«Ούκ ήν αυτοίς τόπος εν τω καταλύματι» (Λουκ. β’ 7).
Κατά την άφιξί τους στη Βηθλεέμ, τους περίμενε νέο πρόβλημα: δεν υπήρχε τόπος για να καταλύσουν. Οι επισκέπτες είχαν κατακλύσει την μικρή πόλι: τα πανδοχεία της πόλεως, τα σπίτια, οι δρόμοι, τα πάντα ήσαν γεμάτα κόσμο…
Ο Ιωσήφ, μπαίνοντας στην πόλι είχε προσέξει φαίνεται κάτι μικρά σπήλαια που τα χρησιμοποιούσαν οι χωρικοί για σταύλους ζώων. Όταν οι προσπάθειές του για κατάλυμα αποδείχθηκαν μάταιες, έσυρε το υποζύγιο με τη Μαριάμ σ’ ένα από τα σπήλαια εκείνα…
Εκεί βρήκε λίγο χώρο για την Παρθένο και τον εαυτό του και μια φάτνη ( = παχνί) για το γαϊδουράκι του.
Ήταν το κατάλυμά τους, μέχρι να τελειώση η διαδικασία της απογραφής.
Όλα αυτά είναι τόσο κοινά, τόσο ανθρώπινα… Άνθρωποι και ζώα συγκεντρωμένοι σε μια μικρή πόλι, για ένα τυπικό, πολιτικοκοινωνικό γεγονός, την απογραφή του πληθυσμού!
Τίποτε το Ιδιαίτερο δεν λέει στους πολλούς το γεγονός αυτό. Οι πιο πολλοί θα είχαν κουβαληθή εκεί αναγκαστικά «δια τον φόβον των Ρωμαίων κατακτητών». Ταξίδι, μέσα στην καρδιά του χειμώνα για κάτι ανώφελο…
Όλοι οι ταξιδιώτες στο πανδοχείο, στα σπίτια, στους δρόμους θα καταριόνταν τον αυτοκράτορα και την ώρα που υπόγραφε το Διάταγμα της απογραφής…
Μόνο ο Ιωσήφ και η Θεοτόκος έμεναν σιωπηλοί. Διδαγμένοι από τα δικά τους, πρόσφατα γεγονότα, προσπαθούσαν να ανακαλύψουν σ’ αυτά τα μυστικά νήματα για να κατανοήσουν και τα τωρινά. Τί σημαίνουν όλα αυτά, γι’ αυτούς και ιδίως για το κυοφορούμενο Βρέφος;
Έτσι βρίσκονταν στο σωστό δρόμο. Γιατί, τα συγκλονιστικά γεγονότα που συνέβησαν ύστερ’ από λίγο, τους έδωσαν την απάντησι που ζητούσαν…
Είναι καλό να σιωπούμε μπροστά και στα πιο απλά και τυπικά γεγονότα της ζωής μας. Εξ όψεως ίσως να είναι ασήμαντα. Μπορεί όμως να κρύβουν εκπληκτικές εξελίξεις.
Πίσω από ένα ασήμαντο προσωπικό, οικογενειακό, κοινωνικοπολιτικό γεγονός μπορεί να κρύβεται ο Ίδιος ο Κύριος που έρχεται στη ζωή και στον κόσμο μας. Ο Κύριος έρχεται συνήθως όταν δεν τον περιμένομε! «Δια τούτο γρηγορείτε» (πρβλ. Ματθ. κστ’ 41) !
Μητροπολίτου Αχελώου Ευθυμίου Στυλίου, Η Πρώτη, εκδ. Γρηγόρη, σελ. 144-145