Το 1900 μ.Χ. στη Κίνα, η μυστική εταιρεία πολεμικών τεχνών «Πυγμάχοι» [Boxers – Μπόξερ, ακριβέστερα Yihetuan («Πολιτοφυλακές δικαιοσύνης και ομονοίας»).
Τα μέλη τους ασκούνταν στην πυγμαχία και έφεραν φυλαχτά που θεωρούνταν αλεξίσφαιρα], υποστηριζόμενη από την επίκληρο αυτοκράτειρα, γνωστή για την ξενοφοβία της, εξαπέλυσε διωγμό κατά των χριστιανών, στους οποίους απέδιδαν την ευθύνη για όλες τις συμφορές της Κίνας.
Στις 10 Ιουνίου, τοιχοκολλήθηκαν προκηρύξεις στους δρόμους του Πεκίνου καλώντας τους ειδωλολάτρες να σφαγιάσουν τους χριστιανούς και απειλώντας όσους θα τολμούσαν να τους κρύψουν.
Την επόμενη νύχτα, οι «Πυγμάχοι», περνώντας με αναμμένους δαυλούς από κάθε συνοικία της πόλης, συνελάμβαναν στα σπίτια τους όσους Ορθόδοξους χριστιανούς έβρισκαν και τους βασάνιζαν με σκοπό να αρνηθούν τον Χριστό.
Πολλοί, τρομοκρατημένοι από τα μαρτύρια, έκαψαν θυμίαμα μπροστά στα είδωλα για να σώσουν την ζωή τους, ενώ άλλοι ομολόγησαν με γενναιότητα την πίστη τους και υπέστησαν τρομερά βασανιστήρια.
Αφού έκαψαν τα σπίτια τους, τους οδήγησαν έξω από την πόλη, στους ειδωλολατρικούς ναούς των «Πυγμάχων», όπου ξεκοιλιάστηκαν, αποκεφαλίσθηκαν ή κάηκαν στην πυρά.
Ο Παύλος Γουάν, ένας ορθόδοξος κατηχητής, πέθανε με την προσευχή στα χείλη. Η Ία Γουέν, διδασκάλισσα στην ρωσική ιεραποστολή, βασανίσθηκε δύο φορές και ομολόγησε πασίχαρη τον Χριστό.
Ο Ιωάννης, ένα αγόρι οκτώ ετών, υπέστη ακρωτηριασμό των δύο χεριών του και κατακρεούργηση του στήθους του. Στην ερώτηση των δημίων του αν υπέφερε, απάντησε χαμογελώντας: «Δεν είναι δύσκολο να υποφέρει κάνεις για τον Χριστό». Οι «Πυγμάχοι» τον αποκεφάλισαν και έκαψαν τα λείψανά του σε εορταστική πυρά.
Ο πατήρ Μητροφάνης Τσί-Σούνγκ, ο πρώτος κινέζος ιερέας που είχε χειροτονηθεί από τον Άγιο Νικόλαο της Ιαπωνίας και είχε υπηρετήσει ακαταπόνητα την ιεραποστολή επί δεκαπέντε χρόνια, σφαγιάσθηκε με τους περισσότερους από τους εβδομήντα χριστιανούς, γυναίκες και παιδιά, που είχαν καταφύγει στο σπίτι του μετά την πυρπόληση των οικοδομημάτων της ρωσικής ιεραποστολής.
Όταν εισόρμησαν οι «Πυγμάχοι», τον βρήκαν καθισμένο στην αυλή και τον κατατρύπησαν με μαχαιριές στο στήθος. Αποκεφάλισαν την γυναίκα του Τατιανή, όπως και τον γιο τους Ησαΐα, ηλικίας είκοσι τριών ετών.
Έκοψαν τα δάχτυλα των ποδιών, την μύτη και τα αυτιά του άλλου γιου τους, Ιωάννη, επτά ετών, την στιγμή του μαρτυρίου του πατέρα του. Εκείνος όμως δεν ένιωθε κανένα πόνο και ενώ οι βασανιστές του τον αποκαλούσαν «γιό δαιμόνων» εκείνος αποκρίθηκε: «Είμαι ένα πιστός του Θεού και όχι μαθητής δαιμόνων!»
Η Μαρία, αρραβωνιαστικιά του Ησαϊα, ηλικίας δεκαεννέα ετών, είχε έλθει στο σπίτι του πατρός Μητροφάνη με την επιθυμία να πεθάνει μαζί με την οικογένεια του αρραβωνιαστικού της.
Όταν οι «Πυγμάχοι» περικύκλωσαν το σπίτι, βοήθησε τους άλλους να σωθούν πηδώντας την μάνδρα και κατόπιν αντιμετώπισε τους εισβολείς, κατηγορώντας τους ότι δολοφονούν αθώους δίχως δίκη.
Μην τολμώντας να την σκοτώσουν, την πλήγωσαν στα χέρια, και της τρύπησαν τα πόδια. Σε όσους την πίεζαν να φύγει, αποκρίθηκε: «Γεννήθηκα κοντά στην εκκλησία της Παναγίας Θεοτόκου και εδώ θα πεθάνω!» Όταν οι «Πυγμάχοι» επέστρεψαν, την θανάτωσαν.
Μεταξύ των αγίων αυτών μαρτύρων βρίσκονταν επίσης απόγονοι των κατοίκων του Αλμπαζίν της Ρωσίας, που είχαν φέρει το φως του Χριστού στο Πεκίνο το 1685 μ.Χ.
Ο Κλήμης Κούι Κιν, ο Ματθαίος Χάι Τσουάν, ο αδελφός του Βίτος, η Άννα Σούι και πολλοί άλλοι, οι οποίοι χωρίς να φοβούνται από των αποκτεινόντων το σώμα, την δε ψυχήν μη δυναμένων αποκτείναι (Ματθ. 10, 28) αντιμετώπισαν γενναία τα μαρτύρια και τον θάνατο, παρακαλώντας τον Θεό να φωτίσει τους διώκτες και να συγχωρέσει τα αμαρτήματα τους.
Από τις χίλιες ψυχές που αποτελούσαν την ρωσική ιεραποστολή στο Πεκίνο, χάθηκαν κατά τα αιματηρά γεγονότα τριακόσιες, από τις οποίες διακόσιες είκοσι δύο έλαβαν τον αμάραντο στέφανο του μαρτυρίου.
Περισσότερες λεπτομέρειες για τη ζωή αυτών των αγίων της ορθοδοξίας, μπορεί να βρει ο αναγνώστης στο βιβλίο «Συναξάριον Ορθοδόξων Κινέζων Μαρτύρων», του Γεωργίου Ε. Πιπεράκη, Αθήναι 1997.
Ἀπολυτίκιον
Ἦχος α’. Χορὸς Ἀγγελικός.
Χριστῷ ἱερουργῶν, ἱερεὺς ὢν τῆς δόξῃς, θυσίαν λογικὴν καὶ τὸ ἄμωμον θῦμα, ἀθλήσεως στάδιον, σεαυτὸν προσενήνοχας σὺν ποιμνίῳ σοῦ, πάτερ Τσί-Σοὺνγκ ἐν Πεκίνω, ὅθεν πρεσβεῦε, ὑπὲρ τῶν πίστει ὑμνούντων τὴν παντιμον μνήμην σοῦ.
Ἕτερον Ἀπολυτίκιον
Ἦχος β’.
Καὶ τρόπων μέτοχος καὶ θρόνων διάδοχος, τῶν Ἀποστόλων γενόμενος τὴν πράξῃ εὗρες θεόπνευστε, εἰς θεωρίας ἐπίβασιν· δι’ ο πίστει ἐνήθλησας ἐν Πεκίνω, μέχρις αἵματος, ἱερομάρτυς Τσὶ-Σούνγκ. Πρεσβεῦε Χριστῷ τῷ Θεῷ, σωθῆναι τάς ψυχὰς ἡμῶν.
Ἕτερον Ἀπολυτίκιον
Ἦχος γ’.
Θείας πίστεως Σίναι Μάρτυρες πατρώαν πλάνην καταστρέψαντες, ύψωσαν πίστιν των Ορθοδόξων και στερρώς ηγωνίσθησαν, την βουδδικήν γαρ θρησκείαν ελέγξαντες, εν παρρησία Χριστόν ωμολόγησαν Θεόν τέλειον. Αυτώ δ’ εκτενώς πρεσβεύουσιν Υπέρ των ψυχών ημών.
Μεγαλυνάριον
Χαίροις τοῦ Πεκίνου ἱερουργὸς σὺν τῷ σῷ ποιμνίῳ, μαρτυρήσας πανευκλεῶς, δυσσεβοῦς τυράννου, τάς μηχανὰς συνθλίψας, δυνάμει τοῦ Κυρίου, πάτερ Μητρόφανες.
Ἕτερον Μεγαλυνάριον
Μητρόφανες πλάνην τὴν δυσσεβῆ ὣς τῆς εὐσεβείας θεοῤῥήμων ἱερουργός, ᾔσχυνας τοῖς ἄθλοις, σὺν σῷ ποιμνίῳ πάτερ, τοῦ σκότους τὸν προστάτην μαρτύρων καύχημα.
Ἕτερον Μεγαλυνάριον
Χαίρετε Πεκίνου γόνοι ἐσθλοί, μάρτυρες Κυρίου, Μητροφάνης ὁ ἱερεύς, σὺν πιστῷ ποιμνίῳ, ἀθλήσαντες γενναίως, Κινέζων ἐκκλησίας στέφος κοσμήσαντες.