Καλήν εσπέραν άρχοντες, αν είναι ορισμός σας
Χριστού τη θεία Γέννηση να πω στ’ αρχοντικό σας.
Χριστός γεννάται σήμερον εν Βηθλεέμ τη πόλη
οι ουρανοί αγάλλονται χαίρετ’ η κτίσις όλη.
Εντός σπηλαίου τίκτεται, εν φάτνη των αλόγων
ο Βασιλεύς των ουρανών και ποιητής των όλων.
Εκ της Περσίας έρχονται τρεις μάγοι με τα δώρα
άστρο λαμπρό τους οδηγεί χωρίς να λείψει ώρα.
Φτάσαντες εις Ιερουσαλήμ με πόθον ερωτώσι
πού εγεννήθη ο Χριστός να πάν να τον ευρούσι!
Διά Χριστόν ως ήκουσε ο βασιλεύς Ηρώδης
αμέσως εταράχθηκε έγινε θηριώδης.
Ότι πολλά φοβήθηκε διά τη βασιλεία
μην του την πάρει ο Χριστός και χάσει την αξία.
Κράζει τους μάγους και ρωτά πού ο Χριστός γεννάται;
Εις Βηθλεέμ ηξεύρομεν ως η γραφή διηγάται.
Γεννάται κι αναθρέφεται με μέλι και με γάλα
το μέλι τρών οι άρχοντες το γάλα οι αφεντάδες
και στο μελισσοβότανο να λούζονται οι κυράδες.
Κερά ψηλή κερά λιγνή κερά καμαροφρύδα
κερά μου τον υγιόκα σου και τον πρωτότοκό σου
για λούστονε για χτένιστον για στείλτον στο σχολειό του
να τονε δείρει ο δάσκαλος με τρία κλωνάρια μόσχο*
και να του σκούξουν τα παιδιά: μωρέ μοσκοδαρμένε
μωρέ και πούν’ τα γράμματα, μωρέ και πουν ο νούς σου;
Κερά καμαροτράχηλη και φεγγαρομαγούλα
και κρουσταλίδα του γιαλού και πάχνη από τα δέντρα
Aπού τον έχεις τον υγιό το μοσχοκανακάρη
λούζεις τον και χτενίζεις τον και στο σχολειό τον πέμπεις.
Κι ο δάσκαλος τον έδειρε μ’ ένα χρυσό βεργάλι
και η κυρά δασκάλισσα με το μαργαριτάρι.
Έχετε γιο στα γράμματα που σέρνει το κοντύλι
να του τ΄αξώσει ο Θεός να βάλει πετραχήλι.
Είπαμενε του γιόκα σας να πούμε και τση κόρης
έχετε κόρη όμορφη γραμματικός τη θέλει
μ’ αν είναι και γραμματικός πολλά προυκιά γυρεύγει.
Είπαμε δα για την κερά ας πούμε και τση βάγιας
άψε βαγίτσα το κερί, άψε και το λυχνέρι
και κάτσε και ντουσούντισε ήντα θα μασ-ε φέρεις.
Για απάκι, για λουκάνικο, για χοιρινό κομμάτι
κι από τον πείρο του βουτσού** να πιούμε μια γεμάτη.
Κι από τη μαύρη όρνιθα κανένα αυγουλάκι
κι αν το΄χει κάνει η γαλανή*** ας είναι ζευγαράκι
κι από το πιθαράκι σου λάδι ένα κουρουπάκι
κι αν είναι κι ακροπλιάτερο βαστούμε και τ’ ασκάκι.
Φέρε πανιέρι κάστανα, πανιέρι λεπτοκάρυα****
και φέρε και γλυκό κρασί να πιουν τα παλληκάρια
Κι αν είναι με το θέλημα άσπρη μου περιστέρα,
Ανοίξετε την πόρτα σας να πούμε «καλησπέρα».
Λεξιλόγιο:
*μόσχος, μόσκος = αρωματικό φυτό (εξ ου “μοσχομυρίζει”)
**βουτσί = ξύλινο βαρελάκι
***γαλανή = στο χρώμα του γάλακτος, άσπρη.
****λεπτοκάρυα = φουντούκια, φυντίκια στην Κρητική διάλεκτο