Ἀδελφοί, λέγει ἡ γραφή· «Πᾶς ὁ πιστεύων ἐπί τῷ Θεῷ οὐ καταισχυνθήσεται». Οὐ γὰρ ἔστι διαστολὴ ᾿Ιουδαίου τε καὶ ῞Ελληνος· ὁ γὰρ αὐτὸς Κύριος πάντων, πλουτῶν εἰς πάντας τοὺς ἐπικαλουμένους αὐτόν· «Πᾶς γὰρ ὃς ἂν ἐπικαλέσηται τὸ ὄνομα Κυρίου σωθήσεται». Πῶς οὖν ἐπικαλέσονται εἰς ὃν οὐκ ἐπίστευσαν; Πῶς δὲ πιστεύσουσιν οὗ οὐκ ἤκουσαν; Πῶς δὲ ἀκούσουσι χωρὶς κηρύσσοντος; Πῶς δὲ κηρύξουσιν ἐὰν μὴ ἀποσταλῶσι; Καθὼς γέγραπται· «Ὡς ὡραῖοι οἱ πόδες τῶν εὐαγγελιζομένων εἰρήνην, τῶν εὐαγγελιζομένων τὰ ἀγαθά!». ᾿Αλλ᾿ οὐ πάντες ὑπήκουσαν τῷ εὐαγγελίῳ· ῾Ησαΐας γὰρ λέγει· «Κύριε, τίς ἐπίστευσε τῇ ἀκοῇ ἡμῶν;». Ἄρα ἡ πίστις ἐξ ἀκοῆς, ἡ δὲ ἀκοὴ διὰ ρήματος Θεοῦ. Ἀλλὰ λέγω μὴ οὐκ ἤκουσαν; Μενοῦνγε «εἰς πᾶσαν τὴν γῆν ἐξῆλθεν ὁ φθόγγος αὐτῶν, καὶ εἰς τὰ πέρατα τῆς οἰκουμένης τὰ ῥήματα αὐτῶν». Ἀλλὰ λέγω, μὴ οὐκ ἔγνω, ᾿Ισραήλ; Πρῶτος Μωϋσῆς λέγει· «Ἐγὼ παραζηλώσω ὑμᾶς ἐπ᾿ οὐκ ἔθνει, ἐπὶ ἔθνει ἀσυνέτῳ παροργιῶ ὑμᾶς». ῾Ησαΐας δὲ ἀποτολμᾷ καὶ λέγει· «Εὑρέθην τοῖς ἐμὲ μὴ ζητοῦσιν, ἐμφανὴς ἐγενόμην τοῖς ἐμὲ μὴ ἐπερωτῶσι». Πρὸς δὲ τὸν ᾿Ισραὴλ λέγει· «Ὅλην τὴν ἡμέραν ἐξεπέτασα τὰς χεῖράς μου πρὸς λαὸν ἀπειθοῦντα καὶ ἀντιλέγοντα». Λέγω οὖν, μὴ ἀπώσατο ὁ Θεὸς τὸν λαὸν αὐτοῦ; Μὴ γένοιτο· καὶ γὰρ ἐγὼ ᾿Ισραηλίτης εἰμί, ἐκ σπέρματος ᾿Αβραάμ, φυλῆς Βενιαμίν. Οὐκ ἀπώσατο ὁ Θεὸς τὸν λαὸν αὐτοῦ ὃν προέγνω.
Ερμηνεία
Λέει η Γραφή: Καθένας που πιστεύει σ’ αυτόν δε θα καταντροπιαστεί. Γιατί δεν υπάρχει διάκριση μεταξύ Ιουδαίου και Έλληνα, γιατί αυτός είναι Κύριος όλων, πλούσιος σ’ όλους όσοι τον επικαλούνται. Επειδή καθένας που θα επικαλεστεί το όνομα του Κυρίου θα σωθεί. Πώς, λοιπόν, να επικαλεστούν αυτόν που δεν πίστεψαν; Και πώς να πιστέψουν σ’ αυτόν που δεν άκουσαν; Και πώς να ακούσουν χωρίς κάποιος να κηρύττει; Και πώς να κηρύξουν αν δεν αποσταλθούν; Καθώς είναι γραμμένο: Πόσο ωραία είναι τα πόδια αυτών που ευαγγελίζουν τα αγαθά!/ Αλλά δεν υπάκουσαν όλοι στο ευαγγέλιο.
Γιατί ο Ησαΐας λέει: Κύριε, ποιος πίστεψε στο άκουσμα του κηρύγματός μας; Άρα η πίστη προέρχεται από την ακοή και η ακοή μέσω του λόγου του Χριστού. Αλλά λέω: μήπως δεν άκουσαν; Βεβαιότατα! Σ’ όλη τη γη εξήλθε η φωνή τους και στα πέρατα της οικουμένης τα λόγια τους. Αλλά ρωτώ: μήπως ο Ισραήλ δε γνώρισε; Πρώτος ο Μωυσής λέει: Εγώ θα σας προκαλέσω σε ζήλια, με αυτούς που δεν είναι έθνος. Με έθνος ασύνετο θα σας παροργίσω. Και ο Ησαΐας αποτολμά και λέει: Βρέθηκα από αυτούς που δε με ζητούν, εμφανίστηκα σ’ αυτούς που δε ρωτούν για μένα. Ενώ προς το λαό Ισραήλ λέει: Όλη την ημέρα άπλωσα τα χέρια μου σε λαό που απειθεί και αντιλέγει Λέω, λοιπόν, μήπως απώθησε ο Θεός το λαό του; Είθε να μη γίνει!
Γιατί κι εγώ είμαι Ισραηλίτης, από το σπέρμα του Αβραάμ, από τη φυλή του Βενιαμίν. Δεν απώθησε ο Θεός το λαό του που προγνώρισε.