Εὔξασθε καὶ ἀπόδοτε Κυρίῳ τῷ Θεῷ ἡμῶν.
Στίχ. Γνωστὸς ἐν τῇ Ἰουδαίᾳ ὁ Θεός, ἐν τῷ Ἰσραὴλ μέγα τὸ ὄνομα αὐτοῦ.
Πρὸς Ἐφεσίους Ἐπιστολῆς Παύλου τὸ Ἀνάγνωσμα (δ’:1-7)
Ἀδελφοί, παρακαλῶ ὑμᾶς ἐγὼ ὁ δέσμιος ἐν Κυρίῳ ἀξίως περιπατῆσαι τῆς κλήσεως ἧς ἐκλήθητε, μετὰ πάσης ταπεινοφροσύνης καὶ πραΰτητος, μετὰ μακροθυμίας, ἀνεχόμενοι ἀλλήλων ἐν ἀγάπῃ, σπουδάζοντες τηρεῖν τὴν ἑνότητα τοῦ πνεύματος ἐν τῷ συνδέσμῳ τῆς εἰρήνης· ἓν σῶμα καὶ ἓν Πνεῦμα, καθὼς καὶ ἐκλήθητε ἐν μιᾷ ἐλπίδι τῆς κλήσεως ὑμῶν· εἷς Κύριος, μία πίστις, ἓν βάπτισμα· εἷς Θεὸς καὶ Πατὴρ πάντων, ὁ ἐπὶ πάντων καὶ διὰ πάντων καὶ ἐν πᾶσιν ὑμῖν. Ἑνὶ δὲ ἑκάστῳ ἡμῶν ἐδόθη ἡ χάρις κατὰ τὸ μέτρον τῆς δωρεᾶς τοῦ Χριστοῦ.
Απόδοση
Η προς Εφεσίους επιστολή, είναι και αυτή επιστολή της αιχμαλωσίας. Είναι δηλαδή επιστολή Θεόπνευστη, που ο κήρυκας της Οικουμένης την έγραψε κλεισμένος μέσα στην φυλακή της Ρώμης για την αγάπη και την δόξα του Κυρίου Ιησού.
Ως γνήσιος Απόστολος και αυθεντικός εργάτης του Ιερού Ευαγγελίου, αγωνιά ώστε οι πιστοί στους οποίους κήρυξε και μόρφωσε τον Χριστό, να μην επιτρέψουν ανάμεσά τους να υπάρξουν ταραχές και σχίσματα, αλλά «να σπουδάσουν, να τηρούν την ενότητα του Πνεύματος, εν τω συνδέσμω της ειρήνης» (Εφεσ. δ’, 3).
Τούτο είναι το πρώτιστο, η ενότητα του Πνεύματος. Και όλα τα χαρίσματα αυτόν τον κύριο σκοπό εξυπηρετούν, όταν βέβαια λειτουργούν σωστά και όχι «ανταγωνιστικά».
Όταν λειτουργούν προς οικοδομήν του σώματος της Εκκλησίας και όχι εγωιστικά. Διότι πράγματι όλοι αποτελούμε, πρέπει να αποτελούμε, «ένα σώμα». Ένα «Πνεύμα» να ζωοποιεί και να συντηρεί το ηθικό αυτό σώμα.
«Μια ελπίδα» να έχουμε όλοι όσοι έχουμε κληθεί από τον Θεό. Την ελπίδα της κατακτήσεως της Βασιλείας του, που δεν είναι άλλη από τη θριαμβεύουσα Εκκλησία του.
Και φυσικά δεν μπορεί κανείς να αποτελέσει μέλος της θριαμβεύουσας Εκκλησίας στην άλλη ζωή, αν πρώτα δεν αποτελεί γνήσιο και συνειδητό μέλος της στρατευομένης Εκκλησίας μας σε αυτήν τη ζωή.
Εξάλλου Ένας και μοναδικός είναι ο Κύριος. Μια η Πίστις που μας ενώνει. Ένα το βάπτισμα που έχουμε λάβει.
Ένας είναι ο Θεός και Πατήρ μας, που κυριαρχεί επάνω σε όλους τους πιστούς και του οποίου η δύναμις διαχύνεται δια μέσω των μελών της Εκκλησίας και ο οποίος κατοικεί μέσα σε όλους μας. Για αυτό λοιπόν, πρέπει να είμαστε όλοι ένα.
Και φυσικά όλα αυτά κατορθώνονται με την χάρη του Θεού πρωτίστως, αλλά και όταν οι πιστοί περιπατούμε «αξίως της κλήσεως». Κατά τρόπο δηλαδή άξιο της υψηλής κλήσεως, στην οποία προσκληθήκαμε από τον Θεό.
Οπωσδήποτε η ευλογημένη αυτή κατάσταση συνεπάγεται συνειδητό και έντονο πνευματικό αγώνα. Αγώνα και καλλιέργεια των αρετών της ταπεινοφροσύνης, της πραότητας, της μακροθυμίας και κυρίως με την δύναμη της αγάπης, ο ένας να ανέχεται τα ελαττώματα του άλλου.
Και ενώ έτσι πρέπει να έχουν τα πράγματα και έτσι να γίνεται, δυστυχώς όμως, επάνω στα πράγματα και μέσα στην πολύπλοκη καθημερινότητα που ζούμε, με πίκρα διαπιστώνουμε να συμβαίνει κάτι το διαφορετικό.
Βλέπουμε την ενότητα, που όταν επικρατεί, σκορπίζει τόσες ευλογίες, ορισμένες φορές να φυγαδεύεται, ίσως ανεπιστρεπτί, διότι ξεχνούμε την κλήση μας.
Λησμονούμε ότι η ενότητα δεν έρχεται «ως δια μαγείας», αλλά απαιτεί τον παραμερισμό των παθών μας.
Χρειάζεται το ξεκαθάρισμα των αγκαθιών και των κακιών μας και επιβάλλεται να θέσουμε ως βάση της συμπεριφοράς μας και γενικότερα της πολιτείας μας την αρετή της ταπεινοφροσύνης, η οποία θα κάνει την ψυχή μας υποχωρητική και κυρίως δεκτική της Θείας Χάριτος.
Αρκετές φορές απαιτούμε από τους «μεγάλους» των εθνών να δείξουν στην πράξη αυτό που εμείς οι ίδιοι αρνούμαστε να εφαρμόσουμε μέσα στην ίδια την οικογένειά μας ή στον περιορισμένο χώρο της εργασίας μας.
Πόσο όμορφα όμως θα ήταν τα πράγματα εάν παραλλήλως με τις «υψηλές μας απαιτήσεις», «σκάβαμε» μέσα στη συνείδησή μας και αρχίζαμε να σφυρηλατήσουμε τον κακό εαυτό μας.
Να τονίσουμε τώρα ότι και σε αυτά τα θέματα της Εκκλησίας, κυρίως στο χώρο αυτό, χρειάζεται η αυτή διαγωγή που μας περιγράφει ο θείος Παύλος;
Πράγματι, αν ρίξουμε μια σύντομη ματιά στις ενδοεκκλησιαστικές ταραχές και αγωνίες, αν μελετήσουμε κατόπιν τις αιτίες των δραματικών σχισμάτων και των δαιμονικών αιρέσεων, θα διαπιστώσουμε ότι όλα προκλήθηκαν διότι κάποιοι από υπέρμετρο εγωισμό δεν βάδισαν «αξίως της κλήσεως, ης εκλήθησαν» με αποτέλεσμα να συμπαρασύρουν μαζί και τους οπαδούς τους και έτσι να αποκοπούν από την ενότητα της Εκκλησίας και τον σύνδεσμο της ειρήνης, που εκφράζεται φυσικά ο σύνδεσμος αυτός κυρίως στην λειτουργική και λατρευτική μας ενότητα.
Αδελφοί μου· αποτελεί όντως μεγάλη αλήθεια η φράση ενός συγχρόνου Αγίου, ο οποίος ερμηνεύοντας το σημερινό αποστολικό μας ανάγνωσμα, μεταξύ των άλλων, τόνισε: «Η Εκκλησία δεν φοβάται την αμαρτία (το σφάλλειν ανθρώπινον).
Η Εκκλησία φοβάται τις διαιρέσεις και τα σχίσματα, τα οποία βάση τους έχουν τον δαιμονικό εγωισμό».
Άλλωστε η χρυσή σάλπιγγα της Εκκλησίας μας, ο ιερός Χρυσόστομος, εσάλπισε σε ανάλογη ομιλία του: «Προσοχή, διότι το σχίσμα ούτε και αυτό το αίμα του μαρτυρίου δεν δύναται να το ξεπλύνει».
Είθε να δώσει ο Θείος Δωμήτωρ της Εκκλησίας μας να παραμένουμε ασάλευτοι στην ενότητα του Πνεύματος, εν τω συνδέσμω της ειρήνης, αλλά και όσοι βρίσκονται σε σχησματικές και αιρετικές καταστάσεις, σύντομα να επιστρέψουν στην μοναδική, στην στρατευομένη Ορθόδοξη Εκκλησία μας.
Αμήν.