Δυο σημαντικά προβλήματα:
α. “Ψυχολογικός “Νεστοριανισμός”. (Ο Νεστόριος αρνιόταν τη θεϊκή φύση του Χριστού). Εδώ, το ιερατικό ζεύγος παραμελεί τα πνευματικά. Οργανώνει τη ζωή του έτσι ώστε να εξασφαλισθή όσο γίνεται καλλίτερα η ανθρώπινη, κυρίως η οικονομική, πλευρά.
Η πρόνοια για το μέλλον των παιδιών του μπορεί να οδηγήσει σε παραμέληση της ιερατικής αποστολής ή σε ψυχρή επαγγελματική διεκπαιρέωσή της.
Ο κληρικός είναι απών από τις σημαντικές στιγμές της ποιμαντικής διακονίας προκειμένου να βολευτεί στο σπίτι του και να βολέψει το σπίτι του. Αν υπεραπασχολείται (και γίνεται αιτία να χάνεται η ισορροπία μεταξύ Εκκλησίας και οικογενείας), το κάνει μέσα στο πλαίσιο της κατάχρησης των ιεροπραξιών χτίζοντας το μέλλον του.
Στην περίπτωση αυτή, οι πρεσβυτέρες συνήθως δε διαμαρτύρονται για την απουσία του συζύγου και πατέρα, διότι απολαμβάνουν την οικονομική ευρωστία (καμμιά φορά την υποκινούν κιόλας)-ας μη λησμονούμε εδώ την ξεχωριστή θέση που κατέχει στην ψυχή των γυναικών το αίτημα για οικονομική ασφάλεια.
Μόνο ορισμένες πρεσβυτέρες που θα επιθυμούσαν εντονότερη πνευματική ζωή αισθάνονται μέσα τους και γύρω τους την έλλειψη.
Στην περίπτωση που περιγράφω εδώ, ο κληρικός παγιδεύεται μέσα στην ίδια την οικογένειά του, η οποία αναπτύσσει μια συλλογική εγωκεντρικότητα. Δεν είναι σε θέση να κάμει την υπέρβαση που απαιτείται προκειμένου να προχωρήσει από το φυσικό γονεικό φίλτρο στην ευρύτητα του Σώματος του Χριστού.
Είναι φανερό ότι δεν μπορούμε όμως να αναμένουμε εδώ ευλογημένη σχέση του ζεύγους στην καλλίτερη περίπτωση συναντούμε μια ειρηνική σχέση χωρίς μεγάλες συγκρούσεις, αλλά και χωρίς πνοή. Όμως τα περισσότερα προβλήματα προέρχονται από τα παιδιά τα οποία εντοπίζουν την υποκρισία και συχνά απομακρύνονται από την Εκκλησία και την πίστη.
β. Ψυχολογικός “μονοφυσιτισμός”. (Σε θεολογικό επίπεδο δεν αποδεχόταν την ανθρώπινη φύση του Χριστού). Εδώ, αντίθετα, έχουμε παραμέληση της οικογένειας από υπερβολικό ζήλο για την Εκκλησία.
Ο κληρικός δεν αξιολογεί ως σημαντική προτεραιότητα το να δώσει χρόνο για συναναστροφή με τη σύζυγο και τα παιδιά του. Μερικές φορές, στην κατάσταση αυτή συναινεί και η πρεσβυτέρα, κυρίως όταν έχει εμπλακεί και η ίδια σε μεγάλο βαθμό σε ενοριακές δραστηριότητες.
Αυτό που πραγματικά συμβαίνει σε ψυχολογικό επίπεδο είναι υποσυνείδητες φαντασιώσεις παντοδυναμίας του κληρικού, που τον ωθούν να αισθάνεται άτρωτος από την κούραση και υπεράνω συναισθηματικών αναγκών, όπως π.χ. η συντροφικότητα.
Ενδέχεται, ήδη από λαϊκός στον ψυχικό του κόσμο, να καταλάβαινε περισσότερο χώρο η προοπτική της ιερωσύνης, μπροστά στην οποία ο γάμος φαινόταν ως μια ασήμαντη λεπτομέρεια. Και τούτο διότι σκεφτόμενος την ιερωσύνη, ένιωθε ότι θα προσέφερε ως δυνατός, ενώ αναλογιζόμενος την συζυγία θα αντιλαμβανόταν και τις αδυναμίες του.
Σ’ αυτόν τον “αγώνα δρόμου” των συζύγων για παραμέληση των ανθρώπινων αναγκών, συχνά συναγωνίζεται άθελά του κι ο επίσκοπος.
Πιεζόμενος από τα εφημεριακά κενά, αλλά και από τις πράγματι έντονες ποιμαντικές ανάγκες, μεταφέρει την πίεση προς το ιερατικό ζεύγος, είτε καλώντας για χειροτονία νωρίς, πριν το ζεύγος βρει τον κοινό του βηματισμό και εδραιώσει την συναισθηματική του σχέση, είτε αναθέτοντας στον κληρικό περισσότερες διακονίες από όσες μπορεί να σηκώσει. Και τού διότι ο ίδιος δεν έχει εμπειρία του ρυθμού της οικογενειακής ζωής.
Το τελικό αποτέλεσμα όλων αυτών είναι πως η σύζυγος και τα παιδιά πεινούν συναισθηματικά, ενίοτε μέχρι λιμοκτονίας. Η συναισθηματική πείνα της πρεσβυτέρας εκδηλώνεται όπως η συναισθηματική πείνα οποιουδήποτε ανθρώπου, είτε με κατάθλιψη είτε με διάφορες εξαρτητικές συμπεριφορές (φαγητό, τηλεόραση, προσκόλληση σε κάποιο παιδί της).
Στην πραγματικότητα, πεινά συναισθηματικά και ο ίδιος ο κληρικός, αλλά έχει ανακαλύψει ή εφεύρει διάφορα παραδεκτά υποκατάστατα (όπως τα προηγούμενα ή άλλα πιο εξευγενισμένα στα πλαίσια της ενοριακής δράσης)’ μέχρι την ώρα που για κάποιους τα υποκατάστατα θα πάψουν να ανήκουν στα παραδεκτά.
π. Βασίλειος Θερμός, “ΟΔΥΝΗ ΣΩΜΑΤΟΣ ΧΡΙΣΤΟΥ”,σελ.155-158.
Υάκινθος