Όταν μπαίνουμε σ’ ένα ορθόδοξο ναό, στον πιο περικαλλή ή στο πιο ταπεινό ξωκλήσι, έχουμε την αίσθηση ότι αφήνουμε πίσω μας τη γη και προσεγγίζουμε τον ουρανό, ότι αφήνουμε τον χρόνο και εισερχόμαστε στην αιωνιότητα.
Μέσα στην κατάνυξη του ορθόδοξου ναού βρισκόμαστε στο κατάλληλο κλίμα για ανάταση και προσευχή. Λειτουργούν εκεί οι συνθήκες που ανεβάζουν τον πιστό σε άλλους χώρους, υπερκόσμιους. Αισθάνεται εκεί ο άνθρωπος το μεγαλείο της θείας καταγωγής του. Συνειδητοποιεί ότι πραγματικά ανήκει στην Εκκλησία, στη μεγάλη οικογένεια του Θεού.
Μέσα στην εκκλησία ο Παντοκράτορας επιβλέπει και ευλογεί από το θόλο ψηλά, η Πλατυτέρα των ουρανών σκέπει από την κόγχη του ιερού, πιο κάτω οι Απόστολοι μετέχουν στην ιερουργία του μυστηρίου της Ευχαριστίας ανταποκρινόμενοι στην πρόσκληση «λάβετε, φάγετε…», σε κύκλο γύρω και παντού οι Άγιοι της Εκκλησίας, οι αδελφοί και πρεσβευτές μας προς τον Κύριο.
Προφήτες, Απόστολοι, Μάρτυρες, Ιεράρχες, Όσιοι, Δίκαιοι, άνδρες, γυναίκες, ακόμη και βρέφη, Άγγελοι και Αρχάγγελοι, όλοι, κι εμείς ανάμεσά τους, προσφέροντας δόξα και λατρεία στο Θεό.
Μέσα στο ναό όλοι μαζί, ιερείς, ψάλτες, αναγνώστες, λαός, αναπέμπουμε αίνους, ευχαριστίες και ικεσίες προς τον Ύψιστο και Κύριο των Δυνάμεων, όπως οι ασώματοι άγγελοι στον ουρανό. «Σοι δόξαν αναπέμπομεν, τω Πατρί και τω Υιώ και τω Αγίω Πνεύματι, νυν και αεί και εις τους αιώνας των αιώνων».
Αυτή η ευχαριστιακή, δοξολογική και ικετήρια σύναξη όλων των μελών της Εκκλησίας επί το αυτό, ενεργεί, με τρόπο μυστικό, ευεργετικά και σωτήρια στις ψυχές μας και μας κάνει από την παρούσα ζωή κοινωνούς τής ουράνιας μακαριότητας, κατά τον άγιο Ιωάννη της Κρονστάνδης.
Κι ακόμη, μέσα στον ναό αισθανόμαστε οι άνθρωποι υιοί του Θεού κατά χάριν, «τέκνα και κληρονόμοι, κληρονόμοι μεν Θεού, συγκληρονόμοι δε Χριστού».
«Ο ναός του Θεού είναι ένα χωνευτήρι, όπου λιώνουν οι σκουριασμένες και αμαρτωλές φύσεις. Είναι ένα λουτρό, όπου ξεπλένεται η ακαθαρσία της σάρκας και του πνεύματος. Είναι ένα σχολείο για ακατέργαστες και περιπλανώμενες ψυχές. Είναι ένας ήλιος, που φωτίζει και ζωογονεί όσους βρίσκονται στο σκότος και απονεκρώνει τις αμαρτίες.
Είναι το σχολείο της μετανοίας, γι’ αυτό και τόσο συχνά ακούμε στις ακολουθίες το Κύριε ελέησον, τη θρηνητική ικεσία τού μετανοούντος αμαρτωλού, την κραυγή του πτωχεύσαντος ανθρώπου εξαιτίας των αμαρτιών του» (Αγ. Ιω. Κρονστάνδης).
Από το βιβλίο: «Πρωτοπρεσβύτερος π. Ευέλθων Χαραλάμπους. Ο χαρισματικός και αναστάσιμος καλός ποιμένας και Σαμαρείτης της Εκκλησίας του Χριστού».
Εκδόσεις “Ορθόδοξος Κυψέλη”, Θεσσαλονίκη 2011, σ. 115.