Αρχιμ. Βασιλείου Μπακογιάννη
«Παίρνω καιρό», λέει ὁ Ἱερέας, λίγο πρίν ἐνδυθεῖ τά ἄμφια καί ἀρχίσει τή Λειτουργία. Εἶναι μιά σύντομη ἀκολουθία, προσευχή. Εἶναι ὡς νά ζητεῖ ἀπό τόν Κύριο «καιρό», παράταση ζωῆς, γιά νά τελειώσει τή Λειτουργία. Εἶναι ὡς νά δεσμεύει τό Θεό, γι’αὐτό στό τέλος λέει στό Θεό: «Νῦν ἀπολύεις τόν δοῦλον Σου».
Ἄν ὁ Ἱερέας εἶναι μέσα στό Ἱερό, βγαίνει ἀπό τό Ἱερό, στέκεται μπροστά στό Τέμπλο, καί παίρνει «καιρό», καί μπαίνει στό «Ἱερό», λέγοντας, «εἰσελεύσομαι εἰς τόν οἶκον Σου», ἐνῶ ἤδη ἐξ’ἀρχῆς εἶχε εἰσέλθει στό Ἱερό! Κατάλοιπο τῆς ἀρχαίας παραδόσεως, τότε πού τό Ἱερό χρησιμοποιεῖτο ἀποκλειστικῶς πρός ἐπιτέλεση τῆς Θ. Εὐχαρίστιας.
Ὁ «καιρός» εἶναι ἡ μόνη ἀκολουθία, πού γίνεται χωρίς ὁ Ἱερέας νά φορεῖ κανένα ἄμφιο· οὔτε τό ἐπιτραχήλιο. Ἀκόμα, καί ἄν ἐκείνη τή στιγμή φορεῖ τό ἐπιτραχήλιο, τό βγάζει, καί παίρνει «καιρό» χωρίς αὐτό. Εἶναι καί αὐτό κατάλοιπο τῆς ἀρχαίας παραδόσεως.
Οἱ Ἱερεῖς ἐνδύονταν τά ἄμφια ἀποκλειστικῶς πρός ἐπιτέλεση τῆς Θ. Εὐχαριστίας. Γι’αὐτό καί οἱ «εὐχές» ἑκάστου ἀμφίου, π.χ. τοῦ ἐπιτραχηλίου «εὐλογητός ὁ Θεός, ὁ ἐκχέων τήν χάριν αὑτοῦ ἐπί τούς ἱερεῖς αὐτοῦ», λέγονται ὅταν πρόκειται νά τελεσθεῖ ἡ Εὐχαριστία· δέν λέγονται στήν Προηγιασμένη Λειτουργία, γιατί τό Μυστήριο ἔχει ἤδη τελεσθεῖ.
Ἡ εὐχή τοῦ «καιροῦ» εἶναι σέ πρῶτο ἑνικό, γιατί ἀφορᾶ ἀποκλειστικῶς τόν Προεστῶτα, πού θά ἐπιτελέσει τό Μυστήριο· γιά τόν ἴδιο λόγο καί ἡ εὐχή τοῦ χερουβικοῦ εἶναι σέ πρῶτο ἑνικό (ἐνῶ οἱ λοιπές εὐχές εἶναι σέ πρῶτο πληθυντικό, γιατί ἀφοροῦν τούς συλλειτουργοῦντες Ἱερεῖς).
Δηλαδή, ὅσοι Ἱερεῖς καί ἄν συλλειτουργοῦν, ἕνας, ὁ Πρῶτος κάνει τό Μυστήριο, ὁ Προεστώς. Μέ αὐτό τό δεδομένο, ὅταν γίνεται ἱερατικό συλλείτουργο, τό πλέον ὀρθό, θά ἦταν, νά παίρνει «καιρό» ὁ Προεστώς. Στό ἀρχιερατικό συλλείτουργο ἄλλος Ἀρχιερέας παίρνει «καιρό», ἄλλος (!) ἐπιτελεῖ τό Μυστήριο!
Τέλος, οἱ Διάκονοι, ὅταν παίρνουν «καιρό» μέ τούς Ἱερεῖς, δέν στέκονται δίπλα ἀπό τούς Ἱερεῖς, ἴδια «εὐθεία», ἀλλά πίσω ἤ πλάγια, γιατί δέν ἔχουν τό ἴδιο βαθμό Ἱερωσύνης. Τό ἴδιο ἰσχύει καί ὅταν, κατά τή Θ. Λειτουργία, στέκονται ἐνώπιον τοῦ Θυσιαστηρίου.Τό ἴδιο, φυσικά, ἰσχύει καί γιά τόν Ἱερέα, ὅταν συλλειτουργεῖ μέ Ἀρχιερέα.
Εἶναι «ἀταξία» νά βλέπουμε λ.χ. σέ ἀρχιερατικό συλλείτουργο, τόν Προεστώτα Ἀρχιερέα νά στέκεται στό κέντρο τῆς Ὡραίας Πύλης, καί δίπλα του, δεξιά – ἀριστερά νά στέκονται οἱ Διάκονοι· μετά οἱ λοιποί συλλειτουργοῦντες Ἀρχιερεῖς, καί μετά οἱ Ἱερεῖς.
Δηλαδή, οἱ Διάκονοι νά στέκονται σέ τιμητική θέση δεξιά, ἀριστερά ἀπό τόν Προεστώτα, καί οἱ Ἀρχιερεῖς καί Ἱερεῖς σέ θέση ὑποδεέστερη. «Πάντα εὐσχημόνως καί κατά τάξιν γινέσθω» (Α Κορ.14: 40), προπαντός κατά τήν ἐπιτέλεση τῆς Θ. Εὐχαριστίας.