Τι είναι Ορθοδοξία (ἱερὰ παράδοσις & θεία εὐχαριστία) (Α΄ μέρος).

(Ομιλία του †Επισκόπου Φλωρίνης Αυγουστίνου Καντιώτου)

Σήμερα ἑορτή, ἀγαπητοί μου· εἶνε μία ἀπὸ τὶς λαμπρότερες ἑορτὲς τῆς Ἐκκλησίας μας, Κυριακὴ τῆς Ὀρθοδοξίας.

Τί εἶνε ἡ Ὀρθοδοξία; Θὰ προσπαθήσω νὰ σᾶς δώσω μιὰ εἰκόνα της.

1. ΙΕΡΑ ΠΑΡΑΔΟΣΙΣ. Ἂν ὑπάρχῃ μιὰ λέξι ποὺ χαρακτηρίζει τὴν Ἐκκλησία μας, εἶνε ἡ λέξι παράδοσις. Ὀρθοδοξία ἴσον παράδοσις.

Τί θὰ πῇ παράδοσις; Ὑποθέστε, ὅτι ἕνας ἔ­χει ἕνα θησαυρό, ἀπὸ 100 πολύτιμα πε­­τράδια, καὶ τὰ ἐμπιστεύεται σὲ καθένα ἀ­πὸ μᾶς καὶ μᾶς λέει· Πάρτε αὐτὰ τὰ πετράδια καὶ νὰ προσέξτε νὰ τὰ φυλάξετε· θὰ ἔρ­θω πάλι νὰ τὰ παραλάβω· δὲν πρέπει νὰ λεί­πῃ οὔ­τε ἕνα· ἑκατὸ σᾶς ἔδωσα, ἑκατὸ θὰ μοῦ πα­ραδώσετε.

Προσέ­­ξτε ἀκό­μη νὰ μὴ ἀντικαταστήσετε ἕνα πραγματικὸ πε­τρά­δι μὲ κάποιο ψεύτικο… Παραβολι­κὸς ὁ λό­γος· θησαυρὸς ἀνεκτίμητος εἶνε ἡ Ὀρθο­δοξία. Πετράδια ποὺ ἀστράφτουν εἶ­νε ἡ διδα­σκαλία της.

Καὶ φύλακας, στὸν ὁ­ποῖον ὁ Κύρι­ος ἔχει ἐμπιστευθῆ αὐτὸ τὸ θησαυρό, εἴμαστε ὅλη ἡ Ἐκκλησία, κλῆρος καὶ λαός, καὶ μάλιστα ὁ λαός· αὐτὸς εἶ­νε ὁ φύλακας τῆς Ὀρθοδοξίας. Πρέπει νὰ προσέ­ξουμε τὸ θησαυρό μας.

Γι᾿ αὐ­τὸ ὁ ἀπόστολος Παῦλος φωνάζει· «Στήκετε, καὶ κρατεῖ­τε τὰς παραδόσεις τὰς ὁποίας ἐδιδάχθη­τε εἴ­τε διὰ λόγου εἴτε δι᾽ ἐπιστολῆς ἡμῶν» (Β΄ Θεσ. 2,15).

Νὰ φοβούμεθα κρατώντας τὸν πολύτιμο θησαυρό. Ὅπως ἕνα παιδάκι ποὺ ἡ μητέ­ρα τοῦ δίνει ἕνα χρυσὸ νόμισμα κι αὐτὸ τὸ κάνει κομ­πόδεμα, καὶ προσέχει μὴν τὸ χάσῃ, ἔτσι κ᾽ ἐμεῖς αὐτὸ ποὺ μᾶς παρέδωσαν γενεὲς γενεῶν νὰ τὸ κρατήσου­με πολὺ προσεκτικά.

Νὰ ἀγρυπνοῦ­με, μήπως μία γενεὰ παραδώσῃ στὴν ἄλλη κάτι λιγώτερο ἀπ᾿ ὅ,τι παρέλαβε. Ἂν ἡ δική μας γενεὰ ἀ­πὸ τὰ 100 πετράδια παραδώσῃ στὴν ἄλ­λη 99, ἡ ἄλλη γενεὰ θὰ παραδώσῃ στὴν ἑπομένη 98, ἡ ἄλλη γενεὰ θὰ παραδώσῃ 97 κ.ο.κ..

Ξέρετε ποῦ θὰ φθάσουμε ἔτσι; Ἀφαιρώντας ἕνα – ἕ­να τὰ πετράδια ἀπ᾿ αὐτὸ τὸ στέμμα τῆς Ὀρ­θοδοξίας, θὰ φθάσουμε σὲ μία γενεὰ μακρι­­νὴ στὴν ὁ­ποία θὰ λεγώμαστε ὀρθόδοξοι ἀλλὰ δὲν θὰ εἴ­μαστε πλέον ὀρθόδοξοι.

Νά ἔχουμε ἐπίσης φόβο μήπως κάποια γενεὰ παραδώσῃ στὴν ἄλλη κάτι διαφορετικὸ ἀπ᾽ ὅ,τι παρέλαβε, μήπως γίνῃ νοθεία τοῦ ἀληθινοῦ πνεύμα­τος τοῦ εὐαγγελίου τῆς Ἐκκλησίας μας.

Οἱ ὀρθόδοξοι πιστεύουμε σὲ ὅ,τι παρέλαβαν καὶ δίδαξαν οἱ ἅγιοι πατέρες· ἡ Ἐκκλησία μας εἶνε Ἐκκλησία τῶν πατέρων.

Πιστεύουμε σ᾽ αὐτὰ ποὺ οἱ πατέρες παρέλαβαν ἀπὸ τοὺς ἀποστόλους, σ᾿ αὐτὰ ποὺ οἱ ἀπόστολοι παρέλα­βαν ἀπὸ τὸ Χριστό, σ᾽ αὐτὰ ποὺ ὁ Χριστὸς παρέ­λαβε ἀπὸ τὸν οὐράνιο Πατέρα. Ἀ­πὸ ᾽κεῖ ἀρ­χίζει ἡ παράδοσις, ἐκεῖ εἶνε ὁ πρῶ­τος κρίκος.

Ὅπως ὁ πολυέλεος –ποὺ ἔχει συμβολισμό– κρέ­μεται ἀ­πὸ μιὰ ἁλυσί­δα, τῆς ὁποί­ας ὁ πρῶτος κρί­κος εἶνε πιασμένος ἐπάνω στὸν τροῦλλο, ἔτσι καὶ ἡ παράδοσις εἶνε μία σειρὰ κρίκων, χρυσῆ ἁ­λυσίδα μὲ πολλοὺς κρίκους.

Ὁ πρῶτος κρίκος εἶνε ἡ ἁγία Τριάς, ὁ Υἱὸς τοῦ Θεοῦ, καὶ ἀπὸ ᾽κεῖ κατόπιν κατεβαίνουμε· ἀκολουθοῦν οἱ ἀπόστο­λοι, μετὰ οἱ πατέρες, καὶ προχωρώντας φθάνουμε ἕως ἐ­μᾶς, μέχρι τὴ γενεά μας.

Χρειάζεται μεγάλη προσοχὴ νὰ μὴν ἀδυνατίση καὶ νὰ μὴ σπάσῃ κανένας κρίκος, νὰ μὴ γίνῃ ἀλ­λοίωσις τῆς διδασκαλίας ποὺ παραλάβαμε.

Ἡ Ὀρθοδοξία εἴπαμε εἶνε θησαυρός, εἶ­νε χρυσός. Καὶ ἔτσι, σὰν χρυσὸ νόμισμα, κυκλοφορεῖ στὸν κόσμο διὰ μέσου τῶν γενεῶν. Ἀλ­λὰ στὴν ἀγο­ρὰ κοντὰ στὰ γνήσια χρυσᾶ νομίσματα κυκλο­φοροῦν καὶ κίβδηλα, κάλπικα.

Ἢ μπορεῖ κάποιοι ἀπατεῶνες μὲ μιὰ λίμα νὰ φθεί­ρουν ἕνα χρυσὸ νόμισμα ἀφαιρώντας κάτι ἐ­λάχιστο ἀ­πὸ τὴν ἀξία του. Γι᾽ αὐτὸ βρέθηκε μη­χά­νημα, μέσα στὸ ὁποῖο ῥίχνουν ὅλα τὰ νομίσμα­τα, κι αὐτὸ κάνει ἔλεγχο· κρατάει ὅσες λίρες εἶνε γνήσιες, καὶ ὅσες ἔχουν καὶ τὴν ἐλάχι­στη φθορὰ τὶς πετάει ἔξω.

Ἔτσι καὶ ἡ Ὀρθο­δο­ξία· δοκιμάζει ποιά διδασκαλία ξεφεύγει ἀπὸ τὴν παράδοσι καὶ τὴν ἀπορρίπτει καὶ ποιά εἶνε σύμφωνη καὶ τὴν κρατάει, κατὰ τὸ λόγο τοῦ Παύ­λου «Στήκετε, καὶ κρατεῖτε τὰς παραδόσεις…».

2. ΘΕΙΑ ΕΥΧΑΡΙΣΤΙΑ. Ἡ Ὀρθοδοξία, ἀγαπητοί μου, θεωρεῖ τὸν λόγο – τὸ κήρυγμα οὐσιῶ­δες στὴ ζωή της· γι᾿ αὐτὸ ἐ­πά­νω στὴν ἁγία τρά­πεζα ὑπάρχει τὸ Εὐαγγέλιο. Τὸ κέντρο ὅμως τοῦ βάρους πέφτει στὴ μυσταγωγία. Εἶνε μυσταγωγικὸς ὁ χαρακτήρας τῆς Ἐκκλησίας.

Ἡ καρδιὰ τῆς Ὀρθοδοξίας μας, ποὺ μεταδίδει τὸ αἷμα σὲ ὅλο τὸ σῶμα, εἶνε τὸ ἁγιώτατο καὶ ὑπερφυέστατο μυστήριο, ὁ μυστικὸς δεῖπνος· τὸ σῶμα καὶ τὸ αἷμα τοῦ Χριστοῦ, τὸ «Λάβετε, φάγετε…» – «Πίετε ἐξ αὐτοῦ πάντες…» (Ματθ. 26,26-27. Μᾶρκ. 14,22-23), τὸ ποτήριον τῆς καινῆς διαθήκης (Λουκ. 22,20. Α΄ Κορ. 11,25).

Ἐν ἀντιθέσει μὲ τοὺς προτεστάντες, ποὺ δὲν πιστεύουν στὸ μυστήριο ἀλλὰ θεωροῦν τὰ τελούμενα ὡς σύμβολα καὶ σκιὲς καὶ ἀνάμνησι, κ᾽ ἐν ἀντιθέσει μὲ τοὺς παπικούς, ποὺ δὲν κοινωνοῦν ὅλοι παρὰ μόνο οἱ κληρικοὶ ἀ­πὸ τὸν οἶνο καὶ τὸν ἄρτο, ἡ Ἐκκλησία μας εἶ­νε ἡ μόνη ποὺ κοινωνεῖ ὅλο τὸ λαό της καὶ ἀ­πὸ τὸ σῶμα καὶ ἀπὸ τὸ αἷμα τοῦ Χριστοῦ.

Ἡ θεία λειτουργία εἶνε ὁ πνευματικὸς ἥλιος ποὺ ζωογονεῖ ὁλόκληρη τὴν Ἐκκλησία μας. Γιὰ νὰ τὴν ἐξηγήσουμε θὰ χρειάζονταν πολλὰ κηρύγματα· μιὰ εἰκόνα της ἁπλῶς θὰ δώσω. Ἡ θεία λειτουργία εἶνε μιὰ περίληψις καὶ ἔκφρασις τοῦ ὅλου μυστηρίου τῆς θείας οἰκονο­μίας.

Ἀρχίζει ἀπὸ τὴ Βηθλεέμ, ἀπὸ τὸ «Δόξα ἐν ὑψίστοις Θεῷ…» (Λουκ. 2,14), καὶ φθάνει μέχρι τὴν Ἀ­νάληψι, μέχρι τὸν οὐρανό, πέρα ἀπὸ τὸν οὐ­ρα­νό. Ἂν προσέξατε, ἀπὸ τὸ «Εὐλογημένη ἡ βα­σιλεία…» μέχρι τὸ «Δι᾿ εὐχῶν τῶν ἁγίων πατέ­ρων…» τρεῖς φορὲς βγαίνει ὁ ἱερεὺς ἀπὸ τὸ ἱ­ερὸ βῆμα.

Τὴ μία βγαίνει ὑψώνοντας τὸ Εὐαγ­γέλιο στὴν λεγομένη μικρὰ εἴσοδο. Τί εἶνε ἡ μι­κρὰ εἴσοδος; εἶνε ἡ ἔλευσις τοῦ Χριστοῦ στὸν κόσμο ὡς διδασκάλου· εἰκονίζει τὸ ὅτι ὁ Χριστὸς ἔρχεται στὸν κόσμο ὡς κῆρυξ τῶν αἰωνί­ων ἀληθειῶν. Γι᾿ αὐτὸ λέει «Σοφία· ὀρθοί» καὶ κατόπιν «ἀκούσωμεν τοῦ ἁγίου Εὐαγγελίου».

Ἡ δεύτερη φορὰ εἶνε ὅταν ἀνοίγει ἡ θύρα γιὰ τὴν λεγομένη μεγάλη εἴσοδο· τότε ἐξέρχεται ὁ Χριστὸς ὄχι πλέον ὡς διδάσκαλος, ἀλλὰ ὡς ἀρχιερεὺς καὶ ὡς «ὁ Βασιλεὺς τῶν ὅλων».

Ἡ μεγάλη εἴσοδος στὴν ὁποία ὁ ἱερεὺς κρατάει τὰ τίμια δῶρα ποὺ θὰ μεταβληθοῦν σὲ σῶμα καὶ αἷμα Χριστοῦ, εἶνε ἡ πορεία πρὸς τὸν Γολγοθᾶ· ἔρχεται ὁ Χριστὸς γιὰ νὰ προσφέρῃ τὴ θυσία ποὺ τώρα τελεῖται ἀναιμάκτως.

Καὶ ἡ τρίτη φορὰ εἶνε ὅταν ἔχει τελεσθῆ τὸ μυστήριο καὶ τότε πλέον κρατώντας τὰ ἅγια, τὸ ποτήριο μὲ τὸ σῶμα καὶ τὸ αἷμα τοῦ Χριστοῦ, ἀ­νοίγει τὰ βημόθυρα καὶ λέει· «Μετὰ φόβου Θεοῦ, πίστεως καὶ ἀγάπης προσέλθετε».

Ἡ θυσία ἐτελέσθη· δεῦτε πάντες τρυφήσατε, «πάντες ἀπολαύσατε τοῦ συμποσίου τῆς πίστεως» (κατηχ. λόγ. Πάσχα), «Λάβετε, φάγετε…».

Ἡ θεία λειτουργία ἔχει μεγαλοπρέπεια ἀ­φάνταστη. Ἀλλὰ ποιός τὴν αἰσθάνεται; Τὴν ἔ­χουμε συνηθίσει, ὅπως ἔχουμε συνηθίσει καὶ τὸν ἥλιο, καὶ δὲν αἰσθανόμεθα τὸ μυστήριο. Καὶ ἡ συνήθεια καταστρέφει τὸν θαυμασμό. Γιὰ νὰ σᾶς δείξω τί δύναμι ἔχει ἡ θεία λειτουργία, θὰ σᾶς φέρω ἕνα παράδειγμα.

Πρὶν χίλια χρόνια τὸ μεγάλο ἔθνος τῶν ῾Ρώ­σων ζοῦσε στὸ σκοτάδι, ἦταν εἰδωλολάτρες. Τότε ὁ βασιλιᾶς τους Βλαδίμηρος κάλεσε τοὺς ἐπιτελεῖς του καὶ λέει· Θὰ πᾶτε στὰ κέντρα τῶν διαφόρων θρησκειῶν καὶ θὰ δῆτε ποῦ εἶ­νε ἡ καλύτερη θρησκεία.

Ἔτσι αὐτὴ ἡ πρεσβεία ἔφθασε καὶ στὴν Κωνσταντινούπολι. Ἦταν Κυ­ριακή. Στὸ ναὸ τῆς Ἁγίας Σορίας λειτουργοῦ­σε ὁ πατριάρχης μὲ ὅλο τὸ ἱερατεῖο, παρίστα­το ὁ αὐτοκράτωρ, ἡ βασίλισσα, οἱ πρίγκιπες καὶ ἀξιωματοῦχοι καὶ λαὸς πολύς.

Μπῆκαν μέ­σα οἱ ξένοι, στάθηκαν καὶ ἄκουσαν τὴν ψαλμῳ­δία, εἶδαν τὸ δεσπότη μὲ τὰ ἄμφια καὶ τὸν αὐ­τοκράτορα, εἶδαν τὸ ναὸ μὲ τὸν τροῦλλο καὶ τὸ φῶς νὰ μπαίνῃ ἀπ᾽ τὰ παράθυρα, μὰ πα­ραπάνω ἀπ᾽ ὅλα τοὺς ἔκανε ἐντύπωσι ἡ εὐλάβεια καὶ κατάνυξι ποὺ ἐπικρατοῦσε στὸ ἐκκλη­σίασμα.

Ὅταν βγῆκαν ἔξω, αὐτοὶ οἱ βάρβαροι ἦταν πλέον ἄλλοι ἄν­θρωποι. Γύρισαν στὴ ῾Ρω­σία καὶ εἶπαν· Πήγαμε παντοῦ, ἀλλὰ πουθενὰ δὲ βρήκαμε θρησκεία ἀνώτερη ἀπὸ αὐτὴν ποὺ λατρεύεται μέσα στὴν Ἁγια-Σοφιά· αὐτὴ ἡ θρη­σκεία εἶνε ἡ πιὸ ὑπέροχη· ἐκεῖ πραγματι­κὰ λατρεύεται ὁ ἀληθινὸς Θεός.

Ἔτσι ὁ Βλαδίμηρος ἀποφάσισε καὶ οἱ ῾Ρῶσοι βαπτίσθηκαν ὀρθόδοξοι.

Ἀπὸ μία λειτουργία ποὺ παρακολούθησαν στὸ ναὸ τῆς Ἁγίας Σοφίας! Τέτοια δύναμι ἔχει ἡ θεία λειτουργία.

Τώρα τελευταῖα ἀρχίζουν τὰ λειτουργικά βιβλία μας (Παρακλητική, Μηναῖα, Τριῴδιο κ.λπ.) νὰ τὰ μεταφράζουν στὴν Ἀμερική, στὴν Αὐστραλία, στὴν Ἀφρική. Γιατὶ δὲν ὑπάρχουν ὡραιότερα τραγούδια· δὲν τὰ ἔφτειαξαν ἐπιστήμονες στὰ γραφεῖα μὲ τὸ μυαλό, τὰ ἔφτειαξαν ἀσκηταὶ μὲ τὴν καρδιὰ μέσα σὲ σπήλαια.

Αὐτὴ λοιπὸν εἶνε ἡ Ὀρθοδοξία μας· ἡ ἱερὰ παράδοσις καὶ τὸ θεῖο μυστήριο στὴ θεία λειτουργία. Δὲν τελειώσαμε. Τί εἶνε ἀκόμα ἡ Ὀρ­θοδοξία μας; Θὰ συνεχίσουμε σὺν Θεῷ αὔριο.

(†) ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος-

Α΄ μέρος ἀπομαγνητοφωνημένης ὁμιλίας ποὺ ἔγινε στὴν αἴθουσα τοῦ συλλόγου «Τρεῖς Ἱεράρχαι» Ἀθηνῶν τὴν Κυριακὴ 26-2-1961 βράδυ.

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ