Οἱ Ἅγιοι Μάρτυρες Κύρος καὶ Ἰωάννης ἄθλησαν κατὰ τὴν ἐποχὴ τοῦ αὐτοκράτορα Διοκλητιανοῦ (284 – 305 μ.Χ.). Ὁ Ἅγιος Κύρος καταγόταν ἀπὸ τὴν Ἀλεξάνδρεια, ἐνῶ ὁ Ἅγιος Ἰωάννης καταγόταν ἀπὸ τὴν Ἔδεσσα τῆς Μεσοποταμίας.
Ὅταν ξέσπασε ὁ διωγμὸς τοῦ Διοκλητιανοῦ, ὁ Ἅγιος Κύρος πῆγε σὲ ἕνα παραθαλάσσιο τόπο τῆς Ἀραβίας καί, ἀφοῦ περιεβλήθηκε τὸ μοναχικὸ σχῆμα, κατοίκησε στὸν τόπο αὐτό.
Ὁ Ἅγιος Ἰωάννης πῆγε στὰ Ἱεροσόλυμα καὶ ἐκεῖ ἄκουσε γιὰ τὰ θαύματα ποὺ ἐπιτελοῦσε ὁ Ἅγιος Κύρος. Στὴν συνέχεια μετέβη στὴν Ἀλεξάνδρεια. Ἀπὸ ἐκεῖ, ἀφοῦ ἀπὸ διάφορες φῆμες ἔμαθε ποῦ διέμενε ὁ Ἅγιος Κύρος, πῆγε καὶ τὸν βρῆκε καὶ ἔμεινε μαζί του.
Τὰ θαύματα τῶν Ἁγίων Ἀναργύρων συνέγραψε ὁ Ἅγιος Σωφρόνιος, Πατριάρχης Ἱεροσολύμων († 11 Μαρτίου), διότι οἱ Ἅγιοι θεράπευσαν τὰ μάτια του.
Κατὰ τὴν περίοδο τοῦ διωγμοῦ συνελήφθη καὶ ἡ Ἁγία Ἀθανασία, ποὺ ἦταν χήρα, καθὼς ἐπίσης καὶ οἱ τρεῖς θυγατέρες της Θεοδότη, Θεοκτίστη καὶ Εὐδοξία. Ἡ εἴδηση τάραξε τὸν Κύρο καὶ τὸν Ἰωάννη.
Ἔτσι οἱ Ἅγιοι, ἐπειδὴ φοβήθηκαν μήπως αὐτὲς δειλιάσουν ἀπὸ τὴν σκληρότητα τῶν βασανιστηρίων, ἐξαιτίας τῆς ἀδυναμίας τῆς φύσεως τῆς γυναίκας, ἔσπευσαν κοντά τους καὶ ἔδιναν σὲ αὐτὲς θάρρος, ἐνῶ παράλληλα προετοιμάζονταν καὶ οἱ ἴδιοι γιὰ τὸ μαρτύριο. Καὶ πράγματι, συνελήφθησαν καὶ αὐτοὶ καὶ ὁδηγήθηκαν στὸν ἡγεμόνα.
Ἐκεῖ διακήρυξαν μὲ παρρησία καὶ θάρρος τὴν πίστη τους στὸν Θεό. Μάταια ὁ ἡγεμόνας ζητοῦσε νὰ κάμψει τὴν ἀνδρεία τῆς μητέρας, δείχνοντας σὲ αὐτὴ τὶς θυγατέρες της καὶ ἐπιρρίπτοντάς της τὴν ἐνοχή.
Ἐκείνη, ἀφοῦ στράφηκε πρὸς τὶς θυγατέρες της, τὶς ἐνίσχυε λέγουσα ὅτι ἡ σωματικὴ ὡραιότητα εἶναι πρόσκαιρη, ἐνῶ στὴν αἰωνιότητα διατηρεῖται ἡ ὀμορφιὰ τῆς ψυχῆς τοῦ ἀνθρώπου ἀθάνατη.
Αὐτὲς δὲ ἔλεγαν πρὸς τὴν μητέρα τους ὅτι αἰσθάνονταν μεγάλη χαρά, ἐπειδὴ ἔμελλε νὰ φύγουν ἀπὸ τὸν μάταιο αὐτὸ κόσμο μαζί της γιὰ τὴν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ καὶ νὰ μὴν χωρισθοῦν ποτὲ ἀπὸ κοντά της.
Ὁ ἡγεμόνας ἐξαγριώθηκε καὶ διέταξε νὰ τοὺς ὑποβάλουν σὲ πολλὰ καὶ σκληρὰ βασανιστήρια. Μετὰ ἀπὸ τὰ βασανιστήρια ἀποκεφάλισαν διὰ ξίφους τὸν Ἅγιο Κύρο καὶ τὸν Ἅγιο Ἰωάννη, τὸ ἔτος 292 μ.Χ..
Ἔτσι μαρτύρησαν καὶ ἡ Ἁγία Ἀθανασία μὲ τὶς τρεῖς θυγατέρες της. Τὸν βίο καὶ τὸ μαρτύριο αὐτῶν ἔγραψε ὁ Σωφρόνιος ὁ Σοφιστής.
Ἡ Σύναξη αὐτῶν ἐτελεῖτο στὸ Μαρτύριο ποὺ εἶχε ἀνεγερθεῖ πρὸς τιμήν τους καὶ βρίσκεται στὴν περιοχὴ Φωρακίου.
Ἀπολυτίκιον. Ἦχος δ’. Ὁ ὑψωθεὶς ἐν τῷ Σταυρῷ.
Ὡς Ἀθλοφόροι εὐκλεεῖς τοῦ Σωτῆρος, καὶ ἰατῆρες τῶν ψυχῶν καὶ σωμάτων, Ἀνάργυροι ἐκλάμπετε ἐν πάσῃ τῇ γῇ, νόσων μὲν ἰώμενοι, ἀνωδύνως τὰ βάρη, χάριν δὲ πορίζοντες, τοῖς βοῶσιν ἀπαύστως· χαίρετε κρῆναι θείων δωρεῶν, Κῦρε θεόφρον, καὶ Ἰωάννη ἔνδοξε.
Κοντάκιον. Ἦχος γ’. Ἡ Παρθένος σήμερον.
Ἐκ τῆς θείας χάριτος, τὴν δωρεὰν τῶν θαυμάτων, εἰληφότες Ἅγιοι, θαυματουργεῖτε ἀπαύστως, ἅπαντα, ἡμῶν τὰ πάθη, τῇ χειρουργίᾳ, τέμνοντες, τῇ ἀοράτῳ Κῦρε θεόφρον, σὺν τῷ θείῳ Ἰωάννῃ, ὑμεῖς γὰρ θεῖοι ἰατροὶ ὑπάρχετε.
Μεγαλυνάριον.
Χαίρετε πασχόντων θεραπευταί, Κῦρε θεοφόρε, Ἰωάννη τε θαυμαστέ· δωρεὰν γὰρ πᾶσι, παρέχοντες ἰάσεις, εὐεργετεῖτε πάντας, ὡς χριστομίμητοι.