Ο Όσιος Ιωάννης στην αρχή είχε πέσει στην πλάνη των μονοφυσιτών. Όταν δηλαδή επί βασιλίσσης Πουλχερίας η Δ’ Οικουμενική Σύνοδος στη Χαλκηδόνα καταδίκασε τις αιρετικές δοξασίες του Ευτυχούς, ο Ιωάννης δεν θέλησε να δεχτεί τη δογματική ερμηνεία και απόφαση της συνόδου αυτής.
Αλλά το εσωτερικό της ψυχής του Ιωάννη δεν είχε εγωιστικά ελατήρια, ήταν δεκτικό, διότι οι πλούσιοι και ευσεβείς γονείς του, στη Θήβα της Αιγύπτου, τον ανέθρεψαν με την ανάλογη χριστιανική παιδεία. Έτσι ο Θεός ευλόγησε να απαλλαχτεί από την πλάνη του ως έξης.
Κάποτε πήγε στην Ιερουσαλήμ, για να προσκυνήσει τον τάφο του Κυρίου και να δεχτεί εκεί τη θεία κοινωνία. Πριν φτάσει η ήμερα εκείνη, ορθόδοξοι κληρικοί, φρόντισαν να τον διαφωτίσουν και να τον απαλλάξουν από την πλάνη του. Αλλά και πάλι ο Ιωάννης βρισκόταν σε αμφιταλάντευση.
Την παραμονή λοιπόν της ημέρας που θα κοινωνούσε, άκουσε στ’ όνειρο του φωνή, που του έλεγε ότι είναι ανάξιοι να κοινωνούν όσοι χωρίζονται από την αλήθεια της ορθόδοξης εκκλησίας. Τότε ο Ιωάννης πείστηκε οριστικά. Όταν επέστρεψε στην Αίγυπτο, μόνασε στον τόπο Χοζεβά.
Μάλιστα, τόσο πολύ ανέπτυξε τις αρετές της Ορθοδοξίας, που ο Θεός τον αξίωσε να θεραπεύει δαιμονισμένους με την προσευχή του. Κατόπιν τον έκαναν επίσκοπο Καισαρείας, αλλά αυτός επέστρεψε στο ασκητήριό του, όπου και πέθανε ευεργετώντας αναρίθμητες ψυχές με την ορθόδοξη διδασκαλία του.