Εἶπεν ὁ Κύριος τὴν παραβολὴν ταύτην· ὡμοιώθη ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν ἀνθρώπῳ βασιλεῖ, ὃς ἠθέλησε συνᾶραι λόγον μετὰ τῶν δούλων αὐτοῦ. ἀρξαμένου δὲ αὐτοῦ συναίρειν προσηνέχθη αὐτῷ εἷς ὀφειλέτης μυρίων ταλάντων. μὴ ἔχοντος δὲ αὐτοῦ ἀποδοῦναι ἐκέλευσεν αὐτὸν ὁ κύριος αὐτοῦ πραθῆναι καὶ τὴν γυναῖκα αὐτοῦ καὶ τὰ τέκνα καὶ πάντα ὅσα εἶχε, καὶ ἀποδοθῆναι. πεσὼν οὖν ὁ δοῦλος προσεκύνει αὐτῷ λέγων· κύριε, μακροθύμησον ἐπ’ ἐμοὶ καὶ πάντα σοι ἀποδώσω. σπλαγχνισθεὶς δὲ ὁ κύριος τοῦ δούλου ἐκείνου ἀπέλυσεν αὐτὸν καὶ τὸ δάνειον ἀφῆκεν αὐτῷ. ἐξελθὼν δὲ ὁ δοῦλος ἐκεῖνος εὗρεν ἕνα τῶν συνδούλων αὐτοῦ, ὃς ὤφειλεν αὐτῷ ἑκατὸν δηνάρια, καὶ κρατήσας αὐτὸν ἔπνιγε λέγων· ἀπόδος μοι εἴ τι ὀφείλεις. πεσὼν οὖν ὁ σύνδουλος αὐτοῦ εἰς τοὺς πόδας αὐτοῦ παρεκάλει αὐτὸν λέγων· μακροθύμησον ἐπ’ ἐμοὶ καὶ ἀποδώσω σοι. ὁ δὲ οὐκ ἤθελεν, ἀλλὰ ἀπελθὼν ἔβαλεν αὐτὸν εἰς φυλακὴν ἕως οὗ ἀποδῷ τὸ ὀφειλόμενον. ἰδόντες δὲ οἱ σύνδουλοι αὐτοῦ τὰ γενόμενα ἐλυπήθησαν σφόδρα, καὶ ἐλθόντες διεσάφησαν τῷ κυρίῳ ἑαυτῶν πάντα τὰ γενόμενα. τότε προσκαλεσάμενος αὐτὸν ὁ κύριος αὐτοῦ λέγει αὐτῷ· δοῦλε πονηρέ, πᾶσαν τὴν ὀφειλὴν ἐκείνην ἀφῆκά σοι, ἐπεὶ παρεκάλεσάς με· οὐκ ἔδει καὶ σὲ ἐλεῆσαι τὸν σύνδουλόν σου, ὡς καὶ ἐγώ σε ἠλέησα; καὶ ὀργισθεὶς ὁ κύριος αὐτοῦ παρέδωκεν αὐτὸν τοῖς βασανισταῖς ἕως οὗ ἀποδῷ πᾶν τὸ ὀφειλόμενον αὐτῷ. Οὕτω καὶ ὁ πατήρ μου ὁ ἐπουράνιος ποιήσει ὑμῖν, ἐὰν μὴ ἀφῆτε ἕκαστος τῷ ἀδελφῷ αὐτοῦ ἀπὸ τῶν καρδιῶν ὑμῶν τὰ παραπτώματα αὐτῶν.
ΑΣΠΛΑΓΧΝΟΙ ΟΦΕΙΛΕΤΑΙ
1. ΧΡΕΟΣ ΥΠΕΡΟΓΚΟ
Στὴν παραβολὴ τοῦ ἀσπλάγχνου ὀ-φειλέτου ὁ βασιλεὺς μιᾶς χώρας ἐζήτησε ἀπὸ τοὺς ὑπηρέτες του φοροεισπράκτορες νὰ τοῦ ἀποδώσουν τοὺς φόρους τῶν ὑπηκόων του.
Κάποιος ὅμως ἀπὸ αὐτοὺς ὤφειλε ἕνα ἀμύθητο ποσό, δέκα χιλιάδων ταλάντων, τὸ ὁποῖο ὅμως εἶχε ξοδέψει καὶ ἀδυνατοῦσε νὰ τὸ πληρώσῃ.
Γι’ αὐτὸ καὶ ὁ βασιλεὺς διέταξε νὰ πουληθῇ αὐτός, ἡ γυναίκα του καὶ τὰ παιδιά του καὶ ὅλη ἡ περιουσία του, γιὰ νὰ πληρωθῇ ἕνα μικρὸ μέρος τοῦ χρέους του.
Ὁ ὀφειλέτης συντετριμμένος ἔ-πεσε στὰ πόδια του καὶ τὸν παρακάλεσε: Κύριε, δεῖξε λίγη μακροθυμία, δῶσ’ μου λίγο χρόνο, καὶ ὅλα ὅσα σοῦ χρεωστῶ θὰ σοῦ τὰ δώσω. Ὁ βασιλεὺς τότε τὸν λυπήθηκε, τοῦ ἐχάρισε τὸ χρέος καὶ τὸν ἄφησε ἐλεύθερο.
Ἐδῶ ὅμως προκύπτει εὔλογα ἕνα ἐρώτημα: Ἀφοῦ τελικῶς ὁ βασιλεὺς σπλαγχνίσθηκε τὸν αὐλικό του καὶ τὸν ἄφησε ἐλεύθερο, γιὰ ποιὸ λόγο δὲν τὸν συγχώρησε ἀμέσως, ἀλλὰ τοῦ ἔκαμε ὅλη αὐτὴ τὴν παιδαγωγία;
Διότι, ἐὰν τὸν συγχωροῦσε ἀμέσως, δὲν θὰ καταλάβαινε ὁ ὀφειλέτης τὸ μέγεθος τῆς τεράστιας ὀφειλῆς του καὶ τῆς βαρύτητος τῆς ἄνομης καταχρήσεώς του. Τὸ χρέος του ἦταν τόσο μεγάλο, ὥστε φανέρωνε ἕναν ὀφειλέτη ὄχι μόνον ἀσυνεπῆ, ἀλλὰ καὶ καταχραστὴ καὶ σπάταλο.
Ἦταν τόσο μεγάλο τὸ χρέος ὥστε, ἀκόμη κι ἂν ὁ ὀφειλέτης ἐργαζόταν ἐντατικὰ σ’ ὅλη του τὴν ζωή, δὲν θὰ μποροῦσε νὰ τὸ ἐξοφλήσῃ.
Ἄρα λοιπὸν ὁ βασιλεὺς δὲν εἶχε νὰ κερδίσῃ τίποτε ἀπ’ αὐτόν. Τὸν ἐκάλεσε λοιπὸν ὄχι γιὰ νὰ κερδίσῃ κάτι, ἀλλὰ γιὰ νὰ τὸν ὁδηγήσῃ σὲ συναίσθησι καὶ μετάνοια. Γι’ αὐτὸ κι ἀμέσως μετὰ ὁ βασιλεὺς τὰ διαγράφει ὅλα.
Ὁ αὐλικὸς ζήτησε προθεσμία, κι ὁ βασιλεὺς τοῦ χάρισε τὴν ἐλευθερία. Ζήτησε μία χάρι, κέρδισε δύο.
Ἔτσι ὅμως κατάλαβε ὁ ὀφειλέτης ὅτι ὁ βασιλεύς του δὲν εἶναι σκληρὸς καὶ ἀπάνθρωπος ἀλλὰ χορηγὸς ἀνεξάντλητης εὐσπλαγχνίας καὶ χάριτος, ὁ ὁποῖος ὅμως τὸν παιδαγωγεῖ γιὰ νὰ θυμᾶται κατόπιν ἀπὸ πόσο μεγάλη καταδίκη λυτρώθηκε· νὰ θυμᾶται τὴν συμπάθεια, συγχωρητικότητα καὶ ἀγάπη τοῦ βασιλέως καὶ ἔτσι νὰ εἶναι συμπαθὴς καὶ ὁ ἴδιος στοὺς ἄλλους.
Αὐτὸ ἀκριβῶς κάνει καὶ ὁ Βασιλεὺς τοῦ οὐρανοῦ καὶ τῆς γῆς, ὁ Θεὸς τῆς ἀγάπης καὶ τοῦ ἐλέους, πρὸς ὅλους ἐμᾶς τοὺς ἀνθρώπους. Διότι ὅλοι μας χρεοφειλέται εἴμαστε ἀπέναντί Του.
Καθημερινὰ γινόμαστε καταχρασταὶ τῶν ἀγαθῶν καὶ δωρημάτων Του, τὰ ὁποῖα κατασπαταλοῦμε στὴν ἁμαρτία. Καὶ παρ’ ὅλα αὐτὰ ὁ Θεὸς μᾶς εὐεργετεῖ ἀδιαλείπτως μὲ μύρια ἀγαθά.
Ἐπειδὴ ὅμως θέλει τὴν σωτηρία μας, ἔχει γιὰ τὸν καθένα μας ἕνα ἰδιαίτερο, ἕνα ἀνεξιχνίαστο σχέδιο ἀγάπης· φέρνει στὴ ζωή μας πρόσωπα, πράγματα, περιστάσεις, ἀλλὰ καὶ ἐπιτρέπει δοκιμασίες γιὰ νὰ μᾶς ὁδηγήσῃ στὴν μετάνοια καὶ σωτηρία.
Γιὰ νὰ συναισθανθοῦμε τὸ μέγεθος τῶν ἀμέτρητων ἁμαρτιῶν μας ἀλλὰ καὶ τῆς δικῆς του ἀπείρου εὐ-σπλαγχνίας.
Καὶ νὰ προσπέσουμε στὰ πόδια του, στὸ φιλάνθρωπο Μυστήριο τῆς ἱερᾶς Ἐξομολογήσεως, καὶ νὰ ζητήσουμε τὸ ἔλεός του.
Ἐκεῖ μᾶς περιμένει γιὰ νὰ διαγράψῃ ὅλα τὰ χρέη μας, μεγάλα καὶ μικρά. Ἀρκεῖ ἐμεῖς νὰ Τοῦ προσφέρουμε τὰ δάκρυα τῆς μετανοίας μας. Μὴ χάνουμε λοιπὸν καιρό. «Οἰκτίρμων καὶ ἐλεήμων ὁ Κύριος, μακρόθυμος καὶ πολυέλεος» (Ψαλ. ρβ΄ [102] 8).
2. ΧΡΕΟΣ ΕΛΑΧΙΣΤΟ
Στὴ συνέχεια τῆς παραβολῆς ὁ συγχωρηθεὶς ὀφειλέτης, μετὰ τὴν ἐκζήτησι τοῦ ἐλέους ἀπὸ τὸν βασιλέα, βρῆκε ἕναν ἀπὸ τοὺς συνδούλους του ποὺ τοῦ χρωστοῦσε ἕνα ἀσήμαντο ποσὸ ἑκατὸ δηναρίων.
Καὶ ἀφοῦ τὸν ἐπίεσε ἀφόρητα, τοῦ ἐζήτησε μὲ σκληρότητα νὰ τοῦ ἐξοφλήσῃ τὸ χρέος του. Κι ἐνῶ ἐκεῖνος ἔπεσε στὰ πόδια του καὶ τὸν παρακαλοῦσε, αὐτὸς ὁ σκληρόκαρδος τὸν ἔρριξε στὴ φυλακή.
Μόλις ὅμως τὸ πληροφορήθηκε αὐτὸ ὁ βασιλεύς, ἐθύμωσε καὶ τὸν παρέδωσε στοὺς δημίους τῆς φυλακῆς, γιὰ νὰ τὸν τιμωροῦν μέχρι νὰ ἐξοφλήσῃ τὸ χρέος του.
Καὶ ὁ Κύριος ἐπισφραγίζει τὴν παραβολή του λέγοντας: Ἔτσι καὶ ὁ ἐπουράνιος Πατὴρ θὰ κάμῃ καὶ σὲ σᾶς, ἐὰν δὲν συγχωρῆτε τοὺς ἀδελφούς σας μέσα ἀπὸ τὴν καρδιά σας.
Γιατί ὅμως ὁ Κύριος μᾶς προλέγει τὴν τιμωρία αὐτῶν ποὺ συμπεριφέρονται ἔτσι;
Γιὰ νὰ μάθουμε οἱ ἄνθρωποι νὰ συγχωροῦμε.
Γιὰ νὰ καταλάβουμε ὅτι ὁ Θεὸς θὰ συγχωρήσῃ τὰ δικά μας ἀμέτρητα ἁμαρτήματα μόνον ὅταν ἐμεῖς συγχωροῦμε τὰ ἐλάχιστα λάθη τῶν ἀδελφῶν μας. Διαφορετικὰ μᾶς προειδοποιεῖ:
Δὲν πρόκειται νὰ δοῦμε πρόσωπο Θεοῦ. Καὶ γιὰ νὰ μᾶς μάθῃ νὰ συγχωροῦμε, μᾶς ἐξηγεῖ ὅτι, ὅσες φορὲς κι ἂν συγχωροῦμε τὸν ἀδελφό μας, αὐτὸ εἶναι κάτι τὸ ἐλάχιστο μπροστὰ στὴν συγχώρησι τῶν δικῶν μας ἁμαρτιῶν ἀπὸ τὸν Ἴδιο.
Τὸ χρέος μας πρὸς τὸν Θεὸ εἶναι τεράστιο, ἐνῶ τῶν ἀδελφῶν μας ποὺ μᾶς ἀδικοῦν ἢ μᾶς πληγώνουν, μηδαμινό.
Δὲν ἔχουμε λοιπὸν τὸ δικαίωμα νὰ στεκώμαστε στὰ μικρὰ καθημερινὰ λάθη τῶν ἀδελφῶν μας καὶ νὰ συμπεριφερώμαστε σ’ αὐτοὺς μὲ ἀσπλαγχνία καὶ σκληρότητα. Ὅσο κι ἂν μᾶς ἔχουν λυπήσει καὶ πικράνει.
Ἀκόμη κι ἂν τὰ λάθη τους μᾶς φαίνωνται μεγάλα καὶ ἐνοχλητικὰ ἢ ἀνυπόφορα, εἶναι ἀσήμαντα καὶ ἀμελητέα μπροστὰ στὰ χρέη μας ἔναντι τοῦ Θεοῦ. Νὰ μάθουμε λοιπὸν νὰ συγχωροῦμε ἀπὸ τὴν καρδιά μας.
Μόνον ἔτσι θὰ γίνῃ ἡ ζωή μας παράδεισος καὶ ἐδῶ στὴ γῆ καὶ στὴν πανευτυχῆ αἰωνιότητα.