Βλέπετε μέσα σε όλη αυτήν την ιστορία (της Γεννήσεως) δεν υπάρχει ούτε ένα παράπονο. Ούτε του Χριστού ούτε της Παναγίας ούτε του Ιωσήφ ούτε κανενός. Τον διώχνουν, φεύγει.
Δεν θα μπορούσε ο Χριστός να μείνει εκεί και να μην πάθει τίποτα; Σίγουρα!
Δεν θα μπορούσε να αρπάξει τον Ηρώδη, αφού ήταν Θεός, να ψοφήσει ο Ηρώδης να γλυτώσει ο κόσμος όλος; Θα γλύτωναν και τα καημένα τα παιδάκια τα άλλα.
Ένα “έτσι” να του έκανε, τον έπαιρνε. Τίποτα από όλα αυτά! Τον καταδίωξαν, έφυγε. Θα μπορούσε να μείνει και να μην Τον δει κανένας, να Τον φυλάξουν οι άγγελοι. Ποιος θα Τον έβλεπε; Θεός ήταν τα πάντα μπορούσε να κάνει.
Αλλά βλέπετε ταπεινώθηκε.
Όταν Τον έδιωξαν έφυγε. Πήγε κρύφτηκε, δεν αντιτάχθηκε.
Δεν έκανε επίδειξη ισχύος να πει:
“Εγώ θα μείνω εδώ! Δεν φοβάμαι τίποτα!” ας πούμε, όπως θα λέγαμε εμείς, κάτι παλικάρια που λένε: “χτύπα, στήθος μάρμαρο!”.
Τέτοιες παλικαριές δεν τις έκανε γιατί είναι σοβαρός ο Θεός, δεν κάνει αστεία όπως κάνουμε εμείς.
Είναι καλό μέσα σε όλα αυτά που θα κάνουμε ας πιάσουμε και λίγο την Καινή Διαθήκη, το Ευαγγέλιο να διαβάσουμε σε μια ώρα ησυχίας αυτές τις περιγραφές της Γέννησης του Χριστού.
Και ας κρίνουμε και λίγο τη ζωή μας. Πώς είναι η ζωή του Χριστού και πως είναι η δική μας ζωή. Πώς είναι η συμπεριφορά του Χριστού, ο λόγος Του, οι πράξεις Του, η ζωή Του ολόκληρη και πώς είναι η δική μας.
Και νομίζω έτσι μπορούμε πραγματικά να ωφεληθούμε. Τουλάχιστον να ταπεινωθούμε. Να δούμε πόσο απέχουμε.. Και βλέποντας πόσο απέχουμε, μπορεί να προσευχηθούμε λίγο καλύτερα και λίγο θερμότερα και να παρακαλέσουμε το Θεό να μας ελεήσει και να έρθει να γεννηθεί στην καρδιά μας μέσα, όπως καταδέχτηκε να μπει σε εκείνο το σπήλαιο, το βρώμικο.
Η δική μας η καρδιά είναι χειρότερη από ακάθαρτο σπήλαιο αφού μέσα φιλοξενούμε τόσα πάθη και τόσες αμαρτίες.
π. Αθανάσιος Μητρ. Λεμεσού