Η λαμπροφόρος Ἀνάσταση τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ ἀποτελεῖ τὴν κορυφαία ἐορτολογικὴ ἐκδήλωση τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας μας.
Μόνη Αὐτή, σὲ ἀντίθεση μὲ τὴν αἱρετικὴ ἐτεροδοξία, βιώνει ἀδιάκοπα τὸ γεγονὸς τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Χριστοῦ, ὡς τὴν πιὸ χαροποιὸ καὶ ἐλπιδοφόρα ἐμπειρία τῆς ἀνθρώπινης ἱστορίας.
Ὁ κάθε ὀρθόδοξος πιστὸς δὲν ἑορτάζει ἁπλὰ τὴν Ἔγερση τοῦ Κυρίου, ἀλλὰ ζεῖ τὸ συγκλονιστικὸ αὐτὸ γεγονός, ὡς μιὰ προσωπικὴ μεταμόρφωση καὶ ἀνάσταση!
Τὴν ἁγία αὐτὴ ἡμέρα, τὴν «ἑορτὴ τῶν ἑορτῶν καὶ τὴν πανήγυρη τῶν πανηγύρεων» κατὰ τὸν ἱερὸ ὑμνογράφο τοῦ Πάσχα ἐορτάζεται ἡ νίκη τοῦ Ἀγαθοῦ κατὰ τοῦ Κακοῦ, ἡ ἐπικράτηση τοῦ φωτὸς στὸ νοητὸ σκοτάδι τῆς ἁμαρτίας καὶ τῆς φθορᾶς, ἡ κατάργηση τοῦ Ἅδη καὶ πάνω ἀπ’ ὅλα ἡ ἀναίρεση τοῦ θανάτου, τοῦ χειρότερου ἐχθροῦ τοῦ ἀνθρωπίνου γένους.
«Ἔσχατος ἐχθρὸς καταργεῖται ὁ θάνατος» (1Κορ.15:26) ἀναφωνεῖ ἐνθουσιωδῶς ὁ ἀπόστολος Παῦλος!
Ἡ εἴσοδος τοῦ κακοῦ στὸν κόσμο μαζὶ μὲ τὰ ἄλλα μύρια κακά, ἔφερε καὶ τὸν θάνατο, ὡς τὴν φυσικὴ κατάληξη μιᾶς ἀφάνταστα μαρτυρικῆς ζωῆς. Ὁ πικρὸς Ἅδης ὑπῆρξε ὁ τόπος κατάληξης ὅλων τῶν ἀνθρωπίνων ψυχῶν.
Ἡ ἔννοια τῆς ἀθανασίας, ὡς τὸ σπουδαιότερο ἀρχέγονο δῶρο τοῦ Θεοῦ στὸν ἄνθρωπο, ἔμεινε ὡς μιὰ μακρινὴ ἀνάμνηση στὴν ἀνθρώπινη σκέψη καὶ ὡς μιὰ ἀμυδρὴ προσδοκία ἀνάκτησής της στὸ μέλλον.
Ἡ λαχτάρα γιὰ τὴν νίκη τοῦ θανάτου ἐκφράστηκε ποικιλότροπα μέσα στὶς διάφορες μυθολογίες τῶν λαῶν. Οἱ προφῆτες καὶ οἱ συγγραφεῖς τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης, ὡς ὄργανα τοῦ Θεοῦ γιὰ τὴν προετοιμασία τοῦ ἀνθρωπίνου γένους γιὰ τὴν ἐν Χριστῷ σωτηρία, προείδαν πιὸ καθαρὰ τὴν μελλοντικὴ νίκη τῆς ζωῆς κατὰ τοῦ θανάτου.
Ὁ Ἴδιος ὁ Θεὸς θὰ δοκιμάσει τὸ πικρὸ ποτήρι τοῦ θανάτου καὶ θὰ νικήσει τὸν Ἅδη, θὰ τὸν συλήσει ἀπὸ τοὺς ἀπ’ αἰῶνος δεσμίους τοῦ νεκροὺς καὶ θὰ κλείσει ὁριστικὰ τὸ δρόμο τοῦ θανάτου γιὰ τοὺς πιστούς Του.
Ὁ μοναδικὸς ζωντανὸς Θεὸς εἶναι ὁ Ἴδιος ἡ ζωὴ καὶ ἡ πηγὴ τῆς ζωῆς σὲ ὅλα τὰ ὄντα. Αὐτὸς «θανατοὶ καὶ ζωογονεῖ, κατάγει εἰς ᾄδου καὶ ἀνάγει» (1Βασιλ.2:6). Ὁ Ἠλίας καὶ ὁ Ἐλισαῖος ἀνασταίνουν νεκροὺς στὸ ὄνομα τοῦ Κυρίου (3Βασιλ.17:23, 4Βασιλ.4:33).
Ὁ προφήτης Ὠσηέ, προβλέποντας τὴν εἰς ᾄδου κάθοδον τοῦ Μεσσία, τὴν ἐκ νεκρῶν ἀνάστασή Του καὶ τὴν συντριβὴ τοῦ θανάτου διακηρύσσει στοὺς ἄπιστους συμπατριῶτες τοῦ «Πορευθῶμεν καὶ ἐπιστρέψωμεν πρὸς Κύριον! …
Ὑγιάσει ἡμᾶς μετὰ δυὸ ἡμέρας, ἐν τῇ τρίτῃ ἡμέρα ἐξαναστηθώμεθα καὶ ζησόμεθα ἐνώπιον αὐτοῦ» (Ὠσηὲ 6:1) καὶ γι’ αὐτὸ σκιρτώντας ἀπὸ ἄκρατο ἐνθουσιασμὸ φωνάζει νὰ τὸ ἀκούσουν ὅλοι οἱ ἄνθρωποι «Ποῦ σου ἡ δίκη σου, θάνατε, ποῦ τὸ κέντρον σου ᾄδη;» (Ὠσηὲ 13:14).
Στὸ θεανδρικὸ πρόσωπο τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ Χριστοῦ βρῆκε τὸ ἀνθρώπινο γένος τὸν πραγματικὸ λυτρωτή του. Αὐτός, ὡς ὁ σαρκωμένος Θεός, ὑλοποίησε τὸ θεῖο σχέδιο τῆς σωτηρίας τοῦ κόσμου.
Πέτυχε τὴ σωτηρία μας ὡς διδάσκαλος, ὡς ἱερεὺς καὶ ὡς βασιλεύς. Δίδαξε πρωτόγνωρη διδασκαλία, ἀποκάλυψε τὰ μυστήρια τοῦ Θεοῦ καὶ ἔδωσε νέο τρόπο ζωῆς στοὺς ἀνθρώπους.
Ἱερούργησε τὴν πιὸ ἀποτελεσματικὴ θυσία ὅλων τῶν ἐποχῶν, μὲ ἱερεῖο ἄμωμο τὸν ἴδιό Του τὸν ἑαυτό, πάνω στὸν φρικτὸ Γολγοθὰ καὶ πέτυχε τὴν περιπόθητη καταλλαγῆ τοῦ ἀνθρώπου μὲ τὸ Θεό. «Ὁ δὲ Θεὸς πλούσιος ὧν ἐν ἐλέει, διὰ τὴν πολλὴν ἀγάπην αὐτοῦ ἢν ἠγάπησεν ἡμᾶς καὶ ὄντας ἡμᾶς νεκροὺς τοὶς παραπτώμασι συνεζωοποίησε τῷ Χριστῷ… καὶ συνήγειρε καὶ συνεκάθησεν ἐν τοὶς ἐπουρανίοις» (Ἔφ.2:4-6).
Τέλος ὡς θριαμβευτικὸς νικητής, νίκησε τὶς ἀντίθεες δυνάμεις καὶ τὸ κακό, νίκησε τὸ θάνατο καὶ ἀνέστη ἀπὸ τοὺς νεκρούς, ἀνελήφθη στοὺς οὐρανοὺς καὶ κάθισε στὰ δεξιὰ τοῦ Θεοῦ, συνεχίζοντας τὸ ἀπόλυτο καὶ ἀναντικατάστατο μεσιτικὸ Τοῦ ἔργο. Ἀποτέλεσμα:
«Νυνὶ δὲ ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ ὑμεῖς οἱ ποτὲ ὄντες μακρὰν ἐγγὺς ἐγενήθητε ἐν τῷ αἵματι τοῦ Χριστοῦ. Αὐτὸς γὰρ ἐστὶν ἡ εἰρήνη ἡμῶν, ὁ ποιήσας τὰ ἀμφότερα ἐν καὶ τὸ μεσότοιχον τοῦ φραγμοῦ λύσας, τὴν ἔχθραν, ἐν τῇ σαρκὶ αὐτοῦ τὸν κόσμον τῶν ἐντολῶν ἐν δογμασι καταργήσας, ἵνα τοὺς δυὸ κτίση ἐν ἐαυτῷ εἰς ἕνα καινὸν ἄνθρωπον ποιῶν εἰρήνην» (Ἔφ.2:13-15).
Ὁ Ἰησοῦς Χριστὸς διακήρυξε: «Ἐγὼ εἰμὶ ἡ ἀνάστασις καὶ ἡ ζωή, ὁ πιστεύων εἰς ἐμὲ κᾶν ἀποθάνη ζήσεται» (Ἰωάν.11:25). Αὐτὸς εἶναι ὁ μόνος, ὁ Ὁποῖος μπορεῖ νὰ νικήσει τὸν θάνατο.
Μὲ τὴν λαμπροφόρο Ἀνάστασή Του πραγματοποίησε αὐτὴ τὴν λαμπρὴ νίκη, ἀνάστησε τὸ σῶμα Του καὶ μαζὶ ὁλόκληρη τὴν ἀνθρώπινη φύση, δηλαδὴ ὅλα τὰ ἀνθρώπινα πρόσωπα ὅλων τῶν ἐποχῶν, ὡς κύτταρα τοῦ σώματός Του. «Ὥσπερ γὰρ ἐν τῷ Ἀδὰμ πάντες ἀποθνήσκουσιν, οὕτω καὶ ἐν τῷ Χριστῷ πάντες ζωοποιηθήσονται» (1Κορ.15:22).
Αὐτὸ σημαίνει ὅτι ὁ κάθε ἄνθρωπος εἶναι ἤδη ἀναστημένος δυνητικὰ ἀπὸ τὴν ἡμέρα τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Κυρίου.
Εἶναι μιὰ δυνητικὴ κατάσταση τὴν ὁποία μπορεῖ νὰ ἀποδεχτεῖ καὶ νὰ ἀξιοποιήσει.
Ὁ βιολογικὸς θάνατος, ὡς προσωρινὴ κατάσταση, δὲν αἴρει τὸ γεγονὸς τῆς ἀναστάσεως καὶ τῆς αἰώνιας ζωῆς, διότι «ἔρχεται ὥρα καὶ νῦν ἐστίν, ὅτι οἱ νεκροὶ ἀκούσουσι τῆς φωνῆς τοῦ Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ καὶ οἱ ἀκούσαντες ζήσονται» ( Ἰωάν.5:25).
«Ὁ ἐγείρας τὸν Χριστὸν ἐκ νεκρῶν ζωοποιήσει καὶ τὰ θνητὰ σώματα ὑμῶν διὰ τὸ ἐνοικοῦν αὐτοῦ Πνεῦμα ἐν ὑμίν» (Ρωμ.8:11).
Αὐτὴ εἶναι (πρέπει νὰ εἶναι) ἡ μόνιμη χαρὰ στὶς ψυχὲς τῶν πιστῶν τοῦ Χριστοῦ, διότι ἔχουμε τὴ βεβαιότητα, ὅτι χάρις στὴν Ἀνάσταση τοῦ Κυρίου μας, «μεταβεβήκαμεν ἐκ τοῦ θανάτου εἰς τὴν ζωήν» (1 Ἰωάν.3:14) καὶ « Πᾶς ὁ ζῶν καὶ πιστεύων εἰς ἐμὲ οὐ μὴ ἀποθάνη εἰς τὸν αἰῶνα» (Ἰωάν.11:26).
Ἀπτὰ παραδείγματα τῆς ἀναστάσεώς μας εἶναι οἱ θαυμαστὲς νεκραναστάσεις ποὺ ἔκανε ὁ Κύριος κατὰ τὴν ἐπὶ τῆς γῆς παρουσίας Του, τῆς κόρης τοῦ Ἰαείρου (Μάρκ.5:21-42, τοῦ γιοῦ τῆς χείρας στὴ Ναϊν (Λουκ.7:11-17), τοῦ Λαζάρου (Ἰωάν.11:1-44).
Ἐπίσης ἡ ἀνάσταση τῶν «κεκοιμημένων ἁγίων» (Ματθ.27:52) κατὰ τὴν ἡμέρα τῆς Σταυρώσεως τοῦ Κυρίου εἶναι οἱ προάγγελοι καὶ τῆς δικῆς μας ἀναστάσεως.
Ἡ λαμπροφόρος Ἀνάσταση τοῦ Σωτῆρος μας σημαίνει ἀκόμα καὶ τὴν ὀντολογικὴ ἀλλαγῆ τοῦ κόσμου. Ὁ παλαιὸς πτωτικὸς κόσμος τῆς φθορᾶς ἄλλαξε κυριολεκτικᾶ σύσταση, διότι μὲ τὴν Ἀνάσταση τοῦ Κυρίου νικήθηκαν οἱ ἀντίθεες δυνάμεις τῆς φθορᾶς καὶ ἁπαλλάχτηκε ἀπὸ τὸ κράτος τοῦ διαβόλου.
Χάρη στὴν Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ ξαναβρῆκε ὁ κόσμος τὴν πραγματικὴ τοῦ θέση μέσα στὴ θεία δημιουργία.
Τὴ φθορά, ποὺ δημιούργησε ἡ πτώση, διαδέχτηκε ἡ ἀφθαρσία. Ὁ πιστὸς ἄνθρωπος δὲν ζεῖ πλέον γιὰ νὰ πεθάνει, ἀλλὰ ζεῖ γιὰ νὰ μεταβεῖ στὴν αἰωνιότητα καὶ νὰ συμβασιλεύει αἰώνια μὲ τὸν Χριστό.
Τὸ μέγα καὶ ἀνεπανάληπτο γεγονὸς τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Κυρίου εἶναι γιὰ τοὺς πιστοὺς Τοῦ μιὰ διαρκὴς χαρὰ καὶ ἀτέλειωτη αἰσιοδοξία. Οἱ ἅγιοι Ἀπόστολοι ἔγιναν οἱ διαπρύσιοι κήρυκες τοῦ Εὐαγγελίου στὰ ἔθνη χάρις στὴν ἐμπειρία τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Σωτῆρος Χριστοῦ.
Τὰ νέφη τῶν Μαρτύρων θυσίασαν τὴν πολύτιμη ζωὴ τοὺς χάρις στὴν βεβαιότητα τῆς Ἀναστάσεως. Οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας μας ζοῦσαν τὸ γεγονὸς τῆς Ἀναστάσεως ὡς μιὰ ἀτέρμονη προσωπικὴ συγκλονιστικὴ ἐμπειρία.
Αὐτὴν ἀκριβῶς τὴν ἀναστάσιμη χαρὰ καὶ αἰσιοδοξία θέλει ἡ ἁγία μας Ἐκκλησία νὰ μεταδώσει καὶ σὲ μᾶς σήμερα.
Μᾶς καλεῖ νὰ ἀποβάλλουμε τὸ ἄγχος τῆς καθημερινότητας καὶ κυρίως τὸ φόβο τοῦ θανάτου καὶ νὰ διαποτίσουμε τὴν ὕπαρξή μας μὲ τὴν μακάρια ἐλπίδα καὶ τῆς δικῆς μας ἀνάστασης, τῆς ὁποίας τεκμήριο καὶ ἀπαρχὴ ὑπῆρξε ἡ Ζωηφόρος Ἀνάσταση τοῦ Λυτρωτῆ μας Χριστοῦ.