Ο Άγιος Αυξέντιος γεννήθηκε στην επαρχία Βελλάς των Ιωαννίνων το 1690 μ.Χ., από γονείς ευσεβείς. Νεαρός ακόμα, πήγε στην Κωνσταντινούπολη και δούλευε την τέχνη των γουναράδων στο χάνι, το λεγόμενο Μαχμούτ-Πασά.
Αργότερα όμως, επεθύμησε τέρψεις και ηδονές, εγκατέλειψε την τέχνη του και προσλήφθηκε στα βασιλικά καράβια, όπου ξεφάντωνε με τους Τούρκους φίλους του.
Αυτοί οι φίλοι του όμως, τον συκοφάντησαν ότι αρνήθηκε τον Χριστό και ομολόγησε τη θρησκεία τους. Φοβισμένος ο Αυξέντιος εγκατέλειψε τα καράβια και αφού αγόρασε μια βάρκα, έκανε τον βαρκάρη.
Μετανιωμένος όμως για τα προηγούμενα σφάλματα του, θέλησε να μαρτυρήσει για τον Χριστό. Τυχαία τότε, συνάντησε τον Σύγκελλο της Μεγάλης Εκκλησίας Γρηγόριο Ξηροποταμηνό και εξομολογήθηκε τον πόθο του.
Αργότερα, τον συνάντησαν στον δρόμο ναυτικοί του στόλου, τον αναγνώρισαν και τον οδήγησαν στον κριτή.
Στο κριτήριο ο Αυξέντιος, παρά τα σκληρά βασανιστήρια, ομολόγησε πως είναι χριστιανός. Έτσι τον φυλάκισαν στο Πασά – Καπισί.
Στη φυλακή αυτή, ο Σύγκελλος Γρηγόριος τον επισκέφθηκε και τον ενθάρρυνε να σταθεί ανδρείος μπροστά στους άπιστους.
Ανακρινόμενος και πάλι ο Αυξέντιος επέμενε λέγοντας: «Εγώ χριστιανός γεννήθηκα και χριστιανός θέλω ν’ αποθάνω». Τότε τον καταδίκασαν σε θάνατο με αποκεφαλισμό.
Τον αποκεφάλισαν στις 25 Ιανουαρίου 1720 μ.Χ. στην Κωνσταντινούπολη. Η κάρα του Άγιου σώζεται στη Μονή Ξηροποτάμου.