Στην Καινή Διαθήκη διατυπώνεται με σαφήνεια ότι η Μητέρα του Ιησού Χριστού ήταν παρθένος (Ματθ. 1: 18,23,25). Ο Κύριός μας έχει έναν αιώνιο ουράνιο Πατέρα αλλά όχι πατέρα επίγειο.
Γεννήθηκε έξω από το χρόνο από τον Πατέρα δίχως μητέρα και γεννήθηκε μέσα στο χρόνο από τη Μητέρα του δίχως πατέρα. Αυτή η πεποίθηση στην Παρθενική Γέννηση όμως δεν μειώνει καθόλου την πληρότητα της ανθρώπινης φύσης του Χριστού. Αν και η μητέρα ήταν Παρθένος, έγινε μια πραγματική ανθρώπινη γέννηση ενός γνήσια ανθρώπινου βρέφους.
Όμως γιατί- ρωτάμε- η γέννησή του σαν ανθρώπου θα ‘πρεπε να ‘χει πάρει αυτή την ιδιαίτερη μορφή; Σ’ αυτό ίσως θα μπορούσε να δοθεί ως απάντηση το ότι η παρθενία της Μητέρας εξυπηρετεί σαν ένα «Σημείο» της μοναδικότητας του Υιού. Αυτό γίνεται με τρεις στενά συνδεδεμένους τρόπους.
Πρώτο, το γεγονός ότι ο Χριστός δεν έχει επίγειο πατέρα σημαίνει ότι είναι στραμμένος πάντα πέρα απ’ την κατάστασή του μέσα στο χώρο και το χρόνο προς την ουράνια και αιώνια προέλευσή του.
Το παιδί της Μαρίας είναι αληθινά άνθρωπος, αλλά δεν είναι μόνο άνθρωπος είναι μέσα στην ιστορία αλλά είναι και πέρα από την ιστορία. Η γέννηση του από μια παρθένο τονίζει το ότι αν και περιχωρούμενος είναι επίσης υπερβατικός αν και τέλειος άνθρωπος είναι και τέλειος Θεός.
Δεύτερο, το γεγονός ότι η Μητέρα του Χριστού ήταν παρθένος δείχνει ότι η γέννησή Του πρέπει ν’ αποδοθεί με μοναδικό τρόπο σε θεία πρωτοβουλία.
Αν και είναι τέλειος άνθρωπος, η γέννησή του δεν ήταν το αποτέλεσμα της σεξουαλικής ένωσης ανάμεσα σ’ έναν άντρα και μια γυναίκα, αλλά ήταν μ’ ένα τρόπο ιδιαίτερο το άμεσο έργο του Θεού.
Τρίτο, η γέννηση του Χριστού από μια παρθένο υπογραμμίζει ότι η Ενσάρκωση
δεν έχει καμιά σχέση με τη δημιουργία ενός νέου ανθρώπου. Όταν γεννιέται ένα παιδί από δυο ανθρώπινους γονείς με το συνηθισμένο τρόπο, αρχίζει να υφίσταται μια καινούρια ύπαρξη.
Αλλά το πρόσωπο του ενσαρκωμένου Χριστού δεν είναι άλλο από το δεύτερο πρόσωπο της Αγίας Τριάδος. Επομένως, στη γέννηση του Χριστού δεν άρχισε να υφίσταται ένα νέο πρόσωπο, αλλά το πρόσωπο του Υιού του Θεού που προϋπήρχε άρχισε τώρα να ζει όχι μόνο με θεϊκό αλλά και με ανθρώπινο τρόπο ύπαρξης.
Έτσι η Παρθενική Γέννηση αντανακλά την αιώνια προΰπαρξη του Χριστού.
Επειδή το πρόσωπο του ενσαρκωμένου Χριστού ταυτίζεται με το πρόσωπο του Λόγου, η Παρθένος Μαρία δίκαια μπορεί να πάρει τον τίτλο Θεοτόκος. Είναι μητέρα όχι ενός ανθρώπινου γιου που έχει ενωθεί με το θείο Υιό, αλλ’ ενός ανθρώπινου γιου που είναι ο μονογενής Υιός του Θεού.
Ο γιος της Μαρίας είναι το ίδιο πρόσωπο με το θείο Υιό του Θεού κι έτσι, χάρη στην Ενσάρκωση, η Μαρία είναι πραγματικά «Μητέρα του Θεού».
Αν και δεν δέχεται το Λατινικό δόγμα για την άμωμη Σύλληψη, η Ορθοδοξία στη λειτουργική της λατρεία καλεί τη Μητέρα του Θεού «άχραντο», «παναγία», «πανάμωμο». Εμείς οι Ορθόδοξοι πιστεύουμε ότι μετά το θάνατό της αναλήφθηκε στον ουρανό, όπου τώρα κατοικεί- με το σώμα της, και με την ψυχή της- μέσα σ’ αιώνια δόξα με τον Υιό της.
Για μάς είναι «η χαρά πάσης της κτίσεως» (Λειτουργία του Μ. Βασιλείου), «άνθος του ανθρώπινου γένους και πύλη του ουρανού» (Δογματικόν του α’ ήχου), «πολύτιμος θησαυρός όλου του κόσμου (αγ. Κύριλλος Αλεξανδρείας). Και μαζί με τον αγ. Εφραίμ το Σύρο λέμε κι εμείς:
Εσύ μόνε, ω Ιησού, μαζί με τη Μητέρα σου
είστε ωραίοι με κάθε τρόπο
Γιατί δεν υπάρχει σε Σένα κανένα ψεγάδι, Κύριέ μου,
και καμιά κηλίδα στη Μητέρα Σου.
Από αυτό μπορεί να φανεί πόσο υψηλή θέση τιμής, εμείς οι Ορθόδοξοι, αποδίδουμε στην Αγία Παρθένο μέσα στη θεολογία μας και στην προσευχή μας. Αυτή είναι για μας η ύψιστη προσφορά του ανθρώπινου γένους προς το Θεό. Με τα λόγια ενός ύμνου των Χριστουγέννων ψάλλουμε:
Τι σοι προσενέγκωμεν, Χριστέ,
ότι ώφθης επί γης ως άνθρωπος δι’ ημάς;
Έκαστον γαρ των υπό σου γενομένων κτισμάτων
την ευχαριστίαν σοι προσάγει
οι άγγελοι τον ύμνον, οι ουρανοί τον αστέρα,
οι μάγοι τα δώρα, οι ποιμένες το θαύμα,
η γη το σπήλαιον, η έρημος την φάτνην,
ημείς δε μητέρα Παρθένον…
(Εσπερινός Χριστουγέννων)
Από το βιβλίο «Ο Ορθόδοξος Δρόμος»Κάλλιστου Γουέαρ Επισκόπου Διοκλείας