Του Στέλιου Σπεράντζα (1888 – 1962)
Στὴ γωνιά μας κόκκινο
τ’ ἀναμμένο τζάκι.
Τοῦφες χιόνι πέφτουνε
στὸ παραθυράκι.
*
Ὅλο ἀπόψε ξάγρυπνο
μένει τὸ χωριό,
καὶ κτυπᾶ Χριστούγεννα
τὸ καμπαναριό.
*
Ἔλα, Ἐσὺ ποὺ Ἀρχάγγελοι
σ’ ἀνυμνοῦνε ἀπόψε,
πάρε ἀπὸ τὴν πίττα μας,
ποὺ εὐωδιᾶ καὶ κόψε.
*
Ἔλα, κι ἡ γωνίτσα μας
καρτερεῖ νὰ ’ρθεῖς.
Σοὔστρωσα, Χριστούλη μου,
γιὰ νὰ ζεσταθεῖς.