Ο Όσιος Γεράσιμος, ο διδάσκαλος, καταγόταν από ευσεβές γένος. Γεννήθηκε στην Κωνσταντινούπολη, στα λεγόμενα Υψωμάθεια, από γονείς ευσεβείς. Συναναστράφηκε στην πατρίδα του με σοφούς άνδρες, ήλθε στην Πάτμο, όπου μαθήτευσε κοντά στον πιο σοφό δάσκαλο του Γένους, τον Όσιο Μακάριο τον Καλογερά, στην περιώνυμη Πατμιάδα Σχολή και ανέλαβε την καθοδήγησή της μετά την οσιακή κοίμηση του Οσίου Μακαρίου.
Αφού απομακρύνθηκε από τις βιοτικές μέριμνες, έγινε μοναχός στη βασιλική και πατριαρχική Μονή του Ευαγγελιστού και Θεολόγου Ιωάννου στην Πάτμο, στην οποία και χειροτονήθηκε ιερέας.
Πολιτεύθηκε με όσιο και καλό τρόπο, υπήρξε άριστος παιδαγωγός των νέων και φώτισε τους πάντες. Αφού αρρώστησε από λιθίαση, αναχώρησε για τη Σμύρνη προς θεραπεία της αρρώστιας του.
Επειδή δεν πέτυχε τον σκοπό του, πήγε στην Κρήτη, όπου κοιμήθηκε οσιακώς το έτος 1770 μ.Χ. και τάφηκε στην Ιερά Μονή της Παναγίας Τριάδος, την επονομαζόμενη των Τζαγκαρόλων. Μόλις έμαθαν οι μοναχοί στην Πάτμο την κοίμηση του Οσίου κατέφθασαν με πλοίο στην Κρήτη, ζητώντας το τίμιο λείψανό του.
Όταν αρνήθηκαν οι Πατέρες της Μονής της Αγίας Τριάδος να αποδώσουν τον πολύτιμο θησαυρό «ὃν ἀπέστειλεν αὐτοὶς ὁ Θεός» έγινε αγρυπνία και κατά την διάρκεια του χερουβικού Ύμνου εκόπη αυτομάτως το ιερό δεξί χέρι του Οσίου, το οποίο έλαβαν και μετέφεραν οι μοναχοί στην Πάτμο, όπου βρίσκεται μέχρι σήμερα, αναβλύζοντας τις δωρεές της χάριτος σε όσους προσέρχονται σε αυτή με πίστη.
Το χαριτόβρυτο λείψανο του Οσίου που φυλασσόταν κάτω από την αγία Τράπεζα του Καθολικού της σεβασμίας Μονής των Τζαγκαρόλων, μαζί με το λείψανο του οσίου πατρός ημών Ακακίου, που έζησε οσιακώς στη Μονή και τελειώθηκε ο βίος του σε αυτήν, παραδόθηκε στη φωτιά από μιαρούς Αγαρηνούς που επέδραμαν εναντίον της Ιεράς Μονής το έτος 1821 μ.Χ. και την έκαψαν. Χάθηκε έτσι ο σπουδαίος αυτός θησαυρός της χάριτος.
Ἀπολυτίκιον
Ἦχος δ’. Ὁ ὑψωθεὶς ἐν τῷ Σταυρῷ.
Ἀσκητικῶν διατελῶν ἐν τῷ κόσμῳ, καὶ διαλάμψας ἐν σοφίᾳ τῶν λόγων, πρὸς ἀπαθείας ἔφθασας ἀκρώρειαν, φαίνων ὥσπερ ἥλιος ἐν τοῖς πέρασι μάκαρ, πάντας τοὺς τιμῶντάς σε καταυγάζων θεόφρον, τῆς οὐρανίου δεῖξον χαρμονῆς, μετόχους Πάτερ Γεράσιμε Ὅσιε.
Κοντάκιον
Ἦχος δ’. Ἐπεφάνης σήμερον.
Γερασίμου σήμερον, τὴν θείαν μνήμην, ἐκτελοῦντες ἄσμασιν, ἀναβοήσωμεν πιστοί, Χριστὲ ὁ μόνος Θεὸς ἡμῶν, τοῦ Σοῦ Ὁσίου λιταῖς ἡμᾶς οἴκτειρον.
Ὁ Οἶκος
Λόγε Θεοῦ, ὁ δι᾿ ἡμᾶς σαρκὶ φανεὶς ἐν τῷ κόσμῳ, καὶ τὰ ἄῤῥητα καὶ φρικτὰ ὑπὲρ ἡμῶν τελέσας, χάριν τε τοῖς σοῖς δωρησάμενος ἱκέταις, βίον ἐν γῇ ἀγγελικὸν θαυμαστῶς διανύειν, καὶ λάμψεσιν αὐτοὺς κατακοσμήσας τεράτων φοβερούς τε τῶ ὄντι, τοῖς δαίμοσιν ἀναδειξάμενος. Ὁ αὐτὸς καὶ νῦν, τὸν σὸν θεράποντα Γεράσιμον τὸν ἀεισέβαστον θεϊκῶς ἐνισχῦσας, πᾶσαν τὴν ἰσχὺν καταβαλεῖν τοῦ βροτοκτόνου, καὶ ὡς ἥλιον τοῖς ἐνθέοις ἀγωνίσμασι διαλάμψαι οὗ τὴν ἐτήσιον ἐκτελοῦντες πανήγυριν, καταύγασον καὶ ἡμᾶς, τῶ φωτὶ τῆς σῆς ἐπιγνώσεως, κραυγάζοντάς σοι Οἰκτίρμον· Τοῦ Σοῦ Ὁσίου λιταῖς ἡμᾶς οἴκτειρον.