Όσο κι αν ένας άνθρωπος έχει πέσει σε ολέθρια λάθη, ακόμη κι αν κινείτε μέσα σε φρικτά πάθη και αμαρτίες, αδύναμες στιγμές και αστοχίες, δεν παύει να είναι εικόνα Θεού.
Να ζει δηλαδή μέσα του το θεϊκό στοιχείο. Γι’ αυτό και η συγνώμη δεν είναι απλά μια συναισθηματική ανοχή προς τον άλλο, αλλά η θέαση του Θεού στο βάθος της ύπαρξης του άλλου ανθρώπου.
Η συγχώρεση δεν είναι συναίσθημα αλλά πράξη ζωής, κίνηση και άνοιγμα. Κάνω χώρο στην ζωή μου να χωρέσει ο άλλος ακόμη και με τα λάθη του. Δεν ζητώ να τον αλλάξω, ούτε να τον κρίνω ή ερμηνεύσω αλλά να τον αγαπήσω, έτσι όπως είναι και όχι όπως θα ήθελα να είναι.
Συγχώρεση σημαίνει κάνω ότι περνάει από το χέρι μου για να είναι ο άλλος καλά.
Η εκκλησία δεν είναι μια κοινωνία τελείων, αλλά ένας χώρος που με την χάρη του Θεού, διαχειριζόμαστε τα τραύματα και τα σκοτάδια μας. Αναφέρει ο Jim Forest, « ας το παραδεχθούμε λοιπόν: για τους περισσότερους ανάμεσα μας, ακόμη είναι νύχτα.
Διότι, αντί να βλέπουμε τα αδέλφια μας, εμείς βλέπουμε ταμπέλες: μαύροι-άσπροι, άντρες-γυναίκες, ετεροφυλόφιλοι-ομοφυλόφιλοι, φιλελεύθεροι-συντηρητικοί.
Με βάση αυτά τα δίπολα, μαθαίνουνε ποιον να καλοδεχτούμε και ποιον να κρατήσουμε σε απόσταση, ποιον να νοιαστούμε και ποιον αν αγνοήσουμε, γινόμαστε εν ολίγοι στρατευμένοι πολίτες της νύχτας…».
Η αλήθεια όμως είναι, ότι για να συμβούν τα παραπάνω δεν φτάνει, ούτε αρκεί μονάχα η δική μας βούληση, χρειάζεται η ενίσχυση της χάριτος του Θεού. Ωστόσο εμείς θα κάνουμε αυτό που μπορούμε και αντέχουμε σε κάθε φάση της ζωής, δηλαδή θα αγαπάμε τους άλλους δίχως να σκεφτόμαστε εάν το αξίζουν ή όχι.
Αυτή η πράξη μας ακόμη και αν δεν είναι σε τέλεια μορφή θα φέρει το επόμενο στάδιο, όταν εντός μας, θα ξημερώσει η βασιλεία του Θεού, δηλαδή όταν ο άλλος πάψει να είναι ο εχθρός μας και θα γίνει ο αδελφός μας.
Είναι ακριβώς το σημείο εκείνη που η ύπαρξη μας, δια της Χάριτος του Θεού, αντιλαμβάνεται ότι η αίσθηση της ξεχωριστότητας ήταν η μεγαλύτερη πλάνη μας, μια και στην πραγματικότητα είμαστε ενωμένοι, δηλαδή όλοι είμαστε ένα…