Ο Άγιος Ανδρέας υπήρξε μελωδός. Έγραψε το κείμενο και τη μουσική πολυαρίθμων ειρμών (κανόνων). Αλλά το κατ εξοχήν έργον του αγίου είναι ο Μεγάλος Κανών, που ψάλλετε την Τετάρτη και Πέμπτη, της 5ης εβδομάδος των Νηστειών.
Ο Κανών αυτός είναι πρωτότυπος εις το είδος του. Έχει 250 τροπάρια και 11 ειρμούς.
Παιδικά Χρόνια
Ο Άγιος Ανδρέας, ο αρχιεπίσκοπος Κρήτης, είχε πατρίδα του την ξακουστή Δαμασκό. Γεννήθηκε από θεοσεβείς και ενάρετους γονείς, τον Γεώργιο και την Γρηγορία κοντά στο 660 μ.Χ. Έως τα επτά χρόνια του, δεν μπορούσε να μιλήσει καθόλου. Οι γονείς του ήταν πολύ πικραμένοι γι αυτό. Φοβούνταν μήπως μείνει βουβός σ’ όλη του την ζωή.
Ο Παντοδύναμος όμως Θεός δεν σκεπτόταν έτσι. Όταν μετά τα επτά χρόνια του πήγε κάποτε με τους γονείς του να μεταλάβει το Πανάχραντο Σώμα και αίμα του Κυρίου, έγινε το θαύμα του. Μόλις δέχθηκε τα άγια Μυστήρια, η γλώσσα του λύθηκε κι άρχισε να μιλάει, χωρίς εμπόδια.
Τότε οι γονείς του τον στείλανε στο σχολειό για να μάθει τα ιερά γράμματα.
Ο Ανδρέας, που είχε εξαιρετικό μυαλό, αφοσιώθηκε στα γράμματα με πολλή προθυμία και επιμέλεια.
Υποτακτικός του Πατριάρχον Ιεροσολύμων
Με την σκέψη δε, ότι δεν θα μπορούσε διαφορετικά να ενωθεί με τον Θεό, παρά μόνον, αν ελευθερωθεί από τα γήινα και υλικά αγαθά, παρεκάλεσε τους γονείς του να τον αφιερώσουν στο Θεό.
Άλλωστε δεν αισθανόταν καμιά κλίση και καμιά αγάπη για τα κοσμικά πράγματα. Οι γονείς του τον πήγαν στην Ιερουσαλήμ και τον αφιέρωσαν στον ζωοδόχο Τάφο του Κυρίου, σαν ευπρόσδεκτη προσφορά, κατά το 675 περίπου.
Τότε Πατριάρχης Ιεροσολύμων ήταν ένας ενάρετος και αγιότατος άνθρωπος, Θεοδόσιος ονόματι, που με πολλή χαρά δέχθηκε τον νέον και τον έκανε πνευματικό του παιδί.
Τον έντυσε με το Μοναχικό σχήμα και τον χειροτόνησε διάκονο. Τον φρόντιζε πολύ, τον ανέτρεφε με αρετές, για να τον κάμη τέλειο άνδρα και πιστό υπηρέτην του Χριστού.
Τον έκανε δε νοτάριο, δηλ. υπογραφέα.
Όμως μετά από λίγο καιρό ο Πατριάρχης Ιεροσολύμων έφυγε στους ουρανούς, μέσα απ’ την αγκαλιά του πνευματικού του τέκνου.
Άφησε δε τον Άγιο Ανδρέα, μαζί με τον οικονόμο της Εκκλησίας, κυβερνήτη και επίτροπο των εκκλησιαστικών πραγμάτων. Γιατί ήταν τόσο νέος ο Άγιος, ώστε δεν έπρεπε να τον αφήσει μονάχο διάδοχο του θρόνου του.
Αλλά ο Άγιος, αν και ήτο νέος στην ηλικία, δεν ήτο όμως καθόλου κατώτερος στην αρετή από οποιονδήποτε άλλον προστάτη της Εκκλησίας. αυτός για την Εκκλησία των Ιεροσολύμων υπήρξε και πατέρας και διδάσκαλος και οικονόμος και υπηρέτης και θαυμάσιο παράδειγμα.
Αποστέλλεται εις Κωνσταντινούπολη
Το 681 συγκαλείται η έκτη Οικουμενική Σύνοδος η οποία καταδίκασε την αίρεση των Μονοθελητών και έγραψε σ’ ένα ιερό τόμο τα δόγματα της Πίστεως.
Οι πρόκριτοι της Ιερουσαλήμ, σκεφθήκανε να στείλουν στην Κωνσταντινούπολη τον Ανδρέα με άλλους δυο κληρικούς, επειδή αυτός ήταν τόσο καλλιεργημένος στα δόγματα της πίστεως και είχε την δύναμιν του λόγου και την χάριν του αγίου Πνεύματος.
Επήγε και επεχείρησε την ομολογία της Ιεροσολυμίτικης Εκκλησίας και εκείνα, που έλλειπαν, τα συμπλήρωσε προφορικά με την καλή του γλώσσα.
Ζει Ασκητική ζωή
Μετά την Οικουμενική Σύνοδο αυτός παρέμεινε στην Κωνσταντινούπολη για ν’ απαλλαγεί από τις εκκλησιαστικές υποθέσεις και να περάσει την υπόλοιπη ζωή ήρεμη και μοναχική.
Έτσι αφοσιώθηκε στη θεία μελέτη και θεωρία, με φοβερό αγώνα νηστείας, αγρυπνίας και δακρύων. Φαίνεται, ότι μόναζε εις την Ιερά Μονή των Βλαχερνών.
Επειδή όμως ο Πατήρ αυτός έδειξε τόση λαμπρότητα, όχι μονάχα στα λόγια, αλλά και στις πράξεις, δεν μπόρεσε να κρυφτεί, ούτε από τον βασιλιά ούτε από την Εκκλησία.
Του εμπιστευτήκανε την διαχείριση και την διοίκηση του Ορφανοτροφείου και φάνηκε τόσα αντάξιος, που τα ορφανά και των δύο Ορφανοτροφείων της Κωνσταντινουπόλεως τον ονόμαζαν πατέρα.
Και όχι μονάχα καλυτέρεψε το σιτηρέσιο, άλλα και τους χώρους, διότι πρόσθεσε μεγάλα οικοδομήματα.
Αρχιεπίσκοπος Κρήτης
Πήρε μάλιστα και μεγαλύτερο αξίωμα, γιατί ανέβηκε με την αξιοσύνη του σε όλα και στον υψηλό βαθμό της Αρχιεροσύνης: Έγινε κατά το 710 Μητροπολίτης της ξακουστής νήσου Κρήτης και μέσον αυτής ποιμήν και δάσκαλος όλης της Εκκλησίας του Χριστού.
Ανέλαβε, λοιπόν, την επαρχία του και άρχισε το έργο του, με τόση αγάπη, με τόσο ζήλο, με τόση επιμέλεια και αφοσιώθηκε στην πρόοδο, και σωτηρία του ποιμνίου του.
Κατά πρώτον, έφερε σε πολύ σεμνή τάξη τους Ιερωμένους. Τους υπέδειξε με αγάπη πατρική, πώς πρέπει να είναι οι ιερείς, που αξιώνονται να πλησιάζουν, όχι μονάχα αυτοί, στο πρώτο και απρόσιτο φώς, δηλ. τον Θεό, αλλά να φωτίζουν και τους άλλους διά να συμφιλιώνονται με τον Θεό.
Κατόπιν έφερε εις τάξη τους Παρθενώνας και τα Μοναστήρια. Ενίσχυσε τον μοναχικό βίο. Όρισε νόμους και σύμφωνα με αυτούς έπρεπε να πολιτεύονται.
Έπειτα φρόντισε για τους κοσμικούς, διδάσκοντας και παροτρύνοντας αυτούς να προσπαθούνε να πλησιάσουν τον Θεό και να μη δεσμεύονται στα κοσμικά και σαρκικά.
Να καταφρονούν τις κοσμικές απολαύσεις και να αγωνίζονται για την εκτέλεση των εντολών του Θεού και την σωτηρία της ψυχής των.
Ίδρυσε πτωχοκομεία και Νοσοκομεία διά τους πτωχούς και ασθενείς. Διέθετε για την συντήρηση των και τα δικά του έσοδα. Παρεστάθει στο λαό σε ώρες ανομβρίας και πείνας.
Παιδαγωγούσε τους νέους, σωφρόνιζε τους γέρους, έφερνε σ’ επίγνωση τους αμαρτωλούς, έδιδε ελπίδα στο θείο έλεος εις τους μετανοούντες, παρακινούσε στον αγώνα της αρετής αυτούς που αγωνίζονταν, βοηθούσε αυτούς που πειράζονταν από το διάβολο, συγκρατούσε αυτούς που κινδύνευαν να πέσουν πάλι στην αμαρτία και σήκωνε εκείνους που έπεφταν.
Άνοιξε δε και τον αγαθό θησαυρό της καρδίας του και σκόρπιζε λόγια σοφά και στολισμένα με την χάρη του αγίου Πνεύματος.
Συγγραφική δράση
Με θεία έμπνευση, σοφία και σύνεση έγραψε πολλά βιβλία, στα όποια παρουσιάζεται θαυμάσια ως ρήτωρ και Θεόπνευστος Θεολόγος. Διότι με τους λόγους αυτούς εγκωμιάζει υπέροχα την Υπεραγία Μητέρα του Υιού και Λόγου του Θεού στις διάφορες Θεομητορικές γιορτές.
Εγκωμιάζει επίσης και τον ζωοποιό Σταυρό του Σωτήρος, πάνω στον οποίον ο προ αιώνων Θεός υπέμεινε τα Άγια πάθη και τον θεληματικό θάνατο και μας έκανε παιδιά του Θεού και κληρονόμους της Βασιλείας και της Δόξης Του.
Εγκωμιάζει ακόμη πολλές άλλες Δεσποτικές εορτές και μερικούς αγίους. Με αυτά τα εγκώμια έκανε, σαν δικά του, τα μαρτύρια εκείνων. αλλά με εξαιρετικό τρόπο εγκωμιάζει τον Πρόδρομο Ιωάννη.
Συνέθεσε δε, σύμφωνα με την μουσική τέχνη, πολλούς κανόνες και τροπάρια, με τα όποια όχι μόνον λαμπρύνει τις γιορτές και παρακινεί τους Χριστιανούς σε πνευματική χαρά και αγαλλίασε, αλλά προξενεί κατάνυξη και κάνει αυτούς που τους ψάλλουν και διαβάζουν, να χύνουν δάκρυα.
Έκτος από όλα αυτά συνέθεσε και τον Μεγάλο Κανόνα, που ψάλλετε την Τετάρτη και Πέμπτη της 5ης εβδομάδος των Νηστειών, που δεν προκαλεί μονάχα μετάνοια και κατάνυξη, αλλά και δίδει πολυμάθεια.
Διδάσκει τους Χριστιανούς με ποιά διάθεση πρέπει να διαβάζουν τις Ιερές Ιστορίες της αγίας Γραφής και πώς πρέπει να μεταχειρίζονται αυτές, σαν υλη και αφορμή για υψηλότερες ηθικές θεωρίες και διδάγματα.
Ο Άγιος Ανδρέας δεν ωφέλησε μόνον με το κήρυγμα του το ποίμνιο του, άλλα στόλισε και όλη την Εκκλησία, με έργα και κατορθώματα μεγαλοπρεπή. Διότι τους ερειπωμένους Ναούς του Θεού διόρθωσε, με πλούσια και φιλότιμη βοήθεια.
Επίσης καινούργια Εκκλησία ωραιότητα έκτισε προς τιμήν της Υπεραγίας Θεοτόκου και Αειπαρθένου Μαρίας που τον ονόμασε Βλαχέρνας. Ωσαύτως και ξενοδοχείο καινούργιο έκτισε, για το ξεκούρασμα των γερόντων, την θεραπεία των ασθενών, τη σκέπη των ξένων και φτωχών.
Σ’ αυτούς έδιδε πλουσιοπάροχα ότι τους χρειαζόταν. Ξόδευε συνετά και θεάρεστα τα χρήματα του Θεού.
Προσπαθούσε να εφαρμόζει τα διδάγματα και τις εντολές του Χριστού. Εργαζόταν με ζήλο, για να κάνει καλές πράξεις.
Υπηρετούσε στο ξενοδοχείο τους άρρωστους και τους ξένους με τα ίδια του χέρια, φορώντας την ποδιά και πλένοντας τα χέρια, τα πόδια, τα κεφάλια τους.
Καθάριζε τις πληγές των άρρωστων το πύο και τα αίματα Τέτοια φλόγα είχε η αγάπη του προς τον Θεό και τον πλησίον του!
Η κοίμησης του
Κάποτε παρουσιάσθηκε ανάγκη να υπάγει στην Κωνσταντινούπολη. Όταν έφτασε εκεί τον υποδέχθηκαν με πολλές τιμές και περισσότερο σέβας, όχι μόνον από την Εκκλησία, άλλα και από τον βασιλιά και, όλους τους άρχοντας. Η φήμη του ήταν μεγάλη..
Όσο παρέμεινε στην Βασιλεύουσα, χάριζε σ’ αυτούς που πεινούσαν, το πνευματικό ψωμί, τον λόγο δηλ. του Θεού. Βοηθούσε ακόμη τους αδικουμένους, υπερασπιζόταν τις χήρες, προστάτευε τα ορφανά και παρηγορούσε τους θλιμμένους.
Τέλος ετοιμαζόταν να γυρίσει στην επαρχία του. Είχε όμως προαισθανθεί, ότι δεν θα ξαναδεί το ποίμνιο του και παρέδωσε τον εαυτόν του στο Άγιο Πνεύμα, που τον καθοδηγούσε.
Μπήκε στο πλοίο με κατεύθυνση την Κρήτη. Όταν όμως. Το πλοίο έφθασε στη Μυτιλήνη και έμαθε, ότι ο τόπος, καλείται Ερεσός, είπε:
«Ἐδῶ πρέπει νά ἀποδώσω εἰς τόν Θεό τήν εἰκόνα ἤν μοί ἔδωκεν Ἐκεῖνος, ἤτοι ἐδῶ μέλλω ὡς ἀποθάνω».
Έτσι κι έγινε. Εκεί εκοιμήθη το 740 περίπου. Λύθηκε από τον δεσμό του σώματος και ανέβηκε χαρούμενος προς τον ποθούμενο Θεό, φωτισμένος από το απρόσιτο φώς της θεότητας και απολαμβάνοντας τα ανείπωτα αγαθά της Βασιλείας του Θεού.
Το δε ιερό του λείψανο τοποθετήθηκε εις τον Ναό της Αγίας και καλλινίκου Μάρτυρος Αναστασίας, σαν θησαυρός πολύτιμος και σαν πηγή αιώνια ιαμάτων, εις δόξα Πατρός, Υιού και Αγίου Πνεύματος.
Ἀπολυτίκιον. Ἦχος πλ. ἅ΄ Τόν συνάναρχον λόγον
Τοῦ Δαβίδ τήν κινύραν Πάτερ μιμούμενος, ἕν Ἐκκλησία ὁσίων προσάδεις ἄσμα καινόν, ὡς σοφός ὑφηγητής τοῦ Θείου Πνεύματος σύ γάρ ἐβρόντησας ἠμίν, τάς τῆς χάριτος ὠδᾶς, καί λόγον δικαιοσύνης, Ἀνδρέα Πατέρων κλέος, πρός σωτηρία τῶν ψυχῶν ἠμῶν.
Κοντάκιον. Ἦχος Τά ἄνω ζητῶν
Σαλπίσας τρανῶς τά θεία μελωδήματα, ἐδείχθης φωστήρ, τῷ κόσμω τηλαυγέστατος, τῷ φωτί λαμπόμενος τῆς Τριάδος, Ἀνδρέα Ὅσιε. Ὅθεν πάντες βοῶμεν σοί μή παύση πρεσβεύων ὑπέρ πάντων ἠμῶν.
Μεγαλυνάριον
Χαίροις εὐσέβειας θεῖος αὐλός, καί τῆς Ἐκκλησίας, τό ψαλτήριον τό τερπνόν, οὗ γάρ τάς ὑψώσεις, τάς θείας μεγαλύνεις, Ἀνδρέα θεηγόρε, λόγων λαμπρότητι.