Ο Άγιος Νεομάρτυς Γεώργιος εξ Ιωαννίνων εορτάζει στις 17 Ιανουαρίου ε.ε.

Ο νεομάρτυς Γεώργιος, ο νέος αθλητής του Χριστού, το καύχημα των Ιωαννίνων, γεννήθηκε το 1808 στο χωριό Τζούρχλη (τώρα Άγιος Γεώργιος) των Γρεβενών. Οι γονείς του ήταν πάμπτωχοι σε υλικά αγαθά, πλούσιοι όμως σε πίστη και αρετές. Αυτά φύτεψαν μέσα στην τρυφερή ψυχή του γιου τους.

Με την πάροδο του χρόνου προσελήφθη ως ιπποκόμος στην υπηρεσία του Χατζή Αβδουλάχ που ήταν αξιωματικός του Εμίν πασά. Οι Τούρκοι δεν τον φώναζαν με το όνομά του αλλά με το «Γκιαούρ Χασάν» και έτσι οι περισσότεροι Τούρκοι τον θεωρούσαν Οθωμανό.

Το 1836 ο Αβδουλάχ ήρθε στα Ιωάννινα. Όταν ο Γεώργιος έφθασε σε ηλικία γάμου, αρραβωνιάσθηκε μια νέα και ενάρετη Χριστιανή, την Ελένη.

Ένας χότζας, που γνώριζε πως ο Γεώργιος εργάζεται στον Αβδουλάχ και τον φώναζαν με τούρκικο όνομα «Γκιαούρ Χασάν», σταμάτησε μια ημέρα τον ευλογημένο Γεώργιο και του λέγει: «Πως εσύ, ενώ είσαι Τούρκος, θέλεις να πάρεις Χριστιανή γυναίκα»; Ο δε Άγιος αποκρίθηκε: «Εγώ, που είμαι Χριστιανός, θέλω να πάρω και Χριστιανή γυναίκα».

Ο χότζας τρέχει και τον συκοφαντεί στο δικαστή λέγοντας: «Κάποιος ζητά να πάρει γυναίκα Χριστιανή, ενώ τον ξέρω για Τούρκο».

Ο δικαστής δίνει εντολή να συλλάβουν τον Άγιο. Φέρουν τον Γεώργιο μπροστά στον δικαστή και εκείνος τον ρωτάει αν είναι Χριστιανός ή Τούρκος. Ο Γεώργιος αποκρίνεται με θάρρος: «Εγώ είμαι Χριστιανός» και έκανε το σημείο του Σταυρού.

Βλέποντας ο δικαστής αυτά έστειλε τον Άγιο στο βεζύρη και εκεί ο Γεώργιος ομολογεί πως είναι Χριστιανός. Ο βεζύρης, μόλις έμαθε πως ο Άγιος εργαζόταν στον Αβδουλάχ, τον κάλεσε και τον ρώτησε αν πράγματι είναι Χριστιανός.

Το αφεντικό του δεν αρνήθηκε πως πράγματι ήταν Χριστιανός. Ο βεζύρης τον ελευθέρωσε. Μετά από λίγες μέρες στεφανώθηκε με την Ελένη. Ο Αβδουλάχ έφυγε από τα Γιάννενα ακολουθώντας τον Εμίν πασά.

Ο Άγιος τον ακολούθησε, αλλά επέστρεψε πάλι στα Γιάννενα και προσελήφθη ως ιπποκόμος στον Μουτεσελήμη Φιλιατών. Εκεί έμεινε τρεις μήνες και επέστρεψε πάλι στα Γιάννενα.

Γύρω στα τέλη του Δεκεμβρίου του επόμενου χρόνου γέννησε η γυναίκα του γιο και ο Γεώργιος έμεινε κοντά στην οικογένειά του ζητώντας άδεια, γιατί το αφεντικό του έφυγε απ’ τα Ιωάννινα. Στις επτά Ιανουαρίου βάπτισε το γιο του και τον ονόμασε Ιωάννη.

Μία Τετάρτη του Ιανουαρίου του 1838 το πρωί ζήτησε τα καλά του ρούχα και έφυγε λέγοντας στη γυναίκα του πως θα πάει να βρει δουλειά.

Περνώντας απ’ την αγορά παρουσιάζεται ο χότζας που τον είχε συκοφαντήσει. Μαζί του ήταν και ο κατής Μπουλούμπασης. Αμέσως συλλαμβάνει τον Άγιο και του λέγει: «Έως πότε θα γελάς με την πίστη; Τούρκος είσαι ή Χριστιανός;»

Εκείνη τη στιγμή περνούσε ο αδελφός της Ελένης, ο Αλέξιος, και προσπάθησε να πάρει τον Γεώργιο από τα χέρια του χότζα και δημιουργήθηκε σύγχυση.

Απέναντι ήταν η κατοικία του Νταούτ πασά, αρχηγού των τακτικών στρατευμάτων.

Βλέποντας τη σύγχυση στέλνει ανθρώπους και του φέρνουν τον Γεώργιο και τους άλλους. Ο πασάς ρώτησε για ποιά αιτία έγινε η συμπλοκή και οι συκοφάντες απάντησαν: «Αυτός είναι Τούρκος και όλοι τον γνωρίζουμε, τώρα όμως έγινε Χριστιανός».

Τότε ο Άγιος απάντησε: «Χριστιανός γεννήθηκα, Χριστιανός είμαι και Χριστιανός θα πεθάνω». Τότε ο Νταούτ πασάς τον στέλνει στον κριτή.

Ο κριτής τον γνώρισε απ’ την πρώτη φορά και του είπε: «Χριστιανός είσαι εσύ;». Ο Άγιος απάντησε: «Ναι» και ο κριτής του λέγει: «Ένα καιρό ήσουνα Χριστιανός, μα τώρα είσαι Τούρκος». Ο Άγιος δυναμωμένος απ’ τη θεία Χάρη του απαντά: «Όχι, Χριστιανός είμαι και εσύ ο ίδιος το μαρτυρείς».

«Όλοι αυτοί εδώ μαρτυρούν πως ήσουνα Τούρκος και μετά απ’ αυτό ένα απ’ τα δύο θα γίνει: ή θα τουρκέψεις ή θα πεθάνεις». Ο Άγιος απάντησε: «Ότι θέλεις κάνε».

Εκεί βρισκόταν και ένας γέρος αρνησίθρησκος και λέγει στον Άγιο: «Εγώ είχα εβδομήντα χρόνια σ’ αυτή την πίστη και τώρα έγινα Μουσουλμάνος», ο δε Άγιος του απαντά: «Ώ αναίσχυντε, άφησες την πίστη μας που είναι λαμπρότερη και από τον ήλιο.

Με ποιά συνείδηση χωριστήκες απ’ την οικογένειά σου και μάλιστα ο ένας γιός σου είναι ιερέας; Δεν πόνεσε η ψυχή σου να τους αποχωρισθείς;».

Ακούγοντας αυτά οι Τούρκοι εξοργίστηκαν και τον οδηγούν απ’ τον κριτή στον ανθύπατο. Εκεί ομολογεί πάλι τον Χριστό. Τέλος με διαταγή του ανθυπάτου φυλακίζεται. Στη φυλακή συνάντησε και άλλους Χριστιανούς και τον ρώτησαν για ποιά αιτία φυλακίσθηκε. Ο Άγιος τους διηγήθηκε τα γενόμενα.

Εκείνοι άρχισαν να τον ενθαρρύνουν για το μαρτύριο. Την επομένη μέρα οδηγούν τον Άγιο στον δικαστή, ο οποίος τον παρεκίνησε με τους άλλους να τουρκέψει, αλλά αρνήθηκε λέγοντας: «Χριστιανός είμαι, Χριστιανός αποθνήσκω».

Μετά τον οδηγούν στο δεσμωτήριο και βάζουν τα πόδια του στο τιμωρητικό ξύλο και στα νύχια του έβαλαν αγκάθια και τον κτυπούσαν συνεχώς και ο πόνος ήταν μεγάλος.

Το άγιο σώμα του έγινε ολόκληρο μια πληγή. Επάνω του έβαλαν πλάκα βάρους πενήντα οκάδων. Αυτός όμως κοιμήθηκε ελαφρά και δεν αισθάνθηκε το βάρος. Όταν ξύπνησε τον ρώτησαν οι άλλοι: «Αδελφέ, πως πέρασες απόψε; Φοβηθήκαμε μήπως αποθάνεις από το βάρος της πέτρας».

Ο Άγιος είπε: «Δεν αισθάνθηκα κανέναν πόνο, είδα και οπτασία που με ενίσχυσε. Ένας νέος λευκοφορεμένος ήλθε και μου είπε: «Μη φοβάσαι, Γεώργιε»». Την άλλη μέρα ήταν Σάββατο και τον οδηγούν ξανά στον δικαστή για να κηρύξει για τρίτη φορά την πίστη του στον Χριστό.

Ο δικαστής του λέγει: «Τι αποφάσισες; Ήρθε η ώρα να θανατωθείς». Ο Άγιος του απάντησε: «Ότι θέλεις κάμε, δεν σε φοβούμαι καθόλου».

Βλέποντας το θάρρος του αποφάσισε να τον ελευθερώσει. Αλλά οι Τούρκοι φώναζαν ότι πρέπει να θανατωθεί ο υβριστής του Μωαμεθανισμού. Ένας Τούρκος ο Σιέχ Αλής παρουσιάστηκε δύο φορές στο Βεζύρη και τον παρεκίνησε να καταδικάσει τον Άγιο.

Την ώρα που ο δικαστής εξέδωκε την απόφαση μια αστραπή αυλάκωσε τον ουρανό και ακούστηκε τρομερός κρότος. Στη λίμνη έγινε μεγάλος αναβρασμός, όλοι φοβήθηκαν και μερικοί είπαν: «Κάποιος δίκαιος στέλνεται στην κρεμάλα».

Μόλις τα έμαθαν αυτά οι Χριστιανοί των Ιωαννίνων, κατέβαλαν κάθε δυνατή προσπάθεια για να ελευθερώσουν τον Γεώργιο, αλλά στάθηκε αδύνατο.

Έστελναν ανθρώπους στη φυλακή να ενθαρρύνουν τον Άγιο και ο μακάριος τους έλεγε: «Μη φοβείσθε, αδελφοί, και εγώ θα μαρτυρήσω προθυμότατα για τον Χριστό μας».

Όσον καιρό ήταν στη φυλακή, οι Τούρκοι δεν σταμάτησαν να τον παρακινούν να τουρκέψει, δίδοντάς του ως αντάλλαγμα πολλά αγαθά και δόξες. Ο δε Άγιος τους απαντούσε: «Είμαι Χριστιανός».

Όταν λοιπόν ξημέρωσε η Δευτέρα, 17 Ιανουαρίου 1838 γύρω στις 9 η ώρα έρχονται πέντε δήμιοι. Τότε ένας Χριστιανός λέγει στον Άγιο: «Μη φοβηθείς, αδελφέ, αλλά υπόμενε, λίγος είναι ο πόνος, υστέρα θα χαίρεσαι στον αιώνα τον άπαντα».

Ενώ έλεγαν αυτά, ο δεσμοφύλακας άνοιξε την πόρτα και λέγει στον Άγιο να σηκωθεί. Τον παρέλαβαν οι δήμιοι και τον οδήγησαν στον τόπο του μαρτυρίου.

Ο Άγιος έτρεχε με μεγάλη προθυμία «ως η διψώσα έλαφος επί τας πηγάς των υδάτων», όπως λέγει ο Προφητάναξ Δαυΐδ.

Φέροντας λοιπόν τον Άγιο στην τοποθεσία που λέγεται Κουρμανιό τον ρώτησαν πάλι: «Τι είσαι συ;». Ο Άγιος είπε: «Χριστιανός, προσκυνώ τον Χριστό μου και την Δέσποινά μου Θεοτόκο».

Έπειτα παρακάλεσε τους δήμιους να του λύσουν τα χέρια και, αφού τα έλυσαν, έκανε το σημείο του Σταυρού και είπε προς τους Χριστιανούς: «Συγχωρείστε με, αδελφοί, και ο Θεός ας συγχωρήσει εσάς».

Οι δήμιοι πέρασαν το σχοινί στο λαιμό του Μάρτυρος και αφού το τράβηξαν, παρέδωσε το πνεύμα του στα χέρια του Κυρίου.

Κατά τη συνήθεια των Τούρκων το άγιο λείψανο έπρεπε να μείνει τρεις ημέρες στην αγχόνη. Κάθε βράδυ οι φύλακες έβλεπαν ουράνιο φως που έλαμπε γύρω από τον Άγιο και το νόμιζαν για αστραπή που θα τους έκαιε.

Μετά τρεις ημέρες, κατόπιν παρακλήσεως των Χριστιανών, ο Βεζύρης κάλεσε τον Μητροπολίτη Ιωαννίνων Ιωακείμ και του έδωσε την άδεια ενταφιασμού του αγίου λειψάνου.

Το πήραν οι Χριστιανοί και το έφεραν στο Μητροπολιτικό ναό του αγίου Αθανασίου, όπου είχαν συγκεντρωθεί όλοι οι Αρχιερείς και πλήθος χριστιανών και ενταφίασαν το άγιο λείψανο στο αριστερό μέρος της Εκκλησίας.

Όσοι από τους Χριστιανούς έλαβαν κάτι είτε από το σχοινί που κρέμασαν τον άγιο είτε από τα ενδύματά του είδαν μεγάλη ωφέλεια, και όσοι ασθενείς έτρεχαν στον τάφο του Αγίου με πίστη θεραπεύονταν.

Στις 19 Σεπτεμβρίου του 1839 ο Νεομάρτυς Γεώργιος ανακηρύσσεται από την Εκκλησία μας Άγιος και Εθνομάρτυς βάσει της εκθέσεως την οποία έστειλε ο Μητροπολίτης Ιωαννίνων και η οποία υπεγράφη από τον πρώην Βελλάς Λεόντιο και Περιστεράς Σεραφείμ και από άλλους κληρικούς και λαϊκούς, οι οποίοι βεβαίωσαν την τέλεση πολλών θαυμάτων στον τάφο του Νεομάρτυρος. Η μνήμη του εορτάζεται στις 17 Ιανουαρίου.

Ας δοξάσουμε και εμείς τον Πανάγαθο Θεό, γιατί ο θάνατος του αγίου Γεωργίου του νεομάρτυρος έγινε ανάσταση των πιστών και πτώση των απίστων.

Στις 26 Οκτωβρίου του 1971 έγινε η ανακομιδή των ιερών λειψάνων του αγίου Γεωργίου πολιούχου της πόλεως των Ιωαννίνων, παρουσία πολλών Αρχιερέων και πλήθους κόσμου.

Μετέφεραν τα λείψανά του στον νέο ναό που φέρει το όνομά του και βρίσκεται στην πλατεία Πάργης. Εκεί σε ειδικό χώρο είναι εκτεθειμένα για προσκύνηση.

Ο άγιος Γεώργιος με το μαρτύριο του απέδειξε ότι πράγματι ήταν ένα γνήσιο παιδί του Θεού και της Ελλάδος. Γιατί βάδισε τον δρόμο του μαρτυρίου «αίρων τον Σταυρόν του Κυρίου» για την αγάπη Του και τη δόξα Του.

Και με το μαρτύριο του έγινε η αιτία να αναπτερωθεί η πίστη στον Χριστό και να σταματήσει το δυνατό ρεύμα του εξισλαμισμού που κυριολεκτικά μάστιζε τον τόπο μας.

Η θυσία του υπήρξε ένας μεγάλος σταθμός στην ιστορία της Εκκλησίας των Νεομαρτύρων και πηγή πνευματικού ανεφοδιασμού για τους Χριστιανούς που αγωνίζονταν τον καλόν αγώνα της αρετής.

Δεν στήριξε μόνον την πίστη των υπουδούλων Χριστιανών αλλά ανύψωσε και το εθνικό φρόνημα ώστε να μπορέσουν να συνεχίσουν τον αγώνα για την ελευθερία της πατρίδος μας, όπως και έγινε.

Γι αυτό εκτός από Νεομάρτυς ο άγιος Γεώργιος είναι και Εθνομάρτυς.
Έτσι δίνει ένα μεγάλο παράδειγμα για μίμηση σε μας, αφού είναι αντάξιος της πίστεως των Αγίων για τους οποίους γράφει ο Απόστολος των Εθνών ότι «δια πίστεως κατηγωνίσαντο βασιλείας» (Εβρ. ια΄ 33).

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος πλ. α΄. Τὸν συνάναρχον Λόγον
Τὸν πανεύφημον Μάρτυν Χριστοῦ Γεώργιον, Ἰωαννίνων τὸ κλέος καὶ πολιοῦχον λαμπρόν, ἐν ᾠδαῖς πνευματικαῖς ἀνευφημήσωμεν· ὅτι ἐνήθλησε στερρῶς, καὶ κατήνεγκεν ἐχθρόν, τοῦ Πνεύματος τῇ δυνάμει· καὶ νῦν ἀπαύστως πρεσβεύει, ἐλεηθῆναι τὰς ψυχὰς ἡμῶν.

Κοντάκιον. Ἦχος δ΄. Ἐπεφάνης σήμερον

Εὐκλεῶς ἀγάλλεται μεγαλαυχοῦσα, τῇ σεπτῇ ἀθλήσει σου, δι’ ἧς ἡ πόλις θησαυρόν, Ἰωαννίνω ἐκτήσατο, τῶν ἱερῶν σου Λειψάνων Γεώργιε.

Μεγαλυνάριον
Χαίροις τῆς Ἠπείρου θεῖος πυρσός, καὶ Ἰωαννίνων, ἀντιλήπτωρ καὶ ἀρωγός· χαίροις τῶν θαυμάτων, ἀκένωτος χειμάρρους, Γεώργιε παμμάκαρ, ἡμῶν βοήθεια.

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ