Κυριακή προ της Χριστού Γεννήσεως Αποστ. Ανάγνωσμα: Εβρ. 11, 9-10, 32-40

Της Ηλιάνας Κάουρα, θεολόγου

Πρωτότυπο Κείμενο

Πίστει παρωκησεν εις την γην της επαγγελίας ως αλλότριαν, εν σκηναίς κατοικήσας μετά Ισαάκ και Ιακώβ των συγκληρονόμων της επαγγελίας της αυτής εξεδέχετο γαρ τους θεμελίους έχουσαν πόλιν, ης τεχνίτης και δημιουργός ο Θεός. Και τα έτι λέγω; επιλείψει γαρ με διηγούμενον ο χρόνος περί Γεδεών, Βαράκ τε και Σαμψών και Ιεφθαέ, Δαυίδ τε και Σαμουήλ και των προφήτων, οι δια πίστεως κατηγωνίσατο βασιλείας, ειργάσαντο δικαιοσύνην, επέτυχον επαγγελιών, έφραξαν στόματα λεόντων, έσβεσαν δύναμιν πυρός, έφυγον στόματα μαχαίρας, ενεδυναμώθησαν από ασθενείας, εγεννήθησαν ισχυροί εν πολέμω, παρεμβολάς έκλιναν αλλοτρίων, έλαβον γυναίκες εξ αναστάσεως τους νεκρούς αυτών. Άλλοι δε ετυμπανίσθησαν ου προσδεξάμενοι την απολύρωσιν, ινα κρείττονος αναστάσεως τύχωσιν. Έτεροι δε εμπαιγμών και μαστίγων πείραν έλαβον, έτι δε δεσμών και φυλακής. Ελιθάσθησαν, επρίσθησαν, επειράσθησαν, εν φόνω μαχαίρας απέθανον, περιήλθον εν μηλωταίς, εν αιγείοις δέρμασιν, υστερούμενοι, θλιβόμενοι, κακουχούμενοι, ων ουκ ην άξιος ο κόσμος, ερημίαις πλανώμενοι και όρεσι και σπηλαίοις και ταις οπαίς της γής. Και ούτοι πάντες μαρτυρηθέντες δια της πίστεως ουκ εκομίσαντο την επαγγελίαν, του Θεού περί ημών κρειττόν τι προβλεψαμένου, ίνα μη χωρίς ημών τελειωθώσι.

Νεοελληνική Απόδοση
Με πίστη εγκαταστάθηκε στη γη που του υποσχέθηκε ο Θεός, ξένος σε άγνωστη χώρα, ζώντας σε σκηνές με τον Ισαάκ και τον Ιακώβ, που κι αυτοί ήταν κληρονόμοι της ίδιας υπόσχεσης.

Κι αυτό, γιατί περίμενε την πόλη που θα είχε στέρεα θεμέλια και που αρχιτέκτονας και δημιουργός θα ήταν ο Θεός. Χρειάζεται να συνεχίσω;

Δεν θα με πάρει ο χρόνος να διηγηθώ για το Γεδεών, το Βαράκ, το Σαμψών, τον Ιεφθάε, το Δαυίδ, το Σαμουήλ και τους προφήτες.

Με την πίστη κατατρόπωσαν την βασιλεία, επέβαλαν το δίκαιο, πέτυχαν την πραγματοποίηση των υποσχέσεων του Θεού, έφραξαν στόματα λεόντων, έσβησαν τη δύναμη της φωτιάς, διέφυγαν τη σφαγή, έγιναν από αδύνατοι ισχυροί, αναδείχτηκαν ήρωες στον πόλεμο, έτρεψαν σε φυγή εχθρικά στρατεύματα, γυναίκες ξαναπήραν πίσω στη ζωή τους ανθρώπους τους, κι άλλοι βασανίστηκαν στο θάνατο, χωρίς να δεχτούν την απελευθέρωσή τους, γιατί πίστευαν ότι μπορούσαν να αναστηθούν σε μια καλύτερη ζωή.

Άλλοι δοκίμασαν εξευτελισμούς και μαστιγώσεις, ακόμη και δεσμά και φυλακίσεις. Λιθοβολήθηκαν, πριονίστηκαν, πέρασαν δοκιμασίες, θανατώθηκαν με μάχαιρα, περιπλανήθηκαν ντυμένοι με προβιές και κατσικίσια δέρματα, έζησαν σε στερήσεις, υπέφεραν καταπιέσεις, θλίψεις και κακουχίες, κόσμος δεν ήταν άξιος να έχει τέτοιους ανθρώπους, πλανήθηκαν σε ερημιές και βουνά, σε σπηλιές και σε τρύπες της γης.

Όλοι οι παραπάνω, παρά την καλή μαρτυρία της πίστης τους, δεν πήραν ό,τι τους υποσχέθηκε ο Θεός, ο οποίος είχε προβλέψει καλύτερο για μας, έτσι ώστε να μη φτάσουν εκείνοι στην τελειότητα χωρίς εμάς.

Σχολιασμός
Η συγκεκριμένη Κυριακή, η οποία προηγείται των Χριστουγέννων, ονομάζεται Κυριακή προ της Χριστού Γεννήσεως και αποτελεί την κορύφωση της προετοιμασίας και τον προάγγελο της μεγάλης εορτής της Γεννήσεως του Χριστού, που κατά τον Άγιο Ιωάννη το Χρυσόστομο είναι «η μητρόπολις» των εορτών, γιατί το γεγονός που εορτάζομε κατ᾿ αυτή είναι η προϋπόθεση όλων των άλλων σταθμών της σωτηρίας μας.

Αν δεν γεννιόταν ο Χριστός ούτε θα βαφτιζόταν, ούτε θα δίδασκε και θα θαυματουργούσε, ούτε θα έπασχε και θα ανασταινόταν.

Ήδη με τη γέννηση του Χριστού η σωτηρία του γένους μας έχει δυνάμει συντελεσθεί.

Η θεία και η ανθρώπινη φύση έχουν ενωθεί εν Χριστώ. Ο Θεός και άνθρωπος Ιησούς Χριστός αποτελεί την ζώσαν εικόνα και την εγγύηση της μελλοντικής εν Χριστώ ανακεφαλαιώσεως των πάντων.

Τα αναγνώσματα της ημέρας περιέχουν πολλά εβραϊκά ονόματα, τα οποία αποτελούν μια αλυσίδα με πρώτο κρίκο τον Αδάμ και τελευταίο το δίκαιο Ιωσήφ και σύμφωνα με το συναξάρι της ημέρας, επιτελούμε την μνήμη όλων αυτών, οι οποίοι με τις πράξεις τους ευαρέστησαν το Θεό.

Το αποστολικό μας ανάγνωσμα προέρχεται από την προς Εβραίους επιστολή του Αποστόλου Παύλου. Πρόκειται για την περικοπή όπου εξαίρεται η πίστη του Πατριάρχη Αβραάμ, καθώς και άλλων επιφανών ανδρών της Παλαιάς Διαθήκης.

Η πίστη του Αβραάμ φανερώθηκε όταν τον κάλεσε ο Θεός να εξέλθει από την πατρική του γη και την οικογένειά του και να πάει να κατοικήσει εκεί που θα του υποδείκνυε ο ίδιος ο Θεό. Ο Αβραάμ το δέχτηκε χωρίς καν να ρωτήσει ποιος θα ήταν ο τόπος κατοικίας του και χωρίς τον παραμικρό δισταγμό.

Με πυξίδα την πίστη και απόλυτη υπακοή, έφυγε από το σπίτι του λαμβάνοντας την υπόσχεση από το Θεό ότι θα αναδείκνυε τον εκλεκτό λαό από το γένος του. (Γεν. 12, 1-3).

Με απόλυτη πίστη και εμπιστοσύνη στο Θεό ο Αβραάμ κατοίκησε εκεί όπου του υπέδειξε, χωρίς να θεωρήσει ότι ήταν και πάλι η μόνιμη του κατοικία, αλλά ανέμενε την εκπλήρωση των επαγγελιών, των υποσχέσεων του Θεού και την έλευση του Μεσσία Ιησού Χριστού στον οποίο ανήκει η ουράνια και αιώνια Ιερουσαλήμ.

Ο Αβραάμ δείχνει απόλυτη εμπιστοσύνη και αποδοχή αυτών που αποκαλύπτει ο Θεός χωρίς να περιμένει ανταλλάγματα γιατί είχε πάντα την αίσθηση του παρεπίδημου, δηλαδή του περαστικού και του προσωρινού.

Η έγνοια του ήταν στην ουράνια πατρίδα, όπου και να πήγαινε αισθανόταν την στοργική αγκαλιά του Θεού και την αγάπη Του, γι αυτό δεν τον ένοιαζε αν θα άλλαζε τον τόπο διαμονής του, το οποίο ήταν ένα από τα πολλά που του ζητήθηκαν να θυσιάσει.

Η αποστολική περικοπή αναφέρει στη συνέχεια από τη ροή της Ιεράς Ιστορίας περιστατικά ζώσης και θαυματουργικής πίστεως των ανθρώπων. Η δύναμη της πίστεως υπερβαίνει και νικάει όλους τους πειρασμούς, τους διωγμούς, τις αρρώστιες, τις φυλακίσεις, τους λιθοβολισμούς, τις θλίψεις, τις κακουχίες.

Σε όλο λοιπόν το αποστολικό ανάγνωσμα της ημέρας γίνεται αναφορά σε μια σειρά γεγονότων πίστεως, με τα οποία οι άνθρωποι τούτοι δίκαια και έμπρακτα αποδείχθηκαν αφοσιωμένοι στο Θεό.

Εξαίρεται η πίστη επιφανών ανδρών της Παλαιάς Διαθήκης, οι οποίοι υπέμειναν θλίψεις, διωγμούς, στερήσεις και βασανιστήρια για την πίστη τους στον αληθινό Θεό.

Οι άνθρωποι αυτοί «Ελιθάσθησαν, επρίσθησαν, επειράσθησαν, εν φόνω μαχαίρας απέθανον, περιήλθον εν μηλωταίς, εν αιγείοις δέρμασιν, υστερούμενοι, θλιβόμενοι, κακουχούμενοι, ων ουκ ην άξιος ο κόσμος, ερημίαις πλανώμενοι και όρεσι και σπηλαίοις και ταις οπαίς της γής».

Ο απόστολος Παύλος αναφέρεται ονομαστικά σε μερικούς από αυτούς, όπως στο Γεδεών, τον Σαμψών, το βασιλέα Δαυίδ και άλλους. Μάλιστα αναφέρει ο Παύλος ότι ο κόσμος δεν είναι άξιος να έχει τέτοιους ανθρώπους δίκαιους. Όταν μιλά για «κόσμο» εννοεί τον κόσμο της φθοράς και της πτώσεως.

Οι σύγχρονοι τώρα άνθρωποι οι οποίοι ζούμε σε μιαν εποχή στην οποία όλα είναι όλα πιο εύκολα, δεν κινδυνεύουμε ούτε από εξευτελισμούς και μαστιγώσεις, δεσμά και φυλακίσεις λιθοβολισμούς, δοκιμασίες, στερήσεις, καταπιέσεις, θλίψεις και κακουχίες, παρά μόνο απολαμβάνουμε τις πλούσιες δωρεές του Θεού, εν τούτοις, δε δείχνουμε αυτή την απόλυτη εμπιστοσύνη την οποία έδειχνε ο Αβραάμ, την αφοσίωση στο Θεό και το θέλημά του, χωρίς να ζητάμε ανταλλάγματα.

Αντίθετα γογγύζουμε σε κάθε δοκιμασία, ζητάμε να μάθουμε το γιατί σε όλα όσα μας συμβαίνουν χωρίς να λέμε, ας γίνει το θέλημα Σου, όπως ακριβώς έπραξε ο Αβραάμ.

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ