβίδ, ο Γέροντας με συνόδευσε μέχρι το αυτοκίνητό μου και μου υπέδειξε το σημείο του δρόμου, κοντά στο Προκόπι, που έπρεπε ιδιαίτερα να προσέξω.
Πράγματι στο σημείο εκείνο από το απέναντι ρεύμα κυκλοφορίας ήλθε πάνω μου ένα αυτοκίνητο. Σώθηκα, και με κατεστραμμένο κατά το μεγαλύτερο μέρος αυτοκίνητο, γύρισα στην Αθήνα χωρίς πρόβλημα, μέσα σε μια μεγάλη χαρά για την εξομολόγηση που είχα κάνει στον Γέροντα.
Αισθανόμουνα για μέρες τη θεϊκή παρουσία που μου είχε μεταδώσει ο Γέροντας.
Από το βιβλίο: Ο Γέρων Ιάκωβος (Διηγήσεις – Νουθεσίες – Μαρτυρίες), σελ. 224, 227. Έκδοση «Ενωμένη Ρωμηοσύνη» 2016.