Άλλη μία ιερή δυάδα, θείου και ανεψιού, τιμά η Εκκλησία μας στις 12 Αυγούστου. Πρόκειται για τούς μάρτυρες Φώτιο και Ανίκητο, πού έζησαν στα χρόνια του Διοκλητιανού.
Όταν ο αμείλικτος αυτός διώκτης των χριστιανών μίλησε εναντίον τους στη Σύγκλητο και απείλησε με βασανιστήρια, φυλακίσεις, εξορίες και θάνατο τούς πιστεύοντες στο Χριστό, ήταν παρών και ο Φώτιος.
Ο οποίος οὐ κατεπλάγη τάς ἀπειλᾶς τοῦ τυράννου αλλά με παρρησία ομολόγησε πώς είναι χριστιανός, στηλίτευσε την πλάνη των ειδώλων, προσθέτοντας ότι εκείνοι πού τα σέβονται είναι κωφοί και αναίσθητοι.
Η ευθαρσής αυτή ομολογία του υπήρξε αφορμή να συλληφθεί και να υποβληθεί σε πρωτοφανούς αγριότητας βασανισμούς: Τον χτύπησαν με βούνευρα σ’ όλο το σώμα του τόσο, ώστε ν’ ανοίξουν βαθιές πληγές και να φανούν κάποια από τα οστά του.
Τον πέταξαν μπροστά σε πεινασμένο λιοντάρι, εκείνο όμως αντί να τον κατασπαράξει, χρησιμοποιώντας το πόδι του σαν σφουγγάρι σκούπιζε τον ιδρώτα από το πρόσωπο του μάρτυρα.
Ο δήμιος δεν είχε τη δύναμη να τον αποκεφαλίσει όταν πήρε σχετική εντολή του αυτοκράτορα, όποτε εκείνος διέταξε να δέσουν το Φώτιο σε τροχό και να τον κυλίσουν πάνω σε αναμμένα κάρβουνα.
Μετά από προσευχή του μάρτυρα τα δεσμά λύθηκαν, ο τροχός έμεινε ακίνητος και η φωτιά έσβησε!
Βλέποντας τούτα τα θαυμαστά σημεία έτρεξε προς αυτόν ο ανεψιός του Ανίκητος, τον αγκάλιασε και τον αποκαλούσε πατέρα θείο.
Ο αυτοκράτορας διέταξε και τη σύλληψη του ανεψιού και αφού υπέβαλε και τούς δύο σε νέα μαρτύρια και φυλακή, λέγεται ότι στο τέλος τούς έριξε μέσα σε πυρωμένο καμίνι, όπου κατά το Συναξάρι τους για τρεις ημέρες ανέπνεαν.
Όταν μετά τρεις ημέρες ανέλκυσαν τις σορούς τους ήταν τα σώματά τους απείραχτα, μηδέ μέχρι τριχός αὐτούς τῆς φλογός λυμηναμένης.
Οι άγιοι αυτοί μάρτυρες κατατάσσονται μεταξύ των αναργύρων ιατρών, γιατί τόσο ζώντες όσο και μετά θάνατον παρείχαν ιάσεις ψυχών και σωμάτων σε όσους επικαλούνταν και επικαλούνται τη βοήθειά τους.
Ἀπολυτίκιο. Ἦχος γ’. Θείας πίστεως
Θείας πίστεως, τή συμφωνία, τήν οἰκείωσιν, τῆς συγγενείας, δί’ ἀγώνων ἱερῶν ἐλαμπρύνατε, θεομακάριστε Μάρτυς Ἀνίκητε, σύν τῷ Φωτίω φωτός τῷ θεράποντι. Ἀλλ’ αἰτήσασθε, δοθῆναι πταισμάτων ἄφεσιν, τοῖς μέλπουσιν ὑμῶν τήν θείαν ἄθλησιν.
Κοντάκιον. Ἦχος γ’. Ἡ Παρθένος σήμερον
Ἐν σταδίω βλέψας σέ, ἀνδραγαθούντα νομίμως, Ἀθλητά Ἀνίκητε, ὁ Φώτιος ὁ θεοφρων, συνάθλος, στερρός σοί ὤφθη τή ἐκμιμήσει, ἅπασαν, σύν σοῖ βασάνων πείρα ἐνέγκας• μεθ’ οὗ πρέσβευε Κυρίω, παντός κινδύνου ἠμᾶς λυτρώσασθε.
Μεγαλυνάριον
Ἀνίκητος ὤφθης καί ἀρραγής, Ἀνίκητε μάκαρ, ἐν ἀγῶσιν ἀθλητικοῖς• πλήρης δέ ἀΰλου, φωτός Φώτιε Μάρτυς, διό καί ἐπαξίως, ἐθαυμαστώθητε.