Δύο όσιοι είναι γνωστοί με τό όνομα αυτό. Ο πρώτος ήταν μαθητής του αγίου Αρσενίου του Μεγάλου [8 Μαΐου] και έγινε ο ίδιος διδάσκαλος για πολλούς μοναχούς. Όταν οί Μαζικές επιτέθηκαν στην Σκήτη το 407, οί αδελφοί τον κάλεσαν να φύγει μαζί τους. Καί λέγει ο άββάς Δανιήλ: «Εάν δεν φροντίζει για μένα ο Θεός, γιατί να ζώ;» Καί πέρασε ανάμεσα στους βαρβάρους καί δεν τον είδαν. Λέγει τότε μέσα του: «Ιδού ο Θεός έφρόντισε για σένα καί δεν απέθανες. Κάνε λοιπόν καί συ τό ανθρώπινο καί φύγε όπως οι Πατέρες». Μεταξύ άλλων έλεγε: «Όσο ακμάζει τό σώμα τόσο αδυνατίζει ή ψυχή καί όσο αδυνατίζει τό σώμα τόσο ακμάζει ή ψυχή». Αφού έζησε σαράντα χρόνια στήν έρημο της Σκήτης, εκοιμήθη εν ειρήνη περί το 420.
Ό δεύτερος αββάς Δανιήλ έζησε τον 6° αιώνα. Έγινε μοναχός στήν Σκήτη από μικρό παιδί. Σε μία επιδρομή συνελήφθη από τους βαρβάρους καί παρέμεινε δύο χρόνια αιχμάλωτος. Εξαγοράστηκε από έναν ευσεβή χριστιανό, άλλα αιχμαλωτίσθηκε πάλι για έξι μήνες, τούτη την φορά όμως μπόρεσε να διαφύγει. Τον ξανάπιασαν γιά τρίτη φορά καί σε μιά στιγμή πού ο φύλακας του ήταν απασχολημένος με τήν φυσική του ανάγκη βρήκε τήν ευκαιρία να του πετάξει μία πέτρα, να τον σκοτώσει καί να διαφύγει. Όταν εξομολογήθηκε το συμβάν στον αρχιεπίσκοπο Αλεξανδρείας, Τιμόθεο, εκείνος του είπε ότι ο Θεός θά τον γλύτωνε όπως καί τίς προηγούμενες φορές, δεν τον έμεμψε όμως γιά τον φόνο. Επειδή ή συνείδηση του δεν έβρισκε ανάπαυση, ο Δανιήλ πήγε νά ζητήσει συμβουλή στον πάπα της Ρώμης, στους πατριάρχες Κωνσταντινουπόλεως καί Ιεροσολύμων, καθώς καί στον αρχιεπίσκοπο Εφέσου. Όλοι τους ήσαν της ίδιας γνώμης. Παρά ταύτα εκείνος συνέχισε νά κρίνει τον εαυτό του ένοχο καί τελικά παραδόθηκε στο δικαστήριο ζητώντας νά καταδικασθεί εις θάνατον γιά φόνο, προκειμένου νά αποφύγει τήν αιώνια τιμωρία. Μετά από τριάντα ήμερες φυλάκισης, ο διοικητής τής Αλεξάνδρειας τον κάλεσε να παρουσιασθεί και αφού τον άκουσε, τον άφησε ελεύθερο ζητώντας να προσεύχεται γι’ αυτόν. Ό αββάς Δανιήλ επέστρεψε στήν Σκήτη, αλλά έγινε υπηρέτης ενός λεπρού τον όποιο διακονούσε στο κελλί του κάθε ήμερα σε ολη τήν ζωή του, για να εξιλεωθεί για τό αμάρτημα του.
Έγινε τόσο ονομαστός γιά τις αρετές του, ώστε ονομάσθηκε Πατέρας τής Σκήτης και τον τιμούσαν σέ όλη τήν Αίγυπτο ως «νέο Αβραάμ και ξενιστή του Χριστού». Αυτός οδήγησε στήν οδό τής τελειώσεως τήν άγια Αναστασία τήν Πατρικία [10 Μάρτ.] πού ζούσε μεταμφιεσμένη σέ ευνούχο σέ κοντινή απόσταση από τήν Σκήτη, τον άγιο Εύλόγιο τόν Ξενοδόχο [27 Απρ.], όπως και τους άγιους Ανδρόνικο και Αθανασία [9 Όκτ.]. Διέ-πρεπε στήν ανακάλυψη κρυφών άγιων, όπως του Μάρκου του σαλού τής Αλεξανδρείας ή τής μοναχής τής Μονής Έρμουπόλεως, ή οποία υποκρινόταν τήν μέθυση γιά νά επισύρει επάνω της τήν περιφρόνηση, της άγιας Θωμαΐδος, τής μάρτυρος τής αγνείας [14 Απρ.], και του αββά Δουλά.
Πηγή: Νέος Συναξαριστής της Ορθοδόξου Εκκλησίας