Κυρ. ιε΄ ἐπιστ: (Β΄ Κορ. δ΄ 6-15)
Ἀδελφοί, ὁ Θεὸς ὁ εἰπὼν ἐκ σκότους φῶς λάμψαι, ὃς ἔλαμψεν ἐν ταῖς καρδίαις ἡμῶν πρὸς φωτισμὸν τῆς γνώσεως τῆς δόξης τοῦ Θεοῦ ἐν προσώπῳ ᾿Ιησοῦ Χριστοῦ. ῎Εχομεν δὲ τὸν θησαυρὸν τοῦτον ἐν ὀστρακίνοις σκεύεσιν, ἵνα ἡ ὑπερβολὴ τῆς δυνάμεως ᾖ τοῦ Θεοῦ καὶ μὴ ἐξ ἡμῶν, ἐν παντὶ θλιβόμενοι ἀλλ᾿ οὐ στενοχωρούμενοι, ἀπορούμενοι ἀλλ᾿ οὐκ ἐξαπορούμενοι, διωκόμενοι ἀλλ᾿ οὐκ ἐγκαταλειπόμενοι, καταβαλλόμενοι ἀλλ᾿ οὐκ ἀπολλύμενοι, πάντοτε τὴν νέκρωσιν τοῦ Κυρίου ᾿Ιησοῦ ἐν τῷ σώματι περιφέροντες, ἵνα καὶ ἡ ζωὴ τοῦ ᾿Ιησοῦ ἐν τῷ σώματι ἡμῶν φανερωθῇ. ἀεὶ γὰρ ἡμεῖς οἱ ζῶντες εἰς θάνατον παραδιδόμεθα διὰ ᾿Ιησοῦν, ἵνα καὶ ἡ ζωὴ τοῦ ᾿Ιησοῦ φανερωθῇ ἐν τῇ θνητῇ σαρκὶ ἡμῶν. ὥστε ὁ μὲν θάνατος ἐν ἡμῖν ἐνεργεῖται, ἡ δὲ ζωὴ ἐν ὑμῖν. ἔχοντες δὲ τὸ αὐτὸ πνεῦμα τῆς πίστεως κατὰ τὸ γεγραμμένον, ἐπίστευσα, διὸ ἐλάλησα, καὶ ἡμεῖς πιστεύομεν, διὸ καὶ λαλοῦμεν, εἰδότες ὅτι ὁ ἐγείρας τὸν Κύριον ᾿Ιησοῦν καὶ ἡμᾶς διὰ ᾿Ιησοῦ ἐγερεῖ καὶ παραστήσει σὺν ὑμῖν. τὰ γὰρ πάντα δι᾿ ὑμᾶς, ἵνα ἡ χάρις πλεονάσασα διὰ τῶν πλειόνων τὴν εὐχαριστίαν περισσεύσῃ εἰς τὴν δόξαν τοῦ Θεοῦ.
1. ΦΩΣ ΣΤΙΣ ΨΥΧΕΣ ΜΑΣ
Τὸ ἀποστολικὸ ἀνάγνωσμα τῆς ἡμέρας αὐτῆς ἀναφέρεται στὸ μεγάλο θαῦμα ποὺ συντελεῖ ὁ Χριστὸς στὶς ψυχὲς τῶν ἁγίων του ἀλλὰ καὶ κάθε ἀγωνιζομένου πιστοῦ: τὸ θαῦμα τοῦ φωτισμοῦ τῶν ψυχῶν μας, γιὰ νὰ κατανοήσουμε τὴν θεότητά του. Τί ὅμως ἀκριβῶς σημαίνει αὐτό; Μᾶς τὸ ἐξηγεῖ ὁ θεῖος Παῦλος:
Ὁ Θεὸς στὴν ἀρχὴ τῆς δημιουργίας τῆς κτίσεως τὸ πρῶτο ποὺ ἐδημιούργησε ἦταν τὸ φῶς. Ὅμως ὁ Δημιουργὸς τῆς κτίσεως κατόπιν, μετὰ τὴν τραγικὴ στιγμὴ τῆς πτώσεως, εἶδε τὸ πλάσμα του νὰ βυθίζεται στὸ πνευματικὸ σκοτάδι.
Πῶς θὰ μποροῦσε λοιπὸν ἡ ἀγάπη του, ποὺ δὲν ἀνεχόταν νὰ εἶναι ἡ ἄψυχη κτίσι βυθισμένη στὸ σκοτάδι, ν’ ἀφήσῃ στὸ σκοτάδι τίς ψυχές τῶν ἀνθρώπων; Γι’ αὐτὸ λοιπὸν ὁ Θεὸς ἔγινε ἄνθρωπος, γιὰ νὰ ἀναδημιουργήσῃ τὸν σκοτισμένο ἄνθρωπο καὶ νὰ ἐπαναφέρῃ τὸ φῶς του στὴν ψυχή του.
Τώρα καὶ πάλι ὁ Χριστὸς τὸ πρῶτο ἔργο ποὺ ἐνεργεῖ καὶ προσφέρει στὴν νέα κτίσι εἶναι τὸ φῶς. Φῶς πνευματικό, ποὺ τὸ μεταγγίζει στὴν ἀνακαινισμένη ψυχή μας.
Ὅμως ἐδῶ ὁ θεῖος Παῦλος τονίζει ἰδιαιτέρως μιὰ συγκεκριμένη φωτιστικὴ ἐνέργεια τοῦ θείου φωτὸς στὶς ψυχές μας.
Μᾶς λέγει λοιπὸν ὅτι τώρα ὁ Χριστὸς φωτίζει τὸ νοῦ μας μὲ τὶς θεῖες του ἀστραπές, γιὰ νὰ κατανοήσουμε τὸ μέγιστο μυστήριο, νὰ κατανοήσουμε ποιὸς εἶναι ὁ Ἴδιος: ὅτι δὲν εἶναι μόνον ἄνθρωπος ἀναμάρτητος, δὲν εἶναι μόνον ὁ Μεσσίας τῆς ἀνθρωπότητος, ὁ μέγας προφήτης, ἀρχιερεὺς καὶ βασιλεύς, ἀλλὰ ὁ ὕψιστος Θεὸς τοῦ οὐρανοῦ καὶ τῆς γῆς.
Πῶς νὰ κατανοήσῃ ὅμως ὁ μικρὸς καὶ πεπερασμένος νοῦς μας τὸ ἀσύλληπτο αὐτὸ μυστήριο; Ἐπειδὴ λοιπόν μόνοι μας δὲνμποροῦμε αὐτὸ οὔτε κἂν νὰ τὸ διανοηθοῦμε, ὁ Χριστὸς ἀκτινοβολεῖ μέσα στὴν ψυχή μας τὸ φῶς του, γιὰ νὰ μπορέσουμε κάπως νὰ προσεγγίσουμε τὸ ἐκπληκτικὸ αὐτὸ μυστήριο.
Ἀπορεῖ ὁ θεῖος Παῦλος καὶ θαυμάζει πῶς μέσα στὰ σώματά μας, ποὺ εἶναι φτειαγμένα ἀπὸ χῶμα, μέσα στὰ εὔθραυστα αὐτὰ σκεύη, ὁ Χριστὸς ἐναποθέτει ἕνα ἀπείρου ἀξίας θησαυρό: τὴν γνῶσι τῆς θεότητός του.
Πῶς εἶναι δυνατὸν ἐμεῖς οἱ ἁμαρτωλοὶ καὶ ἀνάξιοι νὰ φυλάττουμε μέσα μας τὸν ἀτίμητο θησαυρὸ τῆς γνώσεως τοῦ ἀπείρου Θεοῦ; Κι ὅμως σὲ μᾶς, ποὺ εἴμαστε ὅλοι ἀδυναμία καὶ ἀσημότητα, ὁ Χριστὸς πλημυρίζει τὶς ψυχές μας μὲ τὸ θεῖο καὶ οὐράνιο φῶς του, γιὰ νὰ πιστεύουμε καὶ νὰ βιώνουμε ὅτι ὁ Χριστός μας εἶναι ὁ ἀπρόσιτος Θεός.
2. ΣΚΟΤΑΔΙ ΓΥΡΩ ΜΑΣ
Ὁ ἀπόστολος Παῦλος κατόπιν μᾶς παρουσιάζει ἕνα δεύτερο θαῦμα, ποὺ ἀποτελεῖ συνέπεια τοῦ πρώτου. Ἀφοῦ μᾶς παρουσίασε στὴν ἀρχὴ τὸ μυστήριο ποὺ ζοῦμε μέσα μας, τώρα μᾶς παρουσιάζει τὸ δρᾶμα ποὺ ζοῦμε γύρω μας.
Μέσα μας, λέγει, ζοῦμε φῶς, ἔξω ὅμως σκοτάδι. Καὶ ἐνῶ ζοῦμε αὐτὴν τὴν ἀντίθεσι, ζοῦμε ταυτόχρονα κι ἕνα θαῦμα. Καὶ τὸ θαῦμα αὐτὸ εἶναι ὅτι τὸ ἐξωτερικὸ σκοτάδι δὲν μπορεῖ νὰ νικήσῃ τὸ φῶς τῆς ψυχῆς μας. Πῶς ὅμως συμβαίνει αὐτό; Μᾶς τὸ ἐξηγεῖ ὁ θεῖος Ἀπόστολος. Λέγει λοιπόν:
Ἐνῶ οἱ Χριστιανοὶ μέσα στὶς ψυχές μας βιώνουμε τὸ φῶς τῆς θεότητος τοῦ Κυρίου μας, ταυτόχρονα ἐξωτερικὰ ζοῦμε μέσα σὲ θλίψεις καὶ διωγμοὺς καὶ πειρασμούς.
Ἐπειδὴ ὅμως μέσα μας ἔχουμε τὸ φῶς τῆς θείας γνώσεως, καὶ γνωρίζουμε πολὺ καλὰ ὅτι ὁ Κύριός μας εἶναι ὁ παντοκράτωρ Θεὸς τοῦ οὐρανοῦ καὶ τῆς γῆς, οἱ ἐξωτερικοὶ πειρασμοὶ δὲν μποροῦν νὰ ἀλλοιώσουν τὴν ψυχή μας. Ἐξωτερικὰ θλιβόμαστε, ἀλλὰ ἐσωτερικὰ δὲν στενοχωρούμαστε.
Ἐνῶ γύρω μας κάθε στιγμὴ καὶ ὥρα μᾶς θλίβουν διάφοροι ἐχθροί, γνωστοὶ καὶ ἄγνωστοι, συγγενεῖς καὶ ξένοι, ἐμεῖς μέσα μας ζοῦμε ἐσωτερικὴ γαλήνη, δὲν σκοτεινιάζει ἡ ψυχή μας, δὲν αἰσθανόμαστε στενότητα καρδίας, ἐσωτερικὴ ἀσφυξία.
Πιεζόμαστε μόνον ἐξωτερικὰ ἀπὸ κάθε εἴδους δυσκολίες καὶ προβλήματα, ἀποροῦμε βέβαια γιὰ τὸ τί πρέπει νὰ κάνουμε ἀπέναντι στοὺς ἀλλεπάλληλους πειρασμούς, ἀλλὰ δὲν ἀπελπιζόμαστε.
Ἀκόμη κι ὅταν κάποτε μᾶς καταβάλουν οἱ πειρασμοὶ καὶ μᾶς ρίξουν κάτω δοκιμασίες σκληρές, δὲν τὰ χάνουμε. Διότι γνωρίζουμε ὅτι ὁ Θεάνθρωπος Κύριος εἶναι ὁ ἐξουσιαστὴς τῆς ζωῆς μας καὶ δὲν μᾶς ἐγκαταλείπει, ἀλλὰ μᾶς δίνει θεία δύναμι καὶ χάρι.
Ὁποιεσδήποτε λοιπὸν κι ἂν εἶναι οἱ δυσκολίες μας καὶ οἱ κίνδυνοι ποὺ ἀντιμετωπίζουμε, καὶ ὁσοδήποτε κι ἂν ἐνταθοῦν οἱ στενοχώριες ποὺ μᾶς κυκλώνουν, τὸ φῶς τῆς θείας χάριτος ποὺ ἔχουμε μέσα μας μᾶς χαρίζει δύναμι ἀκαταγώνιστη καὶ ὑπομονὴ θαυμαστή.
Ὅταν τὸ φορτίο μας πάῃ νὰ γίνῃ ἀνυπόφορο, τὴν κρίσιμη στιγμὴ παρεμβαίνει ὁ ἴδιος ὁ Χριστὸς ποὺ ἔχουμε μέσα μας καὶ μᾶς προστατεύει. Καὶ ἔτσι κάθε μέρα πεθαίνουμε, ἀλλὰ καὶ κάθε μέρα ζοῦμε. Κάθε μέρα τὸ φῶς τοῦ Χριστοῦ νικᾷ τὸ σκοτάδι.
Ἂς κρατοῦμε λοιπὸν μέσα μας τὸ φῶς τοῦ Χριστοῦ μας, γιὰ νὰ ἀντέχουμε στὶς θλίψεις καὶ δοκιμασίες τῆς ζωῆς, γιὰ νὰ νικοῦμε τὸ ζοφερὸ σκοτάδι ποὺ μᾶς περικυκλώνει.