Προκείμενον ἦχος δ’
Ὡς ἐμεγαλύνθη τὰ ἔργα σου Κύριε΄πάντα ἐν σοφίᾳ ἐποίησας.
Στίχ. Εὐλόγει ἡ ψυχὴ μου, τὸν Κύριον.
Καθολικῆς Β’ Ἐπιστολῆς Πέτρου τὸ ἀνάγνωσμα.
Ἀδελφοί͵ σπουδάσατε βεβαίαν ὑμῶν τὴν κλῆσιν καὶ ἐκλογὴν ποιεῖσθαι· ταῦτα γὰρ ποιοῦντες οὐ μὴ πταίσητέ ποτε· Οὕτω γὰρ πλουσίως ἐπιχορηγηθήσεται ὑμῖν ἡ εἴσοδος εἰς τὴν αἰώνιον βασιλείαν τοῦ Κυρίου ἡμῶν καὶ σωτῆρος Ἰησοῦ Χριστοῦ. Διὸ οὐκ ἀμελήσω ἀεὶ ὑμᾶς ὑπομιμνῄσκειν περὶ τούτων͵ καίπερ εἰδότας καὶ ἐστηριγμένους ἐν τῇ παρούσῃ ἀληθείᾳ. Δίκαιον δὲ ἡγοῦμαι͵ ἐφ΄ ὅσον εἰμὶ ἐν τούτῳ τῷ σκηνώματι͵ διεγείρειν ὑμᾶς ἐν ὑπομνήσει͵ εἰδὼς ὅτι ταχινή ἐστιν ἡ ἀπόθεσις τοῦ σκηνώματός μου͵ καθὼς καὶ ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστὸς ἐδήλωσέ μοι. Σπουδάσω δὲ καὶ ἑκάστοτε ἔχειν ὑμᾶς μετὰ τὴν ἐμὴν ἔξοδον τὴν τούτων μνήμην ποιεῖσθαι. Οὐ γὰρ σεσοφισμένοις μύθοις ἐξακολουθήσαντες ἐγνωρίσαμεν ὑμῖν τὴν τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ δύναμιν καὶ παρουσίαν͵ ἀλλ΄ ἐπόπται γενηθέντες τῆς ἐκείνου μεγαλειότητος. Λαβὼν γὰρ παρὰ Θεοῦ πατρὸς τιμὴν καὶ δόξαν φωνῆς ἐνεχθείσης αὐτῷ τοιᾶσδε ὑπὸ τῆς μεγαλοπρεποῦς δόξης͵ οὗτός ἐστιν ὁ υἱός μου ὁ ἀγαπητός μου ͵ εἰς ὃν ἐγὼ εὐδόκησα,- καὶ ταύτην τὴν φωνὴν ἡμεῖς ἠκούσαμεν ἐξ οὐρανοῦ ἐνεχθεῖσαν σὺν αὐτῷ ὄντες ἐν τῷ ὄρει τῷ ἁγίῳ. Καὶ ἔχομεν βεβαιότερον τὸν προφητικὸν λόγον͵ ᾧ καλῶς ποιεῖτε προσέχοντες ὡς λύχνῳ φαίνοντι ἐν αὐχμηρῷ τόπῳ͵ ἕως οὗ ἡμέρα διαυγάσῃ καὶ φωσφόρος ἀνατείλῃ ἐν ταῖς καρδίαις ὑμῶν.
Απόδοση στη νεοελληνική
Δια τούτο, αδελφοί, αναπτύξατε ακόμη μεγαλυτέραν δραστηριότητα και επιμέλειαν και εργασθήτε περισσότερον, δια να κάμετε σταθεράν και ακλόνητον πραγματικότητα την κλήσιν και την εκλογήν σας με τας αρετάς, που σας είπα.
Διότι, όταν εφαρμόζετε αυτά, τότε δεν θα προσκόψετε ποτέ εις τίποτε και δεν θα πέσετε. Επειδή έτσι θα χορηγηθή εις σας τελείως ελευθέρα και ανεμπόδιστος η είσοδος εις την αιώνιον βασιλείαν του Κυρίου ημών και Σωτήρος Ιησού Χριστού.
Δι’ αυτό και εγώ δεν θα παραμελήσω να σας υπενθυμίζω αυτά, δια τα οποία σας έγραψα, αν και γνωρίζετε καλά και είσθε στηριγμένοι εις την χριστιανικήν αλήθειαν, που είναι φανερά και παρούσα εις σας.
Νομίζω δε, ότι είναι ορθόν και δίκαιον, εφ’ οσον υπάρχω και ζω ακόμη στο σώμα τούτο, στο επίγειον αυτό σκήνωμα, να σας εξυπνώ και να σας κρατώ προσεκτικούς και προθύμους με την υπόμνησιν και ανάμνησις αυτών των αληθειών.
Τοσούτω μάλλον, καθ’ όσον γνωρίζω ότι, όπως μου εφανέρωσε ο Κυριος ημών Ιησούς Χριστός, είναι σύντομος και πολύ προσεχής η εκδημία μου εκ του κόσμου τούτου και η απόθεσις του σώματός μου στον τάφον.
Θα φροντίσω δε με τα θεόπνευστα κείμενα, που σας αφίνω, να διατηρήτε πάντοτε την ανάμνησιν των αληθειών αυτών και μετά την εκ του κόσμου τούτου εκδημίαν μου.
Διότι ημείς οι Απόστολοι δεν κατεστήσαμεν εις σας γνωστήν την άπειρον δύναμιν και την ένδοξον Δευτέραν Παρουσίαν του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού, ακολουθήσαντες μύθους φκιασμένους με τέχνην και επιτηδειότητα, αλλά σας εδιδάξαμεν τας μεγάλας αυτάς αληθείας, επειδή είδαμεν με τα ίδια μας τα μάτια την μεγαλειότητα Εκείνου κατά την ένδοξον μεταμόρφωσίν του.
Διότι κατά την μεταμόρφωσιν έλαβεν από τον Θεόν Πατέρα ο Χριστός τιμήν και δόξαν, όταν ηκούσθη δι’ αυτόν από την μεγαλοπρεπή δόξαν του Θεού, τέτοια φωνή· “αυτός είναι ο Υιός μου ο αγαπητός, στον οποίον εγώ έχω ευαρεστηθη”.
Και αυτήν την φωνήν ημείς, που ήμεθα μαζή του στο άγιον εκείνο όρος της μεταμορφώσεώς του, την ηκούσαμεν να βγαίνη και να έρχεται από τον ουρανόν.
Και έπειτα από την επίσημον αυτήν μαρτυρίαν του Πατρός έχομεν τώρα περισσότερον σταθεράν και ασφαλή την πεποίθησίν μας εις τας προφητείας της Π.Διαθήκης περί του Ιησού Χριστού.
Εις αυτούς δε τους προφητικούς λόγους καλά κάμνετε, που προσέχετε, σαν εις ένα λύχνον, που φωτίζει εις σκοτεινόν και δύσβατον τόπον, μέχρις ότου ολοκάθαρον πλέον το φως του Ευαγγελίου λάμψη, σαν εις πλήρη ημέραν και ολόλαμπρος ανατείλη εις τας καρδίας σας ο νοητός ήλιος της δικαιοσύνης, ο Κυριος ημών Ιησούς Χριστός.