«Εάν κάποιος, κυριευθεί από την πλεονεξία, και σαν άλλη θάλασσα, επεκτείνει την υπερβολική επιθυμία για τα κέρδη, που τρέχουν μέσα σε αυτήν από παντού με τρόπο άπληστο, αυτός, βλέποντας προς την πραγματική θάλασσα, ας θεραπεύσει το πάθος του.

Γιατί, όπως εκείνη δεν ξεπερνάει το όριό της, μολονότι δέχεται αμέτρητες ποσότητες υδάτων, που εισρέουν σε αυτήν, αλλά παραμένει στο ίδιο σημείο, σαν να μην έχει προστεθεί σε αυτήν καμία νέα ποσότητα νερού, κατά τον ίδιο τρόπο και ο άνθρωπος, όταν παραμένει στα όριά του, απολαμβάνοντας τα αγαθά, τα οποία αποκτά, δεν μπορεί να συναυξάνει μαζί με τον πλούτο των αγαθών και τη λαιμαργία της απόλαυσης.

Αλλά, ενώ δεν σταματά η εισροή των αγαθών μέσα του, διατηρεί στα μέτρα της την επιθυμία της απόλαυσης.

Εφόσον, λοιπόν, δεν μπορεί η απόλαυση να ξεπεράσει τα φυσικά της όρια, για ποιο λόγο να επιδιώκουμε τις πλέον αυξήσεις των εσόδων, τη στιγμή που ποτέ δεν προσφέρουμε από το πλεόνασμα, το οποίο προκύπτει από τα νεότερα κέρδη, προκειμένου να ελεήσουμε τους άλλους;

Επειδή όμως, όπως ερμηνεύσαμε την έννοια της ματαιότητας, ματαιότητα είναι ή λόγος ανόητος, ή πράγμα ανώφελο, νομίζω ότι καλά αρχίζει ο Εκκλησιαστής από αυτό το σημείο το λόγο.

Και αυτό για να μην θεωρήσουμε ως υπαρκτό τίποτε από όσα γίνονται, ούτε και από όσα λέγονται, εφόσον αποβλέπει προς αυτόν εδώ το σκοπό, δηλαδή στην παρούσα ζωή.

Γιατί κάθε ανθρώπινη προσπάθεια που καταβάλλεται για κάτι πέρα από τη ζωή, μοιάζει με τα παιχνίδια που παίζουν στην άμμο τα νήπια. Γι’ αυτά η απόλαυση των έργων σταματά μαζί με την προσπάθεια για τα έργα.

Γιατί μόλις σταματήσουν να χτίζουν, σωριάζεται και η άμμος γύρω της, χωρίς να αφήσει κανένα σημάδι των κόπων, που κατέβαλαν τα παιδιά. Αυτό είναι ο ανθρώπινος βίος.

Άμμος η φιλοδοξία, άμμος η εξουσία, άμμος ο πλούτος, άμμος καθετί που απολαμβάνουν σωματικά οι άνθρωποι με κόπο.

Μέσα σε αυτά τα ανύπαρκτα ματαιοπονούν τώρα οι μικρόψυχοι και υποβάλλονται σε πολλούς κόπους για το κάθε ένα από αυτά, και μόνο όταν εγκαταλείψουν το χώρο της άμμου, εννοώ τη σωματική ζωή, τότε θα καταλάβουν καλά την ματαιότητα της εδώ διαμονής.

Γιατί η απόλαυση μένει πίσω μαζί με τη υλική ζωή, ενώ δεν παίρνουν μαζί τους τίποτε άλλο εκτός από την συνείδηση μόνο».

Από τον πρώτο λόγο του αγ. Γρηγορίου Νύσσης, ‘’Εις τον Εκκλησιαστήν’’, Π. Μπρούσαλη

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ