Η Εκκλησία μας τιμά τη σύναξη του Τιμίου Προδρόμου και Βαπτιστού Ιωάννου. Ο Τίμιος Πρόδρομος είναι το πρόσωπο εκείνο, το οποίο εγκωμίασε ο Χριστός περισσότερο από κάθε άλλο άνθρωπο.
“Μείζων εν γεννητοίς γυναικών προφήτης Ιωάννου του Βαπτιστού ουδείς εστί” (Λουκ. ζ’ 28).
Είναι ο μεγαλύτερος των Προφητών, όχι ως προς την ηλικία, αφού έζησε μόνο τριάντα χρόνια, αλλά ως προς τη χάρη και τη δόξα, γιατί αξιώθηκε όχι μόνο να δει, αλλά και να βαπτίσει “τον κηρυττόμενον” Μεσσία.
Στη συνέχεια όμως ο Χριστός τόνισε ότι ο μικρότερος στη Βασιλεία των Ουρανών είναι μεγαλύτερος από τον άγιο Ιωάννη τον Πρόδρομο.
Και το είπε αυτό, σύμφωνα με την ερμηνεία του ιερού Χρυσοστόμου, για να μη παρασυρθούν οι όχλοι από την υπερβολή των επαίνων και θεωρήσουν τον Ιωάννη ανώτερο από τον Θεάνθρωπο Χριστό.
Αλλά και σύμφωνα με μια άλλη ερμηνεία, του εκκλησιαστικού Συγγραφέα του 4ου μ.Χ. αιώνα, Διδύμου του Τυφλού, ο μικρότερος από τους Αγίους Αποστόλους, ο άγιος Ιωάννης ο Θεολόγος, είναι μεγαλύτερος του Προδρόμου, αφού οι Απόστολοι είναι ανώτεροι από τους Προφήτες.
Είναι γέννημα στείρας γυναίκας και καρπός προσευχής. Από έμβρυο έξι μηνών στην μήτρα της Ελισάβετ έλαβε τη χάρη του Αγίου Πνεύματος και σκίρτησε όταν η Παναγία συνάντησε τη μητέρα του και με το στόμα της προφήτευσε και ονόμασε τη Μαρία Μητέρα του Θεού.
Το όνομα Ιωάννης, που έλαβε, ήταν και αυτό δώρο του Θεού, όπως και ο ίδιος.
Η ασκητική του ζωή σκανδάλισε πολλούς από τους συγχρόνους του, που δεν μπορούσαν να αντιληφθούν τον αγγελικό τρόπο της ζωής του, και τον κατηγορούσαν ότι είναι δαιμονισμένος.
Βέβαια, το γεγονός αυτό, δηλαδή το να κατηγορούν οι άνθρωποι κάποιο συνάνθρωπό τους, επειδή θέλει να ζήσει όχι όπως εκείνοι, αλλά με διαφορετικό τρόπο, συνέβαινε και σε άλλες εποχές, όπως συμβαίνει και στις ημέρες μας, αφού και σήμερα υπάρχουν πολλοί που κατηγορούν αυτό που δεν μπορούν να καταλάβουν με τη δική τους λογική.
Εκτός όμως από το καταλαβαίνω υπάρχει και το αισθάνομαι.
Δηλαδή, πέρα από τη λογική υπάρχει και η καρδιά, που όταν μεθά από το δυνατό κρασί της άκτιστης χάρης του Αγίου Πνεύματος, απαρνείται όλες τις ψευτοχαρές της εφήμερης αυτής ζωής.
Αυτή τη μέθη οι άγιοι Πατέρες την ονομάζουν νηφάλια. Όταν κάποιος γευτεί την αγάπη του Θεού, τότε περιφρονεί όλες τις άλλες αγάπες, προς τα υλικά πράγματα εννοείται, γιατί τις βρίσκει ψεύτικες.
Ο Τίμιος Πρόδρομος προετοίμασε τους ανθρώπους να δεχθούν το Χριστό. Το κήρυγμά του ήταν κήρυγμα μετανοίας. Ο λόγος του ήταν γεμάτος ανδρεία και δύναμη. Δεν δείλιασε και δεν δίστασε να τα βάλει με το κατεστημένο της εποχής του.
Ήλεγξε την παρανομία του βασιλιά Ηρώδη. Αλλά και τους Φαρισαίους, που καταδυνάστευαν τον λαό φορτώνοντάς τον φορτία βαριά και δυσβάστακτα, τους αποκάλεσε φίδια και γεννήματα εχιδνών.
Προπορεύθηκε του Χριστού και στον άδη και μάλιστα με χαρά, όπως ψάλλουμε στο Απολυτίκιό του, για να κηρύξει στους απ’ αιώνος θανόντας “Θεόν φανερωθέντα εν σαρκί”.
Στη συνέχεια, θα τονίσουμε τρία σημεία, λαμβάνοντας αφορμή από τα γεγονότα της ζωής του, αλλά και από το βίο και την πολιτεία του.
Πρώτον, ότι κατηγορήθηκε ως δαιμονισμένος γιατί η ζωή του, που την είχε αφιερώσει στο Θεό, ήταν διαφορετική από εκείνη των πολλών. Δεν έμενε στην πόλη, αλλά έφυγε στην έρημο, όπου ζούσε ασκητικά.
Δεν έτρωγε φαγητό, αλλά τρεφόταν με ακρίδες, δηλαδή με τις τρυφερές άκρες των φυτών, και με μέλι άγριο.
Και σήμερα, δυστυχώς, υπάρχει από πολλούς η ίδια αντιμετώπιση, όταν αποφασίσει κάποιος, και ιδίως νέος και μορφωμένος, να αφιερωθεί στο Χριστό και στην Εκκλησία Του ως ιερέας ή ως Μοναχός.
Και αν δεν τον αποκαλούν δαιμονισμένο, σίγουρα λένε ότι κάτι έπαθε στο μυαλό.
Στις περισσότερες περιπτώσεις οι άνθρωποι που αντιτίθενται και προκαλούν πολλά εμπόδια και δυσκολίες, δεν είναι άθεοι ή άσχετοι με την Εκκλησία, αλλά αντίθετα εκκλησιάζονται και μάλιστα τιμούν τους Αγίους, που ακολούθησαν τον ίδιο δρόμο.
Αυτό αν δεν είναι παραλογισμός τότε τί είναι;
Δεύτερον. Αν ήλεγξε την παρανομία του Ηρώδη και την υποκρισία των Φαρισαίων, το έκανε από αγάπη και όχι από εμπάθεια, αφού ήταν απαθής και “πλήρης Πνεύματος Αγίου”. Σκοπός του δεν ήταν η διαπόμπευσή τους, αλλά η διόρθωση και η θεραπεία τους.
Σήμερα υπάρχει η νοοτροπία να δικαιολογούμε τα λάθη μας και τα πάθη μας στηρίζοντάς τα αγιογραφικά και αγιολογικά, δηλαδή φέροντας παραδείγματα από την Αγία Γραφή και από την ζωή των Αγίων.
Έτσι, πολλοί βρίζουν, συκοφαντούν και σπιλώνουν υπολήψεις τάχα για τη δόξα του Θεού. Οι Άγιοι, όταν αναγκάζονταν να ελέγξουν, το έκαναν με πόνο, αγάπη και πολλή προσευχή για τα συγκεκριμένα πρόσωπα και αφού είχαν εξαντλήσει κάθε άλλο μέσο.
Τρίτον. Τα γεγονότα της ζωής του, ο Τίμιος Πρόδρομος, ευχάριστα και οδυνηρά, τα θεωρούσε ότι προέρχονται κατ’ ευθείαν από το Θεό, αφού χωρίς τη θέλησή Του τίποτα δεν μπορεί να συμβεί.
Και πράγματι, όχι μόνον η γέννηση και τα άλλα περιστατικά της ζωής του έγιναν επειδή το θέλησε ο Θεός, αλλά και αυτός ο θάνατός του έγινε θεϊκή Οικονομία, για να κηρύξει και “τοις εν άδη”.
Το ίδιο συμβαίνει και με κάθε έναν από εμάς. Ο Θεός μας γνωρίζει πριν ακόμα γεννηθούμε, αφού αυτός είναι η αιτία της δημιουργίας μας. Μας αγαπά περισσότερο από ό,τι νομίζουμε και φροντίζει για τον καθένα μας ξεχωριστά.
Τίποτε από όσα συμβαίνουν στην ζωή μας δεν είναι τυχαίο.
Τις αποτυχίες, τις αναποδιές και τις πιο οδυνηρές ακόμη ασθένειες τις επιτρέπει ο Θεός από αγάπη, γιατί όταν αντιμετωπισθούν σωστά μπορούν να αποδειχθούν ως οι μεγαλύτερες ευλογίες.
Πόσοι δεν μετανόησαν και έγιναν πραγματικοί άνθρωποι μετά από μια δύσκολη περιπέτεια ή μια βαριά αρρώστια;
Η εμπιστοσύνη στην αγάπη και την πρόνοια του Θεού αποτελεί το πιο σταθερό στήριγμα και στις μεγαλύτερες αναποδιές. Διώχνει τις ανασφάλειες και το άγχος και μας θέτει στην σωστή προοπτική για την ψύχραιμη και σωστή αντιμετώπιση και των πιο δύσκολων προβλημάτων.