Μαρτύρησε και αυτός στο διωγμό του Διοκλητιανού κατά της Εκκλησίας. Ήταν Ιερέας στην Καισαρεία της Καππαδοκίας και έσπειρε τον καλό σπόρο στην πόλη.
Όταν οι ναοί του Χρίστου κλείστηκαν, αυτός έκανε θεία λειτουργία σ’ ένα μυστικό ευκτήριο οίκο. Καταγγέλθηκε, αρνήθηκε την αναγνώριση των διαταγμάτων του διωγμού και έμεινε σταθερός στην ομολογία του Χρίστου.
Ο διοικητής Ούρβανός (298) διέταξε τη φυλάκιση του. Όταν ξαναδήλωσε την πίστη του, μαστιγώθηκε σκληρά. Κατόπιν ξερίζωσαν τα νύχια από τα χέρια και τα πόδια του και έπειτα άνοιξαν τα πλευρά του με σιδερένια νύχια, και τις πληγές έκαψαν με αναμμένες λαμπάδες από ρητίνη.
Αλλά ο Καρτέριος υπέμεινε νικηφόρα, εφαρμόζοντας το λόγο του Απόστολου Παύλου: «τίς υμάς χωρίσει από του Χριστού; θλίψις ή κίνδυνος ή μάχαιρα;» (Ρώμ. η’ 35). Και έτσι πήρε το αμάραντο στεφάνι της αιώνιας δόξας.
Ἀπολυτίκιον
Ήχος α’
Εν Ιορδάνη βαπτιζομένου σου Κύριε, η της Τριάδος εφανερώθη προσκύνησις· του γάρ Γεννήτορος η φωνή προσεμαρτύρει σοι, αγαπητόν σε Υιόν ονομάζουσα• και το Πνεύμα εν είδει περιστεράς, εβεβαίου του λόγου το ασφαλές. Ο επιφανείς Χριστέ ο Θεός, και τον κόσμον φωτίσας δόξα σοι.
Κοντάκιον
Ήχος δ’
Επεφάνης σήμερον τη οικουμένη, και το φώς σου Κύριε, εσημειώθη εφ᾽ ημάς, εν επιγνώσει υμνούντάς σε• Ήλθες, εφάνης, το Φώς το απρόσιτον.