Όταν επισκέφθηκε το Άγιον Όρος ο Πατριάρχης Δημήτριος, πήγε και ο Γέροντας να πάρη την ευχή του.
Κάποιος είπε : ” Παναγιώτατε, ο π. Παΐσιος “. Σηκώθηκε ο ταπεινός Πατριάρχης από τον θρόνο του, για να τον χαιρετήση. Ο Γέροντας έβαλε εδαφιαία μετάνοια και παρέμεινε γονατιστός με το κεφάλι κολλημένο στο έδαφος μέχρι που κάποιος Επίσκοπος τον ανήγειρε.
Στο Πρωτάτο τότε παρευρίσκετο και ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας. Ο αστυνομικός διοικητής της φρουράς του Προέδρου κ. Κωνσταντίνος Παπουτσής μαρτυρεί:
” Είχα ακούσει για τον γέροντα Παΐσιο. Τον φανταζόμουν ψηλό, μεγαλοπρεπή και περίμενα να βρίσκεται σε εξέχουσα θέση. Μου τον έδειξαν. Στεκόταν πίσω σε μια γωνιά κρυμμένος, και σκυφτός.΄Ηταν ένα γεροντάκι γηρασμένο, μικρόσωμο, αλλά είχε πάνω του κάτι το Θεϊκό που σε τραβούσε ”.
” Κάποιος χωροφύλακας τον αναγνώρισε και είπε στους άλλους: ” Ο π. Παΐσιος”. Με μιας όλοι οι άνδρες της φρουράς έτρεξαν στον Γέροντα.΄Εμεινα μόνος με τον Πρόεδρο. Τά ΄χασα.΄Εκανα να τους φωνάξω να γυρίσουν πίσω, αλλά μάταια ”.
” Ύστερα ακολουθώντας την επιταγή της καρδιάς και όχι την λογική, χωρίς να το σκεφθώ, έτρεξα και εγώ στον Γέροντα. Ο Θεός φύλαξε και δεν έγινε τίποτε ”.
” Ο Γέροντας μη μπορώντας να αποφύγη την “επίθεση” της αστυνομικής δυνάμεως, μας χτυπούσε απαλά στο κεφάλι, λέγοντας:
” Άντε πίσω στην δουλειά σας “. Μέσα μας είχε γίνει μια αλλοίωση. Μια πρωτόγνωρη χαρά μας πλημμύριζε “.
Από το βιβλίο του +Ιερομονάχου ΙΣΑΑΚ
“ΒΙΟΣ ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΠΑΊΣΙΟΥ ΤΟΥ ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ “