Θεέ μου, δεν ξέρω να προσεύχομαι. Κι όμως αισθάνομαι τόσο βαθειά την ανάγκη της προσευχής. Θέλω να προσευχηθώ.
Ώρες ώρες με συνεπαίρνει η λαχτάρα να μιλήσω μαζί Σου. Να έλθω σε επαφή με Σένα, τον Άρρητο κι Ανεξιχνίαστο. Μα χάνω τις λέξεις. Δεν μπορώ να συναρμολογήσω τα νοήματα.
Οι σκέψεις μου μπερδεύονται. Καλά καλά δεν ξέρω τι να πω μερικές φορές, ενώ καταλαβαίνω, ότι έχω να πω τόσα και τόσα….
Κάτι ακαθόριστο, συγκεχυμένο, χωρίς μορφή και σχήμα, αναδεύει μέσα μου. Ένας κόσμος ιδεών, αισθημάτων, σκέψεων, βιωμάτων σε διαρκή παλίρροια.
Δεν θέλω να Σου κρύβομαι, Θεέ μου. Στα χρόνια που πέρασαν δεν προσευχήθηκα παρά ελάχιστα. Από την εποχή που ήμουνα παιδί, στις τελευταίες τάξεις του Δημοτικού, ως σήμερα απουσίασε η προσευχή απ’ τη ζωή μου.
Γι’ αυτό τώρα, που με καίει η δίψα της επαφής μαζί Σου, δεν μπορώ, δεν ξέρω να Σου μιλήσω. Επιχειρώ να προσευχηθώ και μου έρχονται στο στόμα οι ίδιες φράσεις, που χρησιμοποιούσα όταν ήμουνα μικρό παιδί.
Μα σήμερα, στην κατάσταση που είμαι, μου φαίνονται τόσο ξένες, τόσο απόμακρες, που ντρέπομαι να τις χρησιμοποιήσω για προσευχή.
Σε ικετεύω, Παντοδύναμε: Μάθε με να προσεύχομαι. Μίλησέ μου. Δίδαξέ με τη θεία τέχνη της επικοινωνίας μαζί Σου.
Καθισμένος στα πόδια Σου είμαι έτοιμος να Σε ακούσω. Τα μάτια μου Εσένα ατενίζουν την ώρα αυτή.
Στα χείλη μου καίει το παλιό αίτημα των αποστόλων Σου: “Κύριε, δίδαξον ημάς προσεύχεσθαι”.
Δημητρίου, Αρχιεπισκόπου πρώην Αμερικής